H ολοκλήρωση της συμφωνίας για το λιμάνι του Πειραιά είναι ασφαλώς μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη για την οικονομία.
Κάτω από κατάλληλες συνθήκες η χώρα, και ειδικά το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου, μπορεί να εκμεταλλευτεί την ανάγκη των Κινέζων να έχουν μια βασική πύλη στην Ευρώπη για τα προϊόντα τους.
Η συμφωνία, όμως, για να λειτουργήσει απαιτεί σκληρή δουλειά και καλές προθέσεις και από τις δύο πλευρές. Αλλωστε, οι κινεζικές εταιρείες φημίζονται για τις σκληρές διαπραγματεύσεις που κάνουν και δεν... χαρίζονται εύκολα σε κανέναν.
Είναι, όμως, μια μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα να ενισχύσει τους δεσμούς της με τον «δράκο» της παγκόσμιας οικονομίας και σε μια διαδικασία win - win να εκμεταλλευτεί τις συνέργειες που μπορεί να δημιουργηθούν. Αλλωστε, η ανάπτυξη του λιμανιού απαιτεί έναν ισχυρό «παίκτη» και η Cosco μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για ραγδαίες εξελίξεις στο μέτωπο των επενδύσεων.
Η κυβέρνηση έχει αφήσει πίσω της τις παλινωδίες γύρω από την επένδυση των Κινέζων στον Πειραιά, καθώς κατάλαβε ότι χωρίς άνοιγμα της οικονομίας και χωρίς γενναίες αποφάσεις δεν μπορεί να έλθει η πολυπόθητη ανάπτυξη. Μένει μόνο να «απομονωθούν» και οι ακραίες φωνές που επιμένουν ότι η ανάπτυξη θα έρθει... ουρανοκατέβατη ή αποτελεί υπόθεση του κράτους. Είτε γιατί είναι η μόνη λύση για μια χώρα σε βαθιά κρίση, είτε γιατί η κρατικοδίαιτη οικονομία δεν μπορεί να αποτελεί σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης, η προσέλκυση κι άλλων επενδυτών πρέπει να είναι το μοναδικό στοίχημα για κάθε κυβέρνηση.
Εστω και καθυστερημένα, έστω και με γκρίνιες, αχνοφέγγει η ελπίδα μιας καλύτερης αναπτυξιακής πορείας για την Ελλάδα. Επρεπε να πιάσει πάτο η οικονομία για να αντιληφθεί το πολιτικό σύστημα ότι θέσεις εργασίας, νέοι «παίκτες» και περισσότερα έσοδα έρχονται μόνο μέσω επενδύσεων. Ισως ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσουμε το «σοβιετικό μοντέλο» ανάπτυξης της οικονομίας. Ή μήπως, θα υπάρξουν κι άλλες εστίες αντίστασης;