To σχέδιο του Eurogroup που αποφασίστηκε τελικά την Πέμπτη το βράδυ, για την αντιμετώπιση της διπλής κρίσης, της πανδημίας και της ραγδαία αναπτυσσόμενης οικονομικής ύφεσης, κρύβει πίσω του μια ολοένα και μεγαλύτερη ρήξη στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Και μεταφέρει για άλλη μία φορά την ευθύνη των άμεσων ουσιαστικών κινήσεων στην ΕΚΤ για τη στήριξη του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Το παρασκήνιο της απόφασης της Πέμπτης (και των ημερών που προηγήθηκαν από τη συνάντηση της Τρίτης) είναι αποκαλυπτικό της οξύτατης έντασης που έχει δημιουργηθεί και απειλεί με ρήξη την "ενότητα" του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η λογική τού "ο σώζων εαυτόν σωθήτω..." αναδεικνύεται πλέον σε βασικό μοτίβο της σχέσης μεταξύ των χωρών-μελών, και κυρίως μεταξύ Βορρά και Νότου.
Χαρακτηριστικό της ανεπάρκειας των πόρων που έθεσε στη διάθεση των χωρών-μελών η συμφωνία της Πέμπτης −μόλις 540 δισ. ευρώ, και μάλιστα με προϋποθέσεις− είναι ότι υποχρεώνει πολλές χώρες, και κυρίως τις χώρες του Νότου, να απορρίψουν εξαρχής την προσφυγή στα μισά εξ αυτών (το πακέτο που αφορά τα 240 δισ. ευρώ του ESM). Με αποτέλεσμα το περιβόητο πακέτο των 540 δισ. ευρώ −εξαρχής ανεπαρκές− σε πραγματικούς όρους να περιορίζεται σε 300 δισ. ευρώ. Ιταλία και Ισπανία, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης, έκαναν γνωστό ότι απορρίπτουν ως απολύτως ασύμφορη την προσφυγή στον ESM για δάνεια ύψους έως 2% του ΑΕΠ της χώρας τους. Το ίδιο και η Ελλάδα. Με άλλα λόγια, οι τρεις χώρες που κατά βάση θα ήταν από τις πρώτες που θα είχαν λόγο να καταφύγουν σε αυτό, απέκλεισαν εξαρχής την προσφυγή τους στον ESM.
Η ρήξη
Η σκληρότητα της ρήξης στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, μέσα σε λίγα 24ωρα από την αρχή της εβδομάδας, οδήγησε σε διάλυση συμμαχιών που είχαν αρχικά συγκροτηθεί (για το ευρωομόλογο), σε νέες συμμαχίες με ανταλλάγματα που προς το παρόν δεν έχουν αποκαλυφθεί μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας και τελικά στην ασφυκτική απομόνωση της Ιταλίας από την αρχικά μειοψηφική ομάδα της Γερμανίας - Ολλανδίας - Αυστρίας.
Η κατάληξη του Eurogroup σε μια απόφαση που υπόσχεται δανειακή βοήθεια 540 δισ. ευρώ αποτελεί όχι μόνο ανεπαρκή απάντηση στην κρίση των χωρών της Ευρωζώνης, αλλά πολύ περισσότερο ένα εξαιρετικά αδύναμο επιχείρημα "ενότητας" που έχει τσαλακωθεί από το ίδιο το περιεχόμενο του "πακέτου" βοήθειας.
Στρέφονται στην ΕΚΤ
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και με τη σφοδρότητα της κρίσης στο οικονομικό επίπεδο να οδηγεί τις χώρες-μέλη σε βαθύτατη ύφεση το β’ τρίμηνο, η μοναδική "πηγή" φθηνού δανειακού χρήματος παραμένει η ΕΚΤ, η οποία υποχρεώνεται σε περαιτέρω κινήσεις στήριξης του χώρου του ευρώ.
Πληροφορίες του "Κεφαλαίου" αναφέρουν ότι στην ΕΚΤ ήδη ετοιμάζεται σε "τεχνικό" επίπεδο νέος κύκλος παρεμβάσεων, που θα στοχεύει στην άμεση προώθηση ρευστότητας στο επίπεδο των επιχειρήσεων, πέρα από τις διευκολύνσεις που ανακοινώθηκαν την Τρίτη και οι οποίες αφορούν τη στήριξη των πλέον αδύναμων περιοχών του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ, πριν από την πρώτη συνάντηση του Eurogroup την Τρίτη, είχε εκτιμήσει τις ανάγκες της Ευρωζώνης σε 1,5 τρισ. ευρώ για το 2020 και 1 επιπλέον τρισ. για το 2021.
Για το πώς πλέον θα καλυφθεί αυτή η "τρύπα" προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση, καθώς η απόφαση της Πέμπτης αφήνει το ερώτημα ανοιχτό. Και ο μόνος που θα μπορούσε −όπως άλλωστε έχει συμβεί μέχρι τώρα− να πάρει πρωτοβουλίες παραμένει η ΕΚΤ. Αξιοσημείωτο, πάντως, για το τι συμβαίνει πίσω από τις επίσημες δηλώσεις είναι ότι η Λαγκάρντ, σχεδόν αμέσως με την ανακοίνωση της απόφασης του Eurogroup, προχώρησε σε δήλωση με την οποία παίρνει και αυτή αποστάσεις από την έκδοση ευρωομολόγων, την οποία μέχρι πρόσφατα υποστήριζε, λέγοντας ότι δεν πρέπει να επιμένουμε "εμμονικά" σε αυτό.
Πίσω από το Ταμείο Ανασυγκρότησης
Το περιβόητο Ταμείο Ανασυγκρότησης, ήτοι η γαλλική πρόταση που υιοθέτησε και η Γερμανία, ξεκαθαρίστηκε ότι δεν αφορά σε καμία περίπτωση αμοιβαιοποίηση του χρέους (ευρωομόλογα), αλλά άλλες μορφές χρηματοδότησης, οι οποίες και δεν προσδιορίστηκαν, αφού θα πρέπει να συζητηθούν σε επίπεδο Συμβουλίου Κορυφής έπειτα από προτάσεις, οι οποίες στο... μέλλον θα ετοιμαστούν από τους αρμόδιους φορείς. Παραδόξως, χθες βγήκε ο Γάλλος ΥΠΟΙΚ να δηλώσει ότι, παρ’ όλα αυτά, το Ταμείο αυτό "θα στηριχθεί εμμέσως σε από κοινού έκδοση χρέους", χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.
Όπως παρατηρούσε αρμόδιο στέλεχος της Κομισιόν στο οποίο απευθύνθηκε για διευκρινίσεις το "Κ", η "χρονική" αυτή τοποθέτηση προκαλεί ερωτηματικά, καθώς οι άμεσες ανάγκες των χωρών-μελών είναι "τώρα" και όχι στο μέλλον (όταν δηλαδή συγκροτηθεί το Ταμείο Ανασυγκρότησης), πόσω μάλλον που κανείς δεν γνωρίζει ακόμη πώς και πότε θα έχει εξαντληθεί το πρόβλημα της πανδημίας.
Διευκρινίστηκε, όμως, από το ίδιο στέλεχος ότι η συγκεκριμένη πρόταση για το Ταμείο Ανασυγκρότησης "πρέπει να προσεγγισθεί από την οπτική με την οποία είχε καταθέσει ανάλογης κατεύθυνσης προτάσεις η πρόεδρος της Κομισιόν, Φον ντερ Λάιεν".
Ο Προϋπολογισμός
Σύμφωνα με αυτές, η στρατηγική ανασυγκρότησης της οικονομίας στην Ευρωζώνη θα πρέπει να συνδεθεί με τον Προϋπολογισμό της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, ο οποίος "ενδεχομένως να ενισχυθεί με χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως αυτά με τα οποία ενισχύεται η κεφαλαιακή επάρκεια του ESM, της ΕΤΕπ κ.λ.π., που αποτελούν έκδοση χρέους που δεν επιβαρύνει τους μετόχους τους (δηλαδή τις χώρες-μέλη), παρά μόνο όταν δανείζονται από αυτούς τους φορείς...
Με άλλα λόγια, φαίνεται να εκκολάπτεται ένα σχέδιο για έναν Προϋπολογισμό ο οποίος δεν θα κατανέμει μόνο τα έσοδα που συγκεντρώνει από τις χώρες-μέλη, αλλά και με δική του "μόχλευση", είτε μέσω του ESM είτε μέσω άλλων χρηματοδοτικών καναλιών.
Ο σχεδιασμός αυτός, όμως, προϋποθέτει "χρόνο", και αυτός ο χρόνος, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μέσα σε ένα περιβάλλον κρίσης πανδημίας και ύφεσης.
Στο σημείο αυτό εκδηλώνονται, άλλωστε, και οι μεγαλύτερες αντιφάσεις στον σχεδιασμό αυτό που προωθούν μαζί Βερολίνο και Παρίσι. Και ακριβώς εδώ καλείται για άλλη μία φορά να παίξει καθοριστικό ρόλο "μαξιλαριού" η ΕΚΤ, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει στο μεσοδιάστημα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα από τους ισχυρούς τριγμούς που ήδη γίνονται αισθητοί στα θεμέλια του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, του εθνικού χρέους και, κατά συνέπεια, του ευρώ.
Το παρασκήνιο της απόφασης της Πέμπτης (και των ημερών που προηγήθηκαν από τη συνάντηση της Τρίτης) είναι αποκαλυπτικό της οξύτατης έντασης που έχει δημιουργηθεί και απειλεί με ρήξη την "ενότητα" του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η λογική τού "ο σώζων εαυτόν σωθήτω..." αναδεικνύεται πλέον σε βασικό μοτίβο της σχέσης μεταξύ των χωρών-μελών, και κυρίως μεταξύ Βορρά και Νότου.
Χαρακτηριστικό της ανεπάρκειας των πόρων που έθεσε στη διάθεση των χωρών-μελών η συμφωνία της Πέμπτης −μόλις 540 δισ. ευρώ, και μάλιστα με προϋποθέσεις− είναι ότι υποχρεώνει πολλές χώρες, και κυρίως τις χώρες του Νότου, να απορρίψουν εξαρχής την προσφυγή στα μισά εξ αυτών (το πακέτο που αφορά τα 240 δισ. ευρώ του ESM). Με αποτέλεσμα το περιβόητο πακέτο των 540 δισ. ευρώ −εξαρχής ανεπαρκές− σε πραγματικούς όρους να περιορίζεται σε 300 δισ. ευρώ. Ιταλία και Ισπανία, λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση της απόφασης, έκαναν γνωστό ότι απορρίπτουν ως απολύτως ασύμφορη την προσφυγή στον ESM για δάνεια ύψους έως 2% του ΑΕΠ της χώρας τους. Το ίδιο και η Ελλάδα. Με άλλα λόγια, οι τρεις χώρες που κατά βάση θα ήταν από τις πρώτες που θα είχαν λόγο να καταφύγουν σε αυτό, απέκλεισαν εξαρχής την προσφυγή τους στον ESM.
Η ρήξη
Η σκληρότητα της ρήξης στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, μέσα σε λίγα 24ωρα από την αρχή της εβδομάδας, οδήγησε σε διάλυση συμμαχιών που είχαν αρχικά συγκροτηθεί (για το ευρωομόλογο), σε νέες συμμαχίες με ανταλλάγματα που προς το παρόν δεν έχουν αποκαλυφθεί μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας και τελικά στην ασφυκτική απομόνωση της Ιταλίας από την αρχικά μειοψηφική ομάδα της Γερμανίας - Ολλανδίας - Αυστρίας.
Η κατάληξη του Eurogroup σε μια απόφαση που υπόσχεται δανειακή βοήθεια 540 δισ. ευρώ αποτελεί όχι μόνο ανεπαρκή απάντηση στην κρίση των χωρών της Ευρωζώνης, αλλά πολύ περισσότερο ένα εξαιρετικά αδύναμο επιχείρημα "ενότητας" που έχει τσαλακωθεί από το ίδιο το περιεχόμενο του "πακέτου" βοήθειας.
Στρέφονται στην ΕΚΤ
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και με τη σφοδρότητα της κρίσης στο οικονομικό επίπεδο να οδηγεί τις χώρες-μέλη σε βαθύτατη ύφεση το β’ τρίμηνο, η μοναδική "πηγή" φθηνού δανειακού χρήματος παραμένει η ΕΚΤ, η οποία υποχρεώνεται σε περαιτέρω κινήσεις στήριξης του χώρου του ευρώ.
Πληροφορίες του "Κεφαλαίου" αναφέρουν ότι στην ΕΚΤ ήδη ετοιμάζεται σε "τεχνικό" επίπεδο νέος κύκλος παρεμβάσεων, που θα στοχεύει στην άμεση προώθηση ρευστότητας στο επίπεδο των επιχειρήσεων, πέρα από τις διευκολύνσεις που ανακοινώθηκαν την Τρίτη και οι οποίες αφορούν τη στήριξη των πλέον αδύναμων περιοχών του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ, πριν από την πρώτη συνάντηση του Eurogroup την Τρίτη, είχε εκτιμήσει τις ανάγκες της Ευρωζώνης σε 1,5 τρισ. ευρώ για το 2020 και 1 επιπλέον τρισ. για το 2021.
Για το πώς πλέον θα καλυφθεί αυτή η "τρύπα" προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση, καθώς η απόφαση της Πέμπτης αφήνει το ερώτημα ανοιχτό. Και ο μόνος που θα μπορούσε −όπως άλλωστε έχει συμβεί μέχρι τώρα− να πάρει πρωτοβουλίες παραμένει η ΕΚΤ. Αξιοσημείωτο, πάντως, για το τι συμβαίνει πίσω από τις επίσημες δηλώσεις είναι ότι η Λαγκάρντ, σχεδόν αμέσως με την ανακοίνωση της απόφασης του Eurogroup, προχώρησε σε δήλωση με την οποία παίρνει και αυτή αποστάσεις από την έκδοση ευρωομολόγων, την οποία μέχρι πρόσφατα υποστήριζε, λέγοντας ότι δεν πρέπει να επιμένουμε "εμμονικά" σε αυτό.
Πίσω από το Ταμείο Ανασυγκρότησης
Το περιβόητο Ταμείο Ανασυγκρότησης, ήτοι η γαλλική πρόταση που υιοθέτησε και η Γερμανία, ξεκαθαρίστηκε ότι δεν αφορά σε καμία περίπτωση αμοιβαιοποίηση του χρέους (ευρωομόλογα), αλλά άλλες μορφές χρηματοδότησης, οι οποίες και δεν προσδιορίστηκαν, αφού θα πρέπει να συζητηθούν σε επίπεδο Συμβουλίου Κορυφής έπειτα από προτάσεις, οι οποίες στο... μέλλον θα ετοιμαστούν από τους αρμόδιους φορείς. Παραδόξως, χθες βγήκε ο Γάλλος ΥΠΟΙΚ να δηλώσει ότι, παρ’ όλα αυτά, το Ταμείο αυτό "θα στηριχθεί εμμέσως σε από κοινού έκδοση χρέους", χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.
Όπως παρατηρούσε αρμόδιο στέλεχος της Κομισιόν στο οποίο απευθύνθηκε για διευκρινίσεις το "Κ", η "χρονική" αυτή τοποθέτηση προκαλεί ερωτηματικά, καθώς οι άμεσες ανάγκες των χωρών-μελών είναι "τώρα" και όχι στο μέλλον (όταν δηλαδή συγκροτηθεί το Ταμείο Ανασυγκρότησης), πόσω μάλλον που κανείς δεν γνωρίζει ακόμη πώς και πότε θα έχει εξαντληθεί το πρόβλημα της πανδημίας.
Διευκρινίστηκε, όμως, από το ίδιο στέλεχος ότι η συγκεκριμένη πρόταση για το Ταμείο Ανασυγκρότησης "πρέπει να προσεγγισθεί από την οπτική με την οποία είχε καταθέσει ανάλογης κατεύθυνσης προτάσεις η πρόεδρος της Κομισιόν, Φον ντερ Λάιεν".
Ο Προϋπολογισμός
Σύμφωνα με αυτές, η στρατηγική ανασυγκρότησης της οικονομίας στην Ευρωζώνη θα πρέπει να συνδεθεί με τον Προϋπολογισμό της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, ο οποίος "ενδεχομένως να ενισχυθεί με χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως αυτά με τα οποία ενισχύεται η κεφαλαιακή επάρκεια του ESM, της ΕΤΕπ κ.λ.π., που αποτελούν έκδοση χρέους που δεν επιβαρύνει τους μετόχους τους (δηλαδή τις χώρες-μέλη), παρά μόνο όταν δανείζονται από αυτούς τους φορείς...
Με άλλα λόγια, φαίνεται να εκκολάπτεται ένα σχέδιο για έναν Προϋπολογισμό ο οποίος δεν θα κατανέμει μόνο τα έσοδα που συγκεντρώνει από τις χώρες-μέλη, αλλά και με δική του "μόχλευση", είτε μέσω του ESM είτε μέσω άλλων χρηματοδοτικών καναλιών.
Ο σχεδιασμός αυτός, όμως, προϋποθέτει "χρόνο", και αυτός ο χρόνος, υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορεί να εξασφαλιστεί μέσα σε ένα περιβάλλον κρίσης πανδημίας και ύφεσης.
Στο σημείο αυτό εκδηλώνονται, άλλωστε, και οι μεγαλύτερες αντιφάσεις στον σχεδιασμό αυτό που προωθούν μαζί Βερολίνο και Παρίσι. Και ακριβώς εδώ καλείται για άλλη μία φορά να παίξει καθοριστικό ρόλο "μαξιλαριού" η ΕΚΤ, η οποία θα πρέπει να διασφαλίσει στο μεσοδιάστημα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα από τους ισχυρούς τριγμούς που ήδη γίνονται αισθητοί στα θεμέλια του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, του εθνικού χρέους και, κατά συνέπεια, του ευρώ.