Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι να υπάρξει συμφωνία, καθώς η Ελλάδα, δεδομένων των συνθηκών, δεν θα πρέπει να περιμένει καλύτερες προτάσεις εκ μέρους των πιστωτών.
Σίγουρα, όμως, η ελληνική πλευρά εξέπληξε τους πάντες, κάνοντας πολλά βήματα πίσω και πλησιάζοντας σημαντικά τις προτάσεις των πιστωτών. Βέβαια, υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν και τα οποία θα κρίνουν την επιτυχία της συμφωνίας.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει τονίσει ότι συνδέει άμεσα τις προτάσεις της με την «ανακούφιση» του χρέους. Το να κερδίσει κάτι τέτοιο θα καταστήσει πιο εύκολο το να «περάσει» η όποια συμφωνία στο Κοινοβούλιο και να πείσει τους ψηφοφόρους ότι θα εφαρμοστούν επώδυνα μέτρα αλλά ως αντάλλαγμα θα υπάρξει ανακούφιση του χρέους, κάτι το οποίο -πέραν όλων των άλλων- απομακρύνει ακόμη περισσότερο το ενδεχόμενο ενός Grexit. Σύμφωνα με την BofA ML, οι προσπάθειες για δημοσιονομική ισορροπία και η ανακούφιση του χρέους είναι δύο δεδομένα που συνδέονται. Το ύψος του πλεονάσματος θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πώς μπορεί να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Κατά τον οίκο, η ψήφιση της συμφωνίας στην ελληνική Βουλή, ακόμη και με μέτρα ανακούφισης του χρέους, βρίσκεται σε κίνδυνο. Το πακέτο μέτρων που προτείνει η κυβέρνηση διαφέρει σημαντικά από τις προεκλογικές της υποσχέσεις. Μπορεί να δεχθεί στήριξη από την αντιπολίτευση, αλλά σαφώς η κυβέρνηση θα βρεθεί σε κίνδυνο εάν χρειαστεί τη στήριξη άλλων κομμάτων. Επίσης, η κυβέρνηση μπορεί να μην κατορθώσει να εφαρμόσει ορισμένα μέτρα, με δεδομένο ότι γι' αυτόν τον σκοπό χρειάζεται τη στήριξη του Κοινοβουλίου. Οι θεσμοί έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εκταμίευση εάν η συμφωνία δεν εγκριθεί από την ελληνική Βουλή. Η ψήφιση στη Βουλή μπορεί να ξεκινήσει στις αρχές Ιουλίου, ενώ είθισται να χρειάζονται τρεις ημέρες κοινοβουλευτικού διαλόγου πριν ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία. Επίσης, θα πρέπει να εγκρίνουν τη συμφωνία και ορισμένα ευρωπαϊκά Κοινοβούλια. Ως εκ τούτου κρίνεται αδύνατο εκταμίευση κεφαλαίων πριν από τις 30 Ιουνίου. Επομένως υπάρχουν δύο εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να βρεθούν τα κεφάλαια 1,5 δισ. ευρώ που θα πρέπει να δοθούν στο ΔΝΤ. Είτε η ΕΚΤ να προχωρήσει σε αύξηση του ορίου έκδοσης εντόκων γραμματίων (μάλλον απίθανο, δεδομένου του καταστατικού λειτουργίας της), είτε το ΔΝΤ να θέσει σε εφαρμογή έναν ειδικό κανόνα, βάσει του οποίο δίνει μία μικρή περίοδο χάριτος σε μία χώρα που του οφείλει κεφάλαια (περισσότερο πιθανή λύση, παρά το ότι η κυρία Λαγκάρντ έχει δηλώσει ότι δεν θα επιλεχθεί).
Πρόκειται για μία αρκετά δύσκολη διαδικασία. Βάσει δημοσιευμάτων οι εκροές καταθέσεων συνεχίζονται, ενώ έχουν «σηκωθεί» από τους λογαριασμούς σχεδόν 40 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους. Την ίδια ώρα τα επισφαλή δάνεια αναμένεται ότι θα αυξηθούν περαιτέρω, με δεδομένη και τη διολίσθηση της οικονομίας, εκ νέου, σε ύφεση. Πιθανώς οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να «περάσουν» νέα stress tests.
Πρόκειται για το μεγάλο ερώτημα, καθώς ακόμη και εάν όλα πάνε καλά, οι εκταμιεύσεις για την Ελλάδα φθάνουν μόνο για να αποπληρώσει ΔΝΤ και ΕΚΤ το δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου, με τις υποχρεώσεις της χώρας να ανέρχονται στα 9 δισ. ευρώ. Όμως, η Ελλάδα χρειάζεται τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ την επόμενη διετία για να καλύψει τις ανάγκες της.