Ο μεγάλος συμβιβασμός του Ιουλίου μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ είχε ως μεγάλο θύμα τα κονδύλια που προορίζονταν για την ενεργειακή μετάβαση, πλήττοντας και τις επιδοτήσεις που ανέμενε η Ελλάδα για τις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης. Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ο αναλυτής πολιτικής του think tank Green Tank Νίκος Μάντζαρης, η Ελλάδα από 1,724 δισ. ευρώ, δικαιούται πλέον μόλις 700 με 750 εκατ. ευρώ για τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών της Δ. Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης.
Όπως ανέφερε ο κ. Μάτζαρης κατά την παρουσίαση της έκθεσης με τίτλο "Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη" τα συνολικά κονδύλια του Ταμείου της Δίκαιης Μετάβασης περιορίστηκαν από τα 40 δισ. ευρώ αρχικά στα 17 δισ. ευρώ. Πρόκειται για χρήματα τα οποία πολλαπλασιάζονται με τη μόχλευση και άλλων κονδυλίων και χρηματοδοτήσεων. Με τον προηγούμενο υπολογισμό η εκτίμηση για το συνολικό ύψος των κεφαλαίων της δίκαιης μετάβασης για τη χώρα μας θα μπορούσε να φτάσει τα 6,5 δισ. ευρώ. Πάντως η απόφαση του Ερυωπαϊκού Συμβουλίου απορρίφθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που σημαίνει ότι η ΕΕ θα προχωρήσει στην παρουσίαση νέας πρότασης, που θα περάσει το Σεπτέμβριο από το Συμβούλιο για να προσδιοριστεί το τελικό ύψος έως τα τέλη της χρονιάς.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Green Tank τα κριτήρια για την κατανομή των κονδυλίων είναι προφανώς άδικα αφού δε λαμβάνουν υπόψη την ταχύτητα της ενεργειακής μετάβασης ή την ανεργία στις περιοχές με αποτέλεσμα χώρες όπως η Ελλάδα που επισπεύδουν την απολιγνιτοποίηση να δικαιούνται λιγότερα χρήματα. Αντίθετα χώρες που δεν έχουν ανακοινώσει προγράμματα απολιγνιτοποίησης όπως η Πολωνία να δικαιούνται τη μερίδα του λέοντος από το Ταμείο.
Σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό της επόμενης ημέρας των λιγνιτικών περιοχών το Green Tank παρουσιάζοντας την έκθεση "Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη" κατέθεσε 5 προτάσεις με στόχο να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος. Στην έκθεση αποτυπώνεται η πρόσφατη ιστορία της Δίκαιης Μετάβασης από το 2015 – ημερομηνία σταθμό λόγω της Συμφωνίας του Παρισιού – μέχρι τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μέσα από αυτήν την ανασκόπηση, αναδεικνύεται η σημασία του συντονισμού της Ελλάδας με τις ευρωπαϊκές τάσεις και η συμμόρφωσή της με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο κομβικός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και η αξία της συνεργασίας και της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς εταίρους.
Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη πρόκληση σχετικά με τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών είναι ο χρόνος, καθώς είναι αδύνατον η στροφή τοπικών οικονομιών βαθιά εξαρτημένων από τη λιγνιτική δραστηριότητα, να συντελεστεί ως το 2023. Σε αυτό το χρονικό διάστημα όμως είναι εφικτό να τεθούν οι κατάλληλες προγραμματικές βάσεις και να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι που θα στρέψουν τις τοπικές οικονομίες προς βιώσιμη κατεύθυνση σε βάθος 15-20 ετών.
Η έκθεση καταλήγει σε 5 προτάσεις που θα επιτρέψουν την αποφυγή λαθών του παρελθόντος και θα συνδράμουν στην επείγουσα ανάγκη για σωστό σχεδιασμό της επόμενης μέρας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας και συγκεκριμένα:
Διακομματική συμφωνία: Παρά τις διαφορές για το χρόνο απόσυρσης των μονάδων, μπορεί να υπάρξει ευρύ πεδίο σύγκλισης στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας και κοινές διεκδικήσεις όλων των κομμάτων στους τομείς της διακυβέρνησης, της χρηματοδότησης και των συντονισμένων πρωτοβουλιών στο Ευρωκοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Διαμόρφωση ενός βιώσιμου και συνεκτικού σχεδίου: Στο υπό διαμόρφωση συνολικό Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης και τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν κριτήρια επιλογής έργων με γνώμονα την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το μακροπρόθεσμο αποτύπωμά τους στην απασχόληση και την τοπικά προστιθέμενη αξία καθώς και τη διακλαδική διασπορά των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Συμμετοχικός Σχεδιασμός – Διαβούλευση: Ανεξαρτήτως της αρτιότητας του οποιουδήποτε σχεδίου, ιδιαίτερη σημασία έχει αυτό να διαμορφωθεί και να υλοποιηθεί με συμμετοχικό τρόπο που να βασίζεται στη διαβούλευση και τη διαφάνεια.
Σύστημα διακυβέρνησης: Το σύστημα διακυβέρνησης που θα κληθεί να υλοποιήσει τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης, πρέπει να είναι απλό, διαφανές, με διακριτούς ρόλους για τους συμμετέχοντες στη λήψη αποφάσεων και ισορροπημένο ως προς την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ του κράτους, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων, των επαγγελματικών φορέων, της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας των πολιτών. Επιπλέον, πρέπει να διασφαλίζεται η συνέχειά του μέσα από τη συμμετοχή ανθρώπων ανεξάρτητων από τους εκάστοτε πολιτικούς συσχετισμούς σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Χρηματοδότηση: Το δύσκολο εγχείρημα του μετασχηματισμού των τοπικών οικονομιών στις λιγνιτικές περιοχές απαιτεί ένα μακροπρόθεσμο και σταθερό πλαίσιο χρηματοδότησης. Σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται διακομματική δέσμευση για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της μετάβασης από εθνικούς πόρους σε βάθος δεκαετίας και διερεύνηση της δυνατότητας διοχέτευσης πόρων του πακέτου ανάκαμψης στις λιγνιτικές περιοχές. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει αλλαγή των κριτηρίων κατανομής των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης.
"Η επιτυχία της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών αποτελεί στοίχημα τόσο για τη χώρα μας συνολικά όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Είναι ανάγκη να ενισχυθεί μέσα από ένα ανοιχτό, διαφανές και πολύ-συμμετοχικό σύστημα διακυβέρνησης καθώς και να εξασφαλιστούν επαρκείς και σταθεροί πόροι για τη χρηματοδότησή της. Επείγον ζητούμενο αποτελεί η τροποποίηση των κριτηρίων κατανομής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, ώστε οι πόροι να κατευθυνθούν στις περιοχές εκείνες που έχουν τις μεγαλύτερες και πιο άμεσες ανάγκες. Μετά την απόφαση για απολιγνιτοποίηση η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο κλιματικά φιλόδοξα κράτη μέλη της ΕΕ. Τώρα είναι η στιγμή που αυτή η στάση πρέπει να μετουσιωθεί σε ένα πραγματικά βιώσιμο μέλλον για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας", δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής στο Green Tank.
Όπως ανέφερε ο κ. Μάτζαρης κατά την παρουσίαση της έκθεσης με τίτλο "Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη" τα συνολικά κονδύλια του Ταμείου της Δίκαιης Μετάβασης περιορίστηκαν από τα 40 δισ. ευρώ αρχικά στα 17 δισ. ευρώ. Πρόκειται για χρήματα τα οποία πολλαπλασιάζονται με τη μόχλευση και άλλων κονδυλίων και χρηματοδοτήσεων. Με τον προηγούμενο υπολογισμό η εκτίμηση για το συνολικό ύψος των κεφαλαίων της δίκαιης μετάβασης για τη χώρα μας θα μπορούσε να φτάσει τα 6,5 δισ. ευρώ. Πάντως η απόφαση του Ερυωπαϊκού Συμβουλίου απορρίφθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που σημαίνει ότι η ΕΕ θα προχωρήσει στην παρουσίαση νέας πρότασης, που θα περάσει το Σεπτέμβριο από το Συμβούλιο για να προσδιοριστεί το τελικό ύψος έως τα τέλη της χρονιάς.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Green Tank τα κριτήρια για την κατανομή των κονδυλίων είναι προφανώς άδικα αφού δε λαμβάνουν υπόψη την ταχύτητα της ενεργειακής μετάβασης ή την ανεργία στις περιοχές με αποτέλεσμα χώρες όπως η Ελλάδα που επισπεύδουν την απολιγνιτοποίηση να δικαιούνται λιγότερα χρήματα. Αντίθετα χώρες που δεν έχουν ανακοινώσει προγράμματα απολιγνιτοποίησης όπως η Πολωνία να δικαιούνται τη μερίδα του λέοντος από το Ταμείο.
Σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό της επόμενης ημέρας των λιγνιτικών περιοχών το Green Tank παρουσιάζοντας την έκθεση "Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη" κατέθεσε 5 προτάσεις με στόχο να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος. Στην έκθεση αποτυπώνεται η πρόσφατη ιστορία της Δίκαιης Μετάβασης από το 2015 – ημερομηνία σταθμό λόγω της Συμφωνίας του Παρισιού – μέχρι τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Μέσα από αυτήν την ανασκόπηση, αναδεικνύεται η σημασία του συντονισμού της Ελλάδας με τις ευρωπαϊκές τάσεις και η συμμόρφωσή της με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ο κομβικός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και η αξία της συνεργασίας και της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς εταίρους.
Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη πρόκληση σχετικά με τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών είναι ο χρόνος, καθώς είναι αδύνατον η στροφή τοπικών οικονομιών βαθιά εξαρτημένων από τη λιγνιτική δραστηριότητα, να συντελεστεί ως το 2023. Σε αυτό το χρονικό διάστημα όμως είναι εφικτό να τεθούν οι κατάλληλες προγραμματικές βάσεις και να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι που θα στρέψουν τις τοπικές οικονομίες προς βιώσιμη κατεύθυνση σε βάθος 15-20 ετών.
Η έκθεση καταλήγει σε 5 προτάσεις που θα επιτρέψουν την αποφυγή λαθών του παρελθόντος και θα συνδράμουν στην επείγουσα ανάγκη για σωστό σχεδιασμό της επόμενης μέρας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας και συγκεκριμένα:
Διακομματική συμφωνία: Παρά τις διαφορές για το χρόνο απόσυρσης των μονάδων, μπορεί να υπάρξει ευρύ πεδίο σύγκλισης στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας και κοινές διεκδικήσεις όλων των κομμάτων στους τομείς της διακυβέρνησης, της χρηματοδότησης και των συντονισμένων πρωτοβουλιών στο Ευρωκοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Διαμόρφωση ενός βιώσιμου και συνεκτικού σχεδίου: Στο υπό διαμόρφωση συνολικό Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης και τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν κριτήρια επιλογής έργων με γνώμονα την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το μακροπρόθεσμο αποτύπωμά τους στην απασχόληση και την τοπικά προστιθέμενη αξία καθώς και τη διακλαδική διασπορά των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Συμμετοχικός Σχεδιασμός – Διαβούλευση: Ανεξαρτήτως της αρτιότητας του οποιουδήποτε σχεδίου, ιδιαίτερη σημασία έχει αυτό να διαμορφωθεί και να υλοποιηθεί με συμμετοχικό τρόπο που να βασίζεται στη διαβούλευση και τη διαφάνεια.
Σύστημα διακυβέρνησης: Το σύστημα διακυβέρνησης που θα κληθεί να υλοποιήσει τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης, πρέπει να είναι απλό, διαφανές, με διακριτούς ρόλους για τους συμμετέχοντες στη λήψη αποφάσεων και ισορροπημένο ως προς την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ του κράτους, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων, των επαγγελματικών φορέων, της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας των πολιτών. Επιπλέον, πρέπει να διασφαλίζεται η συνέχειά του μέσα από τη συμμετοχή ανθρώπων ανεξάρτητων από τους εκάστοτε πολιτικούς συσχετισμούς σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Χρηματοδότηση: Το δύσκολο εγχείρημα του μετασχηματισμού των τοπικών οικονομιών στις λιγνιτικές περιοχές απαιτεί ένα μακροπρόθεσμο και σταθερό πλαίσιο χρηματοδότησης. Σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται διακομματική δέσμευση για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της μετάβασης από εθνικούς πόρους σε βάθος δεκαετίας και διερεύνηση της δυνατότητας διοχέτευσης πόρων του πακέτου ανάκαμψης στις λιγνιτικές περιοχές. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει αλλαγή των κριτηρίων κατανομής των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης.
"Η επιτυχία της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών αποτελεί στοίχημα τόσο για τη χώρα μας συνολικά όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Είναι ανάγκη να ενισχυθεί μέσα από ένα ανοιχτό, διαφανές και πολύ-συμμετοχικό σύστημα διακυβέρνησης καθώς και να εξασφαλιστούν επαρκείς και σταθεροί πόροι για τη χρηματοδότησή της. Επείγον ζητούμενο αποτελεί η τροποποίηση των κριτηρίων κατανομής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, ώστε οι πόροι να κατευθυνθούν στις περιοχές εκείνες που έχουν τις μεγαλύτερες και πιο άμεσες ανάγκες. Μετά την απόφαση για απολιγνιτοποίηση η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο κλιματικά φιλόδοξα κράτη μέλη της ΕΕ. Τώρα είναι η στιγμή που αυτή η στάση πρέπει να μετουσιωθεί σε ένα πραγματικά βιώσιμο μέλλον για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας", δήλωσε ο Νίκος Μάντζαρης, αναλυτής πολιτικής στο Green Tank.