Πρόταση έγκρισης του επόμενου πακέτου "δόσεων" των 767 εκατ ευρώ κατά τη σύνοδο του Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου συνιστά η ιδιαιτέρως θετική έκθεση της Κομισιόν για την 4η αξιολόγηση σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.
Αποδίδει εύσημα στην κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις που πέτυχε, αναφέρει ότι επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, αλλά και απευθύνει συστάσεις για να συνεχισθεί η προσπάθεια.
Μάλιστα θέτει 9 προαπαιτούμενα που πρέπει να επιτευχθούν πολύ σύντομα και συγκεκριμένα έως το τέλος Δεκεμβρίου με βάση τη συμφωνία του 2018. Αυτά περιλαμβάνουν τις παρεμβάσεις στο δημόσιο, τη φορολογική διοίκηση, τα κοινωνικά επιδόματα, την αγορά εργασίας, τη δικαιοσύνη, την αδειοδότηση επιχειρήσεων, τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ και τις υπόλοιπες παρεμβάσεις της αγοράς ενέργειας, τις παρεμβάσεις στις ιδιωτικοποιήσεις και στα δημόσια οικονομικά.
Αναφέρονται επίσης και τα σχέδια για το 2020 με τις προτεραιότητες που θέτει η ελληνική πλευρά. Μεταξύ αυτών αναφέρεται και η πρόθεση της κυβέρνησης για παράταση της προστασίας 1ης κατοικίας και για τον Απρίλιο του 2020.
Όπως αναφέρεται στο κείμενο "η έκθεση αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για να αποφασίσει το Eurogroup την αποδέσμευση του δεύτερου πακέτου των παρεμβάσεων επί του χρέους ύψους 767 εκατ. Ευρώ".
Η επιτροπή για το χρέος αναφέρει σε νέα (συνοπτική) έκθεση βιωσιμότητας ότι το βασικό σενάριο δείχνει πως θα παραμείνει σε καθοδική τάση, αλλά θα κυμαίνεται πάνω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2041.
Τα ρίσκα
Τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους σχετικά με τις συντάξεις και τους μισθούς του δημόσιου τομέα, αλλά και με το ΠΔΕ, επισημαίνει η Επιτροπή.
Αναφέρει για το συνταξιοδοτικό ότι ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας πρόσφατα επιβεβαίωσε τη συνταγματικότητα των βασικών πυλώνων της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2016, θα πρέπει να προσαρμοστούν ορισμένες από τις παραμέτρους του (συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για τις επικουρικές συντάξεις και τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων για όσους παραμένουν επί πολλά έτη στην αγορά εργασίας).
Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων μπορεί να είναι σημαντικός, αναφέρει η Επιτροπή. Ωστόσο, "οι αρχές δεσμεύτηκαν να διατηρήσουν το ενδεχόμενο πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος εντός του ανώτατου ορίου του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας για το 2020.
Επιπλέον, οι πιθανές αρνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις θα περιοριστούν επίσης σημαντικά από το γεγονός ότι βασικά πεδία της μεταρρύθμισης του 2016 κρίθηκαν συνταγματικά και το ΣτΕ δεν έθεσε θέμα αναδρομικότητας.
Ωστόσο, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα εξακολουθούν να ελέγχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αναφέρει η Επιτροπή. Όσον αφορά στους μισθούς του δημόσιου τομέα, ο μεγάλος αριθμός εκτάκτων υπαλλήλων και οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαιρέσεων από το ενιαίο μισθολογικό δίκτυο εξακολουθούν να αποτελούν πηγή ανησυχίας, επισημαίνει η Επιτροπή.
Εξηγεί επίσης ότι η πιθανότητα υπέρβασης του δημοσιονομικού στόχου του 3,5% του ΑΕΠ μέσω της υποαπορρόφησης του ΠΔΕ παραμένει αλλά έχει μειωθεί.
Αποδίδει εύσημα στην κυβέρνηση για τις μεταρρυθμίσεις που πέτυχε, αναφέρει ότι επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, αλλά και απευθύνει συστάσεις για να συνεχισθεί η προσπάθεια.
Μάλιστα θέτει 9 προαπαιτούμενα που πρέπει να επιτευχθούν πολύ σύντομα και συγκεκριμένα έως το τέλος Δεκεμβρίου με βάση τη συμφωνία του 2018. Αυτά περιλαμβάνουν τις παρεμβάσεις στο δημόσιο, τη φορολογική διοίκηση, τα κοινωνικά επιδόματα, την αγορά εργασίας, τη δικαιοσύνη, την αδειοδότηση επιχειρήσεων, τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ και τις υπόλοιπες παρεμβάσεις της αγοράς ενέργειας, τις παρεμβάσεις στις ιδιωτικοποιήσεις και στα δημόσια οικονομικά.
Αναφέρονται επίσης και τα σχέδια για το 2020 με τις προτεραιότητες που θέτει η ελληνική πλευρά. Μεταξύ αυτών αναφέρεται και η πρόθεση της κυβέρνησης για παράταση της προστασίας 1ης κατοικίας και για τον Απρίλιο του 2020.
Όπως αναφέρεται στο κείμενο "η έκθεση αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για να αποφασίσει το Eurogroup την αποδέσμευση του δεύτερου πακέτου των παρεμβάσεων επί του χρέους ύψους 767 εκατ. Ευρώ".
Η επιτροπή για το χρέος αναφέρει σε νέα (συνοπτική) έκθεση βιωσιμότητας ότι το βασικό σενάριο δείχνει πως θα παραμείνει σε καθοδική τάση, αλλά θα κυμαίνεται πάνω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2041.
Τα ρίσκα
Τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους σχετικά με τις συντάξεις και τους μισθούς του δημόσιου τομέα, αλλά και με το ΠΔΕ, επισημαίνει η Επιτροπή.
Αναφέρει για το συνταξιοδοτικό ότι ενώ το Συμβούλιο της Επικρατείας πρόσφατα επιβεβαίωσε τη συνταγματικότητα των βασικών πυλώνων της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2016, θα πρέπει να προσαρμοστούν ορισμένες από τις παραμέτρους του (συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για τις επικουρικές συντάξεις και τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων για όσους παραμένουν επί πολλά έτη στην αγορά εργασίας).
Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της αντιμετώπισης αυτών των θεμάτων μπορεί να είναι σημαντικός, αναφέρει η Επιτροπή. Ωστόσο, "οι αρχές δεσμεύτηκαν να διατηρήσουν το ενδεχόμενο πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος εντός του ανώτατου ορίου του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας για το 2020.
Επιπλέον, οι πιθανές αρνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις θα περιοριστούν επίσης σημαντικά από το γεγονός ότι βασικά πεδία της μεταρρύθμισης του 2016 κρίθηκαν συνταγματικά και το ΣτΕ δεν έθεσε θέμα αναδρομικότητας.
Ωστόσο, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα εξακολουθούν να ελέγχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αναφέρει η Επιτροπή. Όσον αφορά στους μισθούς του δημόσιου τομέα, ο μεγάλος αριθμός εκτάκτων υπαλλήλων και οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαιρέσεων από το ενιαίο μισθολογικό δίκτυο εξακολουθούν να αποτελούν πηγή ανησυχίας, επισημαίνει η Επιτροπή.
Εξηγεί επίσης ότι η πιθανότητα υπέρβασης του δημοσιονομικού στόχου του 3,5% του ΑΕΠ μέσω της υποαπορρόφησης του ΠΔΕ παραμένει αλλά έχει μειωθεί.