Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Όλο το σχέδιο της ΤτΕ για τη δημιουργία "bad bank"

Την πρότασή της για τη διαχείριση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων παρουσιάζει, μέχρι την Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου, η Τράπεζα της Ελλάδος. 



Η παρουσίαση του σχεδίου της ΤτΕ συμπίπτει με την έναρξη μιας νέας φάσης για τις τράπεζες πανευρωπαϊκά, η οποία έχει ως αιχμή τη χάραξη στρατηγικής για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης στο ενεργητικό των τραπεζών (εξέταση δημιουργίας πανευρωπαϊκού σχήματος για την αντιμετώπιση των NPLs της COVID-19).

Η πρόταση για AMC
Το σχέδιο της ΤτΕ μπαίνει στο τραπέζι υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με το παρελθόν, καθώς ο κορονοϊός πιέζει για τη διερεύνηση όλων των πιθανών λύσεων για τη μείωση των NPLs, εφόσον αυτές είναι εφαρμόσιμες. Υπό την προϋπόθεση αυτή και στο κλίμα που έχει διαμορφωθεί, η κυβέρνηση είναι πολύ ανοιχτή να συζητήσει κάθε συμπληρωματική του "Ηρακλή" διέξοδο για την αποφόρτιση των τραπεζών από τα "κόκκινα" δάνεια. Έτσι, η λύση της "bad bank", που προτείνει η ΤτΕ, θα μπορούσε να λειτουργήσει συμπληρωματικά στο υπάρχον σχήμα του "Ηρακλή", που έχουν ήδη αγκαλιάσει όλες οι τράπεζες, αλλά και παράλληλα, μελλοντικά, με έναν "Ηρακλή 2" ή και με πανευρωπαϊκό σχήμα για τη μείωση των NPLs.

Όπως είχε γράψει το "Κ" στις 29 Αυγούστου, προαναγγέλλοντας την παρουσίαση του σχεδίου της ΤτΕ στα τέλη Σεπτεμβρίου, το παρόν σχέδιο, που έχουν επεξεργαστεί σε όλες τις πτυχές του οι Rothschild, Boston Consulting και Deloitte, προβλέπει τη δημιουργία Asset Management Company στην οποία θα μπορούν να μεταβιβαστούν όλα τα δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών. Στις τράπεζες θα δίνεται χρόνος για την απορρόφηση των ζημιών από τη μεταβίβαση των "κόκκινων" δανείων, ενώ το σχήμα θα συνοδεύεται και από κάποιου τύπου κρατική εγγύηση.

Η πρόταση της ΤτΕ φιλοδοξεί όχι μόνο να συμβάλει για την εξολοκλήρου απαλλαγή των τραπεζών από τα "κόκκινα" δάνεια, φέρνοντας τον δείκτη NPL σε μονοψήφιο ποσοστό στα τέλη του 2021, αλλά να λύσει και το πρόβλημα του αναβαλλόμενου φόρου, το οποίο αντιμετωπίζεται μόνο προσωρινά με τα hive-down των τραπεζών.

Με τη λύση που θα προτείνει, η ΤτΕ επισημαίνει ότι οι ενδεχόμενες ζημίες που σχετίζονται με το υφιστάμενο απόθεμα NPLs των τραπεζών θα καλύπτονται αποκλειστικά από τις ίδιες και όχι από τον Έλληνα φορολογούμενο, μέχρι του ελαχίστου ορίου δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποκλείεται οποιαδήποτε διασύνδεση του προτεινόμενου σχήματος με ενδεχόμενα σενάρια εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης (δηλαδή με τον κίνδυνο ενεργοποίησης των κανόνων της οδηγίας BRRD για την εξυγίανση των τραπεζών με κεφάλαια των μετόχων, των ομολογιούχων και των καταθετών).

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η μεταφορά των "κόκκινων" δανείων των τραπεζών στην Asset Management Company θα διενεργείται στην καθαρή λογιστική αξία των δανείων και έναντι αυτών η τράπεζα θα λαμβάνει ομολογίες, χωρίς rating. Στη συνέχεια η AMC θα τιτλοποιεί το χαρτοφυλάκιο σε τίτλους υψηλής, μεσαίας και χαμηλής διαβάθμισης και θα πουλά σε επενδυτή τουλάχιστον το 50% των τίτλων υψηλής διαβάθμισης (senior notes) και ενδεχομένως τμήμα των τίτλων μεσαίας διαβάθμισης (mezzanine notes). Για τη διευκόλυνση της πώλησης και προκειμένου να καλύπτεται η διαφορά μεταξύ της αξίας των τίτλων με την οποία τα δάνεια είναι γραμμένα στα βιβλία των τραπεζών και έχουν μεταβιβαστεί στην AMC και της τιμής στην οποία θα τα αγοράζει ο επενδυτής, οι τίτλοι θα συνοδεύονται με κρατική εγγύηση.

Η τράπεζα θα εγγράφει τη ζημία από την πώληση των τιτλοποιημένων NPLs σε βάθος επταετίας, ανάλογα με τις εισπράξεις από το χαρτοφυλάκιο και τη ροή αποπληρωμής από την AMC.

Με την πώληση τουλάχιστον του 50% των senior ομολόγων, η τράπεζα θα πληροί τις προϋποθέσεις αποαναγνώρισης του χαρτοφυλακίου NPL.

Ο αναβαλλόμενος φόρος
Σύμφωνα με το σχέδιο που προτείνει η ΤτΕ, η τράπεζα θα αναλαμβάνει να πληρώνει, για μία πενταετία ή επταετία, ένα ποσό ετησίως ως προμήθεια για την κρατική εγγύηση. Η προμήθεια, όμως, δεν θα καταβάλλεται στο Δημόσιο με μετρητά, αλλά με διαγραφή από την τράπεζα ισόποσης αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπιστεί, παράλληλα με τη μείωση των NPLs, η μείωση του αναβαλλόμενου φόρου, που τον Μάρτιο του 2020 ανερχόταν σε 15,5 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 54% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών. Σημειώνεται ότι το κόστος των τιτλοποιήσεων που διενεργούν οι τράπεζες, αλλά και η κεφαλαιακή επιβάρυνση από την εφαρμογή του λογιστικού προτύπου IFRS9 για τον σχηματισμό προβλέψεων έναντι πιθανών μελλοντικών πιστωτικών κινδύνων, θα ροκανίσουν τα "καθαρά" εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, ενισχύοντας περαιτέρω το ποσοστό συμβολής των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.

Η πρόταση για τη δημιουργία AMC, υποστηρίζει η ΤτΕ, δεν αποσκοπεί απλώς σε κεφαλαιακή ελάφρυνση, αλλά σε εκτέλεση συναλλαγών με όρους αγοράς και με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών. Παράλληλα, θα αξιοποιήσει τις υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και τις συμμετοχές τρίτων μερών στους τομείς διαχείρισης των NPLs και, έτσι, δεν θα ανατραπούν οι συμφωνίες που έχει συνάψει η κάθε τράπεζα με τις εταιρείες διαχείρισης "κόκκινων" δανείων, των οποίων η συνδρομή θα αποτελέσει μέρος της λύσης.

Συνοπτικά, η πρόταση της ΤτΕ αποσκοπεί στη δραστική μείωση του αποθέματος των "κόκκινων" δανείων, αλλά και των νέων που θα δημιουργηθούν, επιτρέποντας στις τράπεζες να εγγράψουν σταδιακά τις ζημίες από το εγχείρημα, διατηρώντας πάντα τα κεφάλαιά τους πάνω από τα ελάχιστα απαιτούμενα εποπτικά όρια.

Στο τέλος του α' τριμήνου, και πριν αρχίσουν να αποτυπώνονται στα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών οι επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονταν σε 60,9 δισ. ευρώ και ο λόγος τους προς το σύνολο των δανείων στο 37,4%. Η ΤτΕ έχει εκτιμήσει ότι η επιτυχής ολοκλήρωση των συναλλαγών πώλησης NPLs, μέσω τιτλοποίησης δανείων με την ταυτόχρονη χρήση του προγράμματος χορήγησης εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου ("Ηρακλής"), θα μειώσει τον δείκτη NPL περίπου στο 25%, ποσοστό που εξακολουθεί να παραμένει πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού - SSM (2,7% και 3,2%, αντίστοιχα, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019).

Τα κεφαλαιακά "μαξιλάρια" των τραπεζών δεν θα επαρκούν για να μειωθεί μεμιάς ο δείκτης NPL κάτω του 25% (οι τράπεζες δεν θα μπορούν να εγγράψουν εφάπαξ τη ζημία από την αποαναγνώριση των "κόκκινων" δανείων που θα απομείνουν στους ισολογισμούς), χωρίς να υπολογίζονται και τα νέα "κόκκινα" δάνεια του κορονοϊού, που η ΤτΕ εκτιμά περί τα 10 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες θα πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα για να απορροφήσουν και να διοχετεύσουν στην οικονομία την αναγκαία ρευστότητα που θα εισρεύσει από τους κοινοτικούς πόρους και τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης.

Το σχέδιο της ΤτΕ θα εξεταστεί από την κυβέρνηση και, εφόσον κριθεί υλοποιήσιμο, από κοινού οι δύο πλευρές θα σπεύσουν να πείσουν τον SSM και την DGComp για το ότι δεν προσκρούει στους κανονισμούς περί κρατικών ενισχύσεων αλλά και στην κοινοτική οδηγία BRRD για το bail-in των τραπεζών.

Το σχέδιο θα πρέπει να εξεταστεί από την κυβέρνηση και σε επίπεδο δημοσιονομικού κόστους. Με βάση υπολογισμούς που είχαν γίνει με το παλαιότερο σχέδιο για τη δημιουργία "bad bank", το δημοσιονομικό κόστος για το ελληνικό Δημόσιο είχε εκτιμηθεί από 8 μέχρι 12 δισ. ευρώ και προκύπτει από τη διαφορά τιμής στην οποία θα "ξεφορτωθούν" οι τράπεζες τα "κόκκινα" δάνεια, καθώς οι τιμές πώλησής τους στην αγορά πιθανολογούνται στο ήμισυ των τιμών στις οποίες τα δάνεια έχουν εγγραφεί στα βιβλία των τραπεζών.

Κανόνες ανταγωνισμού, κανόνες δημοσιονομικής επάρκειας, κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών (το "κάψιμο" κεφαλαίων από τις τράπεζες ύστερα από το μαζικό "ξεφόρτωμα" "κόκκινων" δανείων σε τιμές χαμηλότερες του book value θα έχει επίπτωση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας), χρηματοδότηση και χρόνος υλοποίησης της AMC, δυσκολίες στη μεταβίβαση δανείων λόγω ανομοιογένειας, είναι ζητήματα που θα εξεταστούν από την κυβέρνηση.

Τα moratoria
Η ανάγκη, πάντως, να διευρυνθούν οι λύσεις για τη διαχείριση των NPLs εντείνεται εν όψει και του "αγνώστου Χ" της εξέλιξης των δανείων που βρίσκονται σε moratorium πληρωμών. Οι ευρωπαϊκές Αρχές συνιστούν προσεκτικό χειρισμό των δανείων που βρίσκονται σε αναστολή πληρωμών, τονίζοντας την προσωρινότητα που πρέπει να έχει το μέτρο, ενώ η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών ανακοίνωσε στις τράπεζες ότι επαφίεται στην κρίση τους να χειριστούν, μετά την 30ή Σεπτεμβρίου, ανά περίπτωση το κάθε δάνειο, αποφασίζοντας την παράταση ή μη της αναστολής.

Για τις ελληνικές τράπεζες (σημειώνεται ότι τα moratoria πληρωμών στην Ελλάδα ανέρχονται σε 20 δισ. ευρώ) οι κρίσιμες αποφάσεις θα ληφθούν μετά τις 31 Δεκεμβρίου, οπότε λήγει η συντριπτική πλειονότητα των προγραμμάτων αναστολής. Καθώς φοβούνται ότι πολλά από τα δάνεια σε αναστολή δεν θα μπορέσουν να επανέλθουν άμεσα σε ολική αποπληρωμή της μηνιαίας δόσης, οι ελληνικές τράπεζες θα αιτηθούν στον SSM της σταδιακής επανόδου των δανείων σε κανονική αποπληρωμή, κλιμακωτά στη διάρκεια του 2021, με παροχή ευελιξίας για την κατηγοριοποίησή τους ως εξυπηρετούμενων.

Σημειώνεται ότι στην 7η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνεται ότι περισσότερο από το 10% των δανείων των ελληνικών τραπεζών βρίσκεται σε moratorium πληρωμής και, όταν εκπνεύσουν τα moratoria αυτά, θα φανεί η πραγματική εικόνα των NPLs και το ύψος των αναγκαίων πρόσθετων προβλέψεων. Όπως επισημαίνει η Κομισιόν, οι αυξημένες προβλέψεις μπορεί να θέσουν υπό πίεση την ήδη χαμηλή κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών, ενώ η χαμηλή κερδοφορία μαζί με το κόστος των επικείμενων τιτλοποιήσεων θα μπορούσε να θέσει προκλήσεις για την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών στο κοντινό μέλλον.

Το θέμα των μελλοντικών "κόκκινων" δανείων προβληματίζει τις τράπεζες και υπό το πρίσμα του νέου πτωχευτικού νόμου. Το νομοσχέδιο για τη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους με ρύθμιση βιώσιμων οφειλών ή πτώχευση για τις μη βιώσιμες βρίσκεται προ των πυλών για την ψήφισή του. Ωστόσο, οι τράπεζες συνεχίζουν να βλέπουν αστοχίες που μπορούν να ανοίξουν "παράθυρο" για στρατηγικούς κακοπληρωτές, με κίνδυνο τη δημιουργία νέων "κόκκινων" δανείων. Η Deloitte ανεβάζει τα δυνητικά νέα "κόκκινα" δάνεια, σε ένα δυσμενές σενάριο, στα 9,8 δισ. ευρώ. Από τις αιτιάσεις, πάντως, των τραπεζών παίρνει σαφείς αποστάσεις η ΤτΕ. Ο διοικητής Γ. Στουρνάρας συνιστά στις τράπεζες να αναμένουν την τελική μορφή του νομοσχεδίου και τονίζει ότι το ν/σ συνιστά μεγάλη πρόοδο σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση, καθώς εκσυγχρονίζει το ελληνικό δίκαιο σύμφωνα με τα γενικώς αποδεκτά ευρωπαϊκά πρότυπα.
 
website counter
friend finderplentyoffish.com