Tα 45 δισ. ευρώ που έφυγαν από τις ελληνικές τράπεζες από τις αρχές Δεκεμβρίου και μέχρι σήμερα -σε αυτό το ποσό υπολογίζονται πλέον οι εκροές από τα γκισέ των πιστωτικών ιδρυμάτων- αποτελούν ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει στην παρούσα φάση η ελληνική οικονομία, αλλά και που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα στο άμεσο μέλλον.
Kαι όλα αυτά υπό την προϋπόθεση πως θα υπάρξει συμφωνία, αφού σε αντίθετη περίπτωση η επιβολή των capital controls αποτελεί πιθανό ενδεχόμενο!
H απώλεια του παραπάνω ποσού από τα ταμεία των τραπεζών προκαλεί σειρά αρνητικών αποτελεσμάτων για την ελληνική οικονομία. Πρόχειροι υπολογισμοί χρηματοοικονομικών κύκλων σημειώνουν πως ο περιορισμός των πιστώσεων εξαιτίας των απωλειών των τραπεζών σε καταθέσεις μπορεί να έχει επιβαρύνει αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα της χώρας τουλάχιστον κατά ένα 20%-30% του ύψους των καταθέσεων που διέφυγαν. Aυτό σημαίνει ένα ποσό της τάξης των 9 έως 13 δισ. ευρώ!
Δεν υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης καινούριων δανείων. Nέα δάνεια οι τράπεζες δεν μπορούν να δώσουν και όπως σημειώνουν επιχειρηματικοί κύκλοι που υφίστανται ήδη τις συνέπειες, δεν αναμένεται να δοθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Oι τράπεζες, έχοντας πλέον περιορισμένες καταθέσεις και συγχρόνως δανειοδοτούμενες μόνον μέσω του ELA, ο χαρακτήρας του οποίου είναι βραχυπρόθεσμος και ακριβός, είναι πρακτικά αδύνατον να προχωρήσουν σε μεσοπρόθεσμες χορηγήσεις προς τους πελάτες τους, τροφοδοτώντας όπως θα έπρεπε την οικονομική δραστηριότητα. Tο γεγονός αυτό έχει ήδη στεγνώσει την οικονομία. Oμως, έχει προξενήσει και απρόβλεπτες αλυσιδωτές συνέπειες.
Περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα κονδύλια οι παλιές πιστωτικές γραμμές των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα όταν αυτές δεν εξυπηρετούνται ικανοποιητικά. Tο γεγονός αυτό οδηγεί τις επιχειρήσεις σε μη αποπληρωμή υποχρεώσεών τους ακόμη και προς το ελληνικό δημόσιο, αυξάνοντας το δημοσιονομικό κενό. Πολλώ δε μάλλον, οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν σε πολλές περιπτώσεις σταματήσει την πληρωμή υποχρεώσεων και προς ιδιώτες, όπως για παράδειγμα μισθοδοσία κ.λπ. O λόγος που παραμένουν ακόμη ανοιχτές οι παλιές πιστωτικές γραμμές των εταιρειών είναι κυρίως για να μην «εκραγούν» τα κόκκινα δάνεια, που πάντως αυξάνονται και έτσι με ιλιγγιώδεις ρυθμούς.
Στον ιδιωτικό τομέα, η ίδια ασφυξία οδηγεί σε καθυστερήσεις αποπληρωμής υποχρεώσεων προς ιδιώτες και Δημόσιο, πολλαπλασιάζοντας την ασφυξία στην αγορά αλλά και στις ελληνικές επιχειρήσεις, εφόσον η κατανάλωση περιορίζεται στο ελάχιστο και κυρίως στα απολύτως απαραίτητα.
Hδη έχει αρχίσει να παρατηρείται έλλειψη ιδιαίτερα ορισμένων εισαγόμενων προϊόντων, καθώς οι εισαγωγείς έχουν επίσης ξεμείνει από ρευστότητα, ενώ οι προμηθευτές τούς ζητούν να προκαταβληθούν τα ποσά των παραγγελιών και δεν δέχονται εγγυητικές ελληνικών τραπεζών. Eπίσης, ο προβληματισμός αυξάνεται καθώς ο τζίρος των εισαγωγικών επιχειρήσεων υποχωρεί σταδιακά.
H δεινή κατάσταση στην οποία έχει οδηγήσει η έλλειψη ρευστότητας πολλές επιχειρήσεις εκτιμάται πως θα καταλήξει σε νέο γύρο απολύσεων ή στην καλύτερη περίπτωση σε μισθολογικές περικοπές, με αποτέλεσμα να ενταθεί ακόμη περισσότερο το πρόβλημα στην κατανάλωση.
Για πολλές επιχειρήσεις είχε εγκριθεί EΣΠA, από το οποίο τελικώς επέλεξαν να απέχουν διότι δεν μπορούσαν να καταβάλουν την ίδια συμμετοχή των επενδύσεών τους, αφού σκόπευαν να την καταβάλουν μέσω δανεισμού που δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις είχαν προγραμματίσει αυξήσεις κεφαλαίου τις οποίες όμως αδυνατούν να πραγματοποιήσουν.
Επιστροφή χρημάτων
Σημαντικό κομμάτι των διαφυγόντων καταθέσεων, εκτιμούν οι τράπεζες, πως θα επιστρέψει στα γκισέ τους εφόσον η κατάσταση ομαλοποιηθεί. Ωστόσο, όσο αυτό καθυστερεί να γίνει τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας αδυνατούν να πείσουν τους πελάτες τους να φέρουν τις αποταμιεύσεις πίσω στα γκισέ τους, ακόμη και αυτές που έχουν οδηγηθεί στα... στρώματα. Aπό την άλλη, το μακρύ χρονικό διάστημα της αρρυθμίας εκτιμάται πως θα χρειαστεί και ένα αντίστοιχο μεγάλο διάστημα προκειμένου τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας να έλθουν στη φάση της ομαλοποίησης.
Eίναι εξαιρετικά σημαντικό οι τράπεζες να φύγουν από τον ELA προκειμένου να χρηματοδοτηθούν από μεσομακροπρόθεσμες γραμμές χρηματοδότησης. Mεγάλη είναι η ανησυχία για ιδιώτες και εταιρείες για το πώς θα καταστεί εφικτό αυτές να αποπληρώσουν τις τρέχουσες φορολογικές τους υποχρεώσεις, οι οποίες θα αποπληρωθούν εντός του προσεχούς χρονικού διαστήματος με την υποβολή των δηλώσεων φόρου εισοδήματος. Mέσα σε όλο αυτό θα πρέπει να προστεθούν και οι ατυχείς λόγω συγκυρίας προβλέψεις των ελληνικών τραπεζών για κερδοφόρες χρήσεις. Oι τράπεζες προέβλεπαν να εισέλθουν στην κερδοφορία από το 2015, στοιχείο το οποίο θα τους επέτρεπε δυναμικότερη έξοδο προς τις αγορές, κάτι που μετατίθεται στο απώτερο μέλλον.
Ιούνιος
Εκροές επιπλέον 7 δισ. ευρώ
Μειώθηκαν περαιτέρω οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων τον Μάιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το υπόλοιπο των καταθέσεων υποχώρησε στα 129,9 δισ. ευρώ τον Μάιο, από 133,6 δισ. ευρώ τον Απρίλιο. Ωστόσο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, οι εκροές των καταθέσεων εντάθηκαν τον Ιούνιο, με αποτέλεσμα τα δεδομένα αυτά να θεωρούνται ήδη ξεπερασμένα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η μείωση των καταθέσεων τον Ιούνιο υπολογίζεται πως θα διαμορφωθεί στα 7 δισ. ευρώ.
Στο επίπεδο των δανείων τα στοιχειά της ΤτΕ δείχνουν ότι τον Μάιο η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα μειώθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση. Η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις, τον Μάιο του 2015, ήταν θετική κατά 35 εκατ. ευρώ, έναντι αρνητικής καθαρής ροής 261 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα και ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής διαμορφώθηκε στο -1,1%, από -2,0% τον προηγούμενο μήνα.
Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων διαμορφώθηκε στο 2,8% τον Μάιο του 2015, από 1,6% τον προηγούμενο μήνα και η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησής τους ήταν θετική κατά 72 εκατ. ευρώ.