Στάση αναμονής τηρούν οι διεθνείς οίκοι περιμένοντας τις πολιτικές εξελίξεις στην οικονομία. Ετσι, η Standard and Poor's διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση του αξιόχρεου της Ελλάδας στο CCC+ με το outlook σταθερό.
Κατά την S&P ο προγραμματισμός των πρόωρων εκλογών στις 20 Σεπτεμβρίου πιθανότατα θα καθυστερήσουν την εκταμίευση την επόμενης δόσης στο πλαίσιο του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Η ελληνική οικονομία, αναφέρει ο οίκος αξιολόγησης, θα συνεχίσει να συρρικνώνεται, με δεδομένο το πλήγμα στην κατανάλωση από την επιβολή των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) τον Ιούνιο, παρότι τα έσοδα του τουρισμού ανέκαμψαν αισθητά τον Αύγουστο.
Το σταθερό outlook, αντανακλά την άποψη της S&P ότι κατά τους προσεχείς 12 μήνες, οι κίνδυνοι για την αξιολόγηση CCC+ είναι ισορροπημένοι.
Η επιβεβαίωση αντανακλά την εκτίμησή μας ότι η ελληνική κυβέρνηση εξαρτάται από τις ευνοϊκές επιχειρηματικές, οικονομικές και οικονομικές προϋποθέσεις για την επίτευξη των οικονομικών δεσμεύσεων. Ελλείψει επιπλέον ελάφρυνσης του χρέους του επίσημου τομέα ή ισχυρότερης ονομαστικής οικονομικής ανάπτυξης, "θεωρούμε ότι το ελληνικό κυβερνητικό χρέος ίσως είναι μη βιώσιμο".
Όπως αναφέρει, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που προβλέπει το νέο πρόγραμμα θα ξεκινήσει μόνο όταν σχηματιστεί νέα κυβέρνηση. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνουν την ψήφιση νέου νόμου που θα ποινικοποιεί την φοροδιαφυγή, καθώς και άλλα μέτρα για την βελτίωση της συμμόρφωσης με τον ΦΠΑ. Δεδομένης της σημαντικής πτώσης στα έσοδα από φόρους κατά το 2015, η S&P τονίζει ότι η ενίσχυση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού είναι κρίσιμη για να περάσει η Ελλάδα σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2016, όπως προβλέπει το μνημόνιο συνεργασίας που υπογράφθηκε στις 19 Αυγούστου.
Όσον αφορά την ελληνική οικονομία, η S&P προβλέπει ύφεση κατά 3% φέτος, επίδοση που θα είναι από τις χειρότερες μεταξύ των 130 κρατών που αξιολογεί ο οίκος.
Προσθέτει ωστόσο πως υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι γύρω από την πρόβλεψη για το ελληνικό ΑΕΠ. Από την μία πλευρά, η εισαγωγή κεφαλαιακών ελέγχων έχει οδηγήσει σε τρομακτική ύφεση το λιανικό εμπόριο και έχει δημιουργήσει εμπόδια για τις εξαγωγές. Από την άλλη πλευρά, η εκταμίευση της πρώτης δόσης των 26 δισ. ευρώ, η οποία περιλαμβάνει 10 δισ. ευρώ για τις τράπεζες, θα βοηθήσει στην σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας.
Η μεγάλη πτώση της εγχώριας ζήτησης κατά 40% σε σχέση με το 2008, μπορεί να επιτρέψει την εμφάνιση μιας στατιστικής ανάκαμψης στο τέλος του 2015 και τις αρχές του 2016, αν αποκατασταθεί σταδιακά η εμπιστοσύνη.
Εν τω μεταξύ, επειδή η χρηματοδότηση από τον ESM περιλαμβάνει και την μείωση των καθυστερούμενων οφειλών στους προμηθευτές του δημοσίου, που ανέρχονται περίπου στο 1,7% του ΑΕΠ, ο τομέας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα αποκτήσει μεγαλύτερη ρευστότητα, οδηγώντας σε ταχύτερη αποπληρωμή μισθών.
Κατά την S&P, ένα ερώτημα κλειδί για την οικονομία τα επόμενα χρόνια είναι αν η Ελλάδα θα καταφέρει να προσελκύσει ξένες επενδύσεις.
Όπως σημειώνει, οι χαμηλές άμεσες ξένες επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα της Ελλάδας αντανακλά ανησυχείς σχετικά με την φερεγγυότητα του δημοσίου, καθώς και το αδύναμο και απρόβλεπτο επιχειρηματικό και νομικό περιβάλλον.
Οι αναλυτές της S&P υποστηρίζουν ότι μια σημαντική μείωση του χρέους μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην μείωση των αβεβαιοτήτων για την φερεγγυότητα του ελληνικού δημοσίου την περίοδο 2015-2018.
Όσον αφορά την συμπερίληψη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εκτιμούν ότι θα πραγματοποιηθεί εφόσον υπάρξει συμμόρφωση με το νέο πρόγραμμα από τον ESM.
Σχετικά με τα capital controls, προβλέπουν ότι δεν θα αρθούν πριν από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των ευρωπαϊκών θεσμών για τις κεφαλαιακές ανάγκες του τραπεζικού συστήματος ή στις αρχές του 2016.
Η S&P θεωρεί ότι η πιθανότητα μιας εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ είναι μικρότερος από μια στις τρεις, τονίζοντας ότι η επιρροή των Ελλήνων και Ευρωπαίων πολιτικών που ζητούν Grexit έχει υποχωρήσει και ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση θα έχει εποικοδομητική σχέση με τους πιστωτές.
Οπως αναφέρει, θα μπορούσε να αυξήσει την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας στην κατηγορία Β εάν εκτιμήσει ότι η πιθανότητα στάσης πληρωμών είναι μικρότερη του 50%, λόγω μιας βελτίωσης στα οικονομικά θεμελιώδη της ώρας.
Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μετά την πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος και την εκταμίευση της δόσης, πιθανόν σε συνδυασμό με την εκ νέου αποδοχή των ελληνικών αξιογράφων από την ΕΚΤ ως εχέγγυα για παροχή ρευστότητας.
Η επιτυχής ολοκλήρωση στοιχείων του προγράμματος θα συμβάλλει στην βελτίωση των επενδυτικών ροών και των αναπτυξιακών προοπτικών και στην επανοικοδόμηση κλίματος εμπιστοσύνης με τους πιστωτές, που θα χρειαστεί για να υπάρξει πρόσθετη μείωση του χρέους.