Η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε μια σαφή φάση δυναμικής επανεκκίνησης. Προς το παρόν, όμως, οι τάσεις που διαμορφώνονται παραμένουν μικτές, τονίζει ο ΣΕΒ στο μηνιαίο δελτίο οικονομικής δραστηριότητας.
Παρά την βελτίωση του μίγματος της οικονομικής πολιτικής μετά την πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή, επισημαίνει ο ΣΕΒ, η διεθνής οικονομία και το παγκόσμιο εμπόριο έχουν αρχίσει να επιβραδύνονται. Επίσης, παρά την τεράστια άνοδο των επιχειρηματικών προσδοκιών και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, και παρά τη δραματική βελτίωση στην αγορά ελληνικών ομολόγων, αλλά και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας κατά μια βαθμίδα από Β+ σε ΒΒ- από την Standard & Poor’s, η αγορά βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής, καθώς οι συνθήκες ρευστότητας, αν και βελτιούμενες, δρουν ακόμη περιοριστικά.
Οι αναληφθείσες νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, οι επερχόμενες φοροελαφρύνσεις φυσικών και νομικών προσώπων, η αναμενόμενη εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, μέσω του σχεδίου «Ηρακλής» για την τιτλοποίηση μέρους των δανείων σε καθυστέρηση με εγγύηση του δημοσίου και τη μεταφορά τους εκτός χαρτοφυλακίου τραπεζών, συνιστούν φιλοαναπτυξιακές πρωτοβουλίες με ισχυρό αποτύπωμα.
Επίσης, η καλή πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών το 2019, καθώς και ο υπό κατάθεση προϋπολογισμός του 2020 που διασφαλίζει τη δημοσιονομική πειθαρχία, αν και δρα περιοριστικά στην ζήτηση, και η αναμενόμενη πρόωρη εξόφληση μέρους των υψηλού κόστους δανείων του ΔΝΤ από την ελληνική κυβέρνηση, δημιουργούν αναμφίβολα συνθήκες εδραιούμενης οικονομικής σταθερότητας, και επέκτασης της οικονομίας από την πλευρά της προσφοράς.
Στο μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ προστίθεται ότι όλες οι παραπάνω θετικές εξελίξεις, δεν έχουν οδηγήσει μέχρι σήμερα αφενός σε σαφή επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας και της καθαρής εισροής κεφαλαίων από το εξωτερικό και αφετέρου, σε αύξηση σε συνεχή βάση της καθαρής ροής των καταθέσεων των νοικοκυριών προς το τραπεζικό σύστημα, και των καθαρών ροών τραπεζικών χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα, ο όγκος των λιανικών πωλήσεων δεν φαίνεται να ανακάμπτει σε αντιστοιχία με την όποια, ακόμη χαμηλή, επέκταση της απασχόλησης και των μισθών, όπως καταγράφηκαν στο πρώτο ήμισυ του 2019, με τις τιμές των αγαθών να υποχωρούν. Συγκεκριμένα, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών επιταχύνθηκε στο α’ εξάμηνο του έτους, με ταυτόχρονη επιβράδυνση, όμως, της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Η σχετική βελτίωση της αποταμίευσης των νοικοκυριών, που ακόμη παραμένει αρνητική, ίσως, αποτυπώνει την προσπάθεια νοικοκυριών (περιλαμβανομένων των αυτοαπασχολουμένων) να διακανονίσουν τα χρέη τους προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, μέσω του συστήματος των 120 δόσεων και των διευκολύνσεων που ισχύουν για τα υπερχρεωμένα στις τράπεζες νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια, μεταφέροντας σε άλλες χρήσεις πόρους που, σε διαφορετική περίπτωση, θα ενίσχυαν την ιδιωτική κατανάλωση. Τέλος, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία επιβραδύνονται σε σχέση με πέρυσι, καθώς επικρατούν αρνητικές τάσεις στο διεθνές εμπόριο, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αποκλιμακώνονται, μεν, αλλά όχι επαρκώς για να στηριχθεί η εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.
Στους βραχυχρόνιους δείκτες στην Ελλάδα, καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών αγαθών και την βιομηχανικής παραγωγής τον Σεπτέμβριο του 2019 και μικρή ανάκαμψη του όγκου λιανικών πωλήσεων τον Αύγουστο του 2019. Παράλληλα, ο τουρισμός επιδεικνύει αξιοσημείωτη πορεία, συμβάλλοντας θετικά στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και της απασχόλησης. Την ίδια ώρα, το οικονομικό κλίμα και η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένουν σε υψηλό επίπεδο.
Πιο αναλυτικά:
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο του 2019 στις 106,7 μονάδες, από 107,2 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και 100,4 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Η υποχώρηση αυτή οφείλεται κυρίως στην πτώση των προσδοκιών στις υπηρεσίες και στο λιανικό εμπόριο, αν και το ισοζύγιο θετικών – αρνητικών εκτιμήσεων εξακολουθεί να είναι θετικό. Από την άλλη πλευρά, στη βιομηχανία οι προσδοκίες βελτιώθηκαν, παρά τις πτωτικές τάσεις που παρατηρούνται στην Ευρώπη.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε στις -8,4 μονάδες από -6,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και -34,1 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Παρά την υποχώρηση αυτή, ο δείκτης παραμένει στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2000, όταν βρισκόταν στις -6 μονάδες. Η μικρή υποχώρηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Οκτώβριο του 2019 ήταν αναμενόμενη, έπειτα από επτά μήνες συνεχόμενης ανόδου και όπως συμβαίνει συνήθως μετά από εκλογές. Ωστόσο, σε σύγκριση με αντίστοιχες μεταβολές έπειτα από εκλογές στο παρελθόν, η υποχώρηση τον Οκτώβριο του 2019 είναι ηπιότερη και οφείλεται κυρίως στη μικρή αύξηση του ποσοστού των νοικοκυριών που εκτιμούν ότι η κατάσταση της χώρας θα επιδεινωθεί (17,6% από 15,5% τον προηγούμενο μήνα και 49% τον Οκτώβριο του 2018). Αντίθετα, στους υπόλοιπους δείκτες η αισιοδοξία των νοικοκυριών διατηρείται στα ίδια περίπου επίπεδα, ενώ η πρόθεσή τους για αποταμίευση και για σημαντικές αγορές (έπιπλα, οικιακός εξοπλισμός κλπ) βελτιώνεται. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος, το 3ο τρίμηνο του 2019 η ζήτηση για δάνεια προς νοικοκυριά παρουσίασε αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, τόσο όσον αφορά τα στεγαστικά όσο και τα καταναλωτικά δάνεια. Οι παράγοντες που επηρέασαν την αύξηση της ζήτησης ήταν η αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, η βελτίωση των προοπτικών για αγορά κατοικίας, καθώς και οι αυξημένες ανάγκες για δαπάνες διαρκών καταναλωτικών αγαθών.
Οι προσδοκίες στη μεταποίηση με βάση τον Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών (PMI), διατηρήθηκαν σε θετικό έδαφος, παρά τη μικρή υποχώρηση που καταγράφηκε τον Οκτώβριο του 2019. Ειδικότερα, ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 53,5 μονάδες από 53,6 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και 53,1 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη, οι συνθήκες στην ελληνική μεταποίηση εξακολουθούν να βελτιώνονται σταθερά, παρά τη μικρή εξασθένιση της ανόδου της παραγωγής και των νέων εργασιών. Επίσης, η ζήτηση από το εξωτερικό αυξήθηκε, ενώ παράλληλα οι επιχειρήσεις προχώρησαν σε προσλήψεις. Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παρέμεινε επίσης έντονη, καθώς οι επιχειρήσεις ανέφεραν ευνοϊκότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και μεγαλύτερη ζήτηση.
Ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών επιταχύνθηκε σε +7% τον Σεπτέμβριο του 2019 από +1,5% τον προηγούμενο μήνα και +0,6% τον Σεπτέμβριο του 2018. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 εμφανίζει άνοδο +3,9%, επιπλέον αύξησης +2,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018. Μεγάλες αυξήσεις καταγράφονται στην παραγωγή φαρμάκων (+26,9%) και ηλεκτρονικών προϊόντων (+24,5%), ενώ αντίθετα η παραγωγή μη μεταλλικών ορυκτών και βασικών μετάλλων εμφανίζει πτώση (-4,5% και -2,1% αντίστοιχα).
Οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά +9,9% τον Σεπτέμβριο του 2019, επιπλέον αύξησης +2,8% τον Σεπτέμβριο του 2018. Πάντως, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα εμφανίζει επιβράδυνση σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2018, ωστόσο, δεδομένων των εντάσεων στο διεθνές εμπόριο, επιδεικνύουν αξιοσημείωτες αντοχές (+5,2% το διάστημα Ιαν –Σεπ 2019, έναντι +11,6% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018). Ανάλογη περίπου είναι η εικόνα και στις αντίστοιχες εισαγωγές, αλλά η αποκλιμάκωσή τους είναι ηπιότερη σε σύγκριση με τις εξαγωγές (+7,1% κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, έναντι +8,8%), με αποτέλεσμα την περαιτέρω διόγκωση του εμπορικού ελλείμματος χωρίς καύσιμα (€13,2 δισ. το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, έναντι €12 δισ. το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018). Ειδικότερα, σε σταθερές τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία αυξήθηκαν κατά +6% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, επιπλέον αύξησης +9,8% το διάστημα Ιαν –Σεπ 2018, και οι αντίστοιχες εισαγωγές κατά +2,7%, έναντι αύξησης +8,2% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018. Από τις βασικές ομάδες αγαθών, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 οι μεγαλύτερες αυξήσεις στην αξία εξαγωγών σημειώθηκαν στα βιομηχανικά προϊόντα (+9,5%), ιδίως τα διάφορα βιομηχανικά είδη (+25,6%) και τα χημικά (+18,8%). Σημαντική άνοδο παρουσίασαν επίσης οι εξαγωγές πρώτων υλών (+7,9%), ενώ οι εξαγωγές λαδιού μειώθηκαν (-46,1%).
Ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων παρουσίασε ανάκαμψη τον Αύγουστο του 2019, με τον σχετικό δείκτη να καταγράφει άνοδο +1,1%, έναντι πτώσης -2,3% τον προηγούμενο μήνα και αύξησης +3,9% τον Αύγουστο του 2018. Η μεταβολή αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση του όγκου πωλήσεων στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (supermarkets) κατά +4,6%, στα καταστήματα επίπλων και οικιακού εξοπλισμού κατά +5,6% και στα καταστήματα βιβλίων και ειδών τεχνολογίας κατά +11,6%. Η άνοδος του όγκου λιανικών πωλήσεων αναμένεται να συνεχιστεί και τον Σεπτέμβριο του 2019, ακολουθώντας τις ιδιαίτερα θετικές προσδοκίες των επιχειρήσεων στο λιανικό εμπόριο. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019 ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων εμφανίζει μείωση -1,1% (έναντι ανόδου +2,2% κατά το αντίστοιχο διάστημα το 2018), με τη μεγαλύτερη υποχώρηση να καταγράφεται στα πολυκαταστήματα (-15%, έναντι αύξησης +2,1% το αντίστοιχο διάστημα το 2018) και στα εξειδικευμένα καταστήματα τροφίμων, ποτών και καπνού (-5,7%, επιπλέον μείωσης -5,1% το αντίστοιχο διάστημα του 2018). Αντίθετα, στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (supermarkets) ο όγκος πωλήσεων ενισχύθηκε (+0,5%, επιπλέον αύξησης +4,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018), ενώ η μεγαλύτερη άνοδος σημειώθηκε στα καταστήματα βιβλίων, χαρτικών και ειδών δώρου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα είδη τεχνολογίας (+11%, επιπλέον αύξησης +1,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018).
Ο όγκος ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας παρουσίασε άνοδο +37,8% τον Αύγουστο του 2019 και κατά +3,5% κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019 (έναντι αύξησης +13,9% το αντίστοιχο διάστημα του 2018), ενώ η αύξηση του αριθμού νέων αδειών ήταν μεγαλύτερη (+7,9% επιπλέον αύξησης +8,9% το διάστημα Ιαν - Αυγ 2018). Το γεγονός αυτό οφείλεται εν μέρει στην αύξηση των νέων αδειών κυρίως για βελτιώσεις, οι οποίες δεν μεταβάλλουν τον όγκο των οικοδομών. Στην τάση αυτή έχει συμβάλει η άνοδος του τουρισμού και η διάδοση της βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών μέσω ηλεκτρονικών εφαρμογών.
Οι τουριστικές εισπράξεις και οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά +16,1% και +11% αντίστοιχα τον Αύγουστο του 2019. Συνολικά κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019, οι τουριστικές εισπράξεις σημείωσαν άνοδο +13,6%, αντισταθμίζοντας κατά μεγάλο μέρος το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, ενώ οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά +3,6%.
Οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις ανήλθαν σε €2,6 δισ. το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019, έναντι €2,4 δισ. το αντίστοιχο διάστημα το 2018 και €3,4 δισ. στο σύνολο του 2018, χωρίς να διαμορφώνουν ακόμα μια σαφή ανοδική τάση (Δ01).
Το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε 16,7% τον Αύγουστο του 2019 από 16,9% τον προηγούμενο μήνα και 18,9% τον Αύγουστο του 2018. Παράλληλα, οι καθαρές προσλήψεις σε θέσεις μισθωτής εργασίας ανήλθαν σε 161,9 χιλ. το διάστημα Ιαν – Οκτ 2019, έναντι 168,3 χιλ. το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Από τις 161,9 χιλ. θέσεις, οι 65,8 χιλ. εντοπίζονται στον τουρισμό (έναντι 64,3 χιλ. το αντίστοιχο διάστημα το 2018) και οι υπόλοιπες 96,1 χιλ. στους λοιπούς κλάδους (έναντι 104 χιλ το αντίστοιχο διάστημα το 2018). Σημειώνεται ότι τον Οκτώβριο του 2019, το ισοζύγιο θέσεων εργασίας ήταν αρνητικό κατά 125,7 χιλ., ακολουθώντας την εποχικότητα των τελευταίων ετών μετά τη λήξη της τουριστικής περιόδου.
Ο πληθωρισμός παρουσιάζει εξασθένιση το 2019, με την αύξηση των τιμών να διαμορφώνεται σε +0,2% κατά το διάστημα Ιαν – Οκτ 2019, έναντι +0,6% το διάστημα Ιαν – Οκτ 2018 και +1,2% το διάστημα Ιαν – Οκτ 2017, αντανακλώντας την αποδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης, όπως καταγράφεται και στην επιβράδυνση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά το 1ο εξάμηνο του 2019 (-0,1% σε σταθερές τιμές).
Ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις επιβραδύνθηκε ελαφρά σε +2,2% τον Σεπτέμβριο του 2019 (από 2,92% τον προηγούμενο μήνα), παραμένοντας, ωστόσο, για 10ο συνεχόμενο μήνα σε θετικό έδαφος. Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά €101 εκατ., εμφανίζοντας θετική ροή από τον Φεβρουάριο του 2019, αν και ο ρυθμός αύξησης παρουσιάζει εξασθένιση. Συνολικά, από τον Ιανουάριο του 2019 οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά +€4,2 δισ. και το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε σε €114,4 δισ.
Το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά +5% σε τρέχουσες τιμές το 1ο εξάμηνο του 2019, κυρίως λόγω της αύξησης των αμοιβών εργασίας (περιλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών εργαζόμενου και εργοδότη) κατά +4,8% και των συντάξεων και λοιπών κοινωνικών παροχών κατά +4,7%, ενώ ταυτόχρονα οι φόροι μειώθηκαν -3,6% και οι εισφορές αυξήθηκαν κατά +1,3%. Ο ρυθμός αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών επιταχύνθηκε το 1ο εξάμηνο του 2019 σε σύγκριση με το 2018 (+2,7%), ωστόσο η τελική καταναλωτική δαπάνη εμφανίζει αποκλιμάκωση (+0,7% σε τρέχουσες τιμές το 1ο εξάμηνο του 2019, έναντι +1,5% στο σύνολο του 2018). Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια τη βελτίωση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών (ακαθάριστη αποταμίευση προς ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα), το οποίο διαμορφώθηκε σε -3% το 1ο εξάμηνο του 2019 από -7,4% το 1ο εξάμηνο του 2018 και -5,9% στο σύνολο του 2018. Η τάση αυτή καταδεικνύει πιθανή προσπάθεια των νοικοκυριών να αποπληρώσουν χρέη, καθώς η αύξηση του εισοδήματός τους δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη άνοδο της κατανάλωσης. Πάντως, ο ρυθμός ανόδου της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να ενισχυθεί το 2ο εξάμηνο του 2019, δεδομένης της μεγάλης βελτίωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Οι παραπάνω εξελίξεις διαμορφώνουν μια εικόνα συνεχιζόμενης ανάκαμψης, χωρίς όμως την απαραίτητη δυναμική για την είσοδο σε μια τροχιά υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Παράλληλα, οι πηγές αβεβαιότητας σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνονται, ασκώντας πιέσεις στο διεθνές εμπόριο, τη βιομηχανική παραγωγή και την επενδυτική δραστηριότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπως πχ. με το πρόσφατο αναπτυξιακό νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης που ψηφίσθηκε στη Βουλή και το φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε προς ψήφιση, αναμένεται να προάγουν την οικονομική δραστηριότητα και, ως εκ τούτου, χρειάζεται να συνεχιστούν με τόλμη και αποφασιστικότητα.
Παρά την βελτίωση του μίγματος της οικονομικής πολιτικής μετά την πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή, επισημαίνει ο ΣΕΒ, η διεθνής οικονομία και το παγκόσμιο εμπόριο έχουν αρχίσει να επιβραδύνονται. Επίσης, παρά την τεράστια άνοδο των επιχειρηματικών προσδοκιών και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, και παρά τη δραματική βελτίωση στην αγορά ελληνικών ομολόγων, αλλά και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας κατά μια βαθμίδα από Β+ σε ΒΒ- από την Standard & Poor’s, η αγορά βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής, καθώς οι συνθήκες ρευστότητας, αν και βελτιούμενες, δρουν ακόμη περιοριστικά.
Οι αναληφθείσες νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, οι επερχόμενες φοροελαφρύνσεις φυσικών και νομικών προσώπων, η αναμενόμενη εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, μέσω του σχεδίου «Ηρακλής» για την τιτλοποίηση μέρους των δανείων σε καθυστέρηση με εγγύηση του δημοσίου και τη μεταφορά τους εκτός χαρτοφυλακίου τραπεζών, συνιστούν φιλοαναπτυξιακές πρωτοβουλίες με ισχυρό αποτύπωμα.
Επίσης, η καλή πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών το 2019, καθώς και ο υπό κατάθεση προϋπολογισμός του 2020 που διασφαλίζει τη δημοσιονομική πειθαρχία, αν και δρα περιοριστικά στην ζήτηση, και η αναμενόμενη πρόωρη εξόφληση μέρους των υψηλού κόστους δανείων του ΔΝΤ από την ελληνική κυβέρνηση, δημιουργούν αναμφίβολα συνθήκες εδραιούμενης οικονομικής σταθερότητας, και επέκτασης της οικονομίας από την πλευρά της προσφοράς.
Στο μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ προστίθεται ότι όλες οι παραπάνω θετικές εξελίξεις, δεν έχουν οδηγήσει μέχρι σήμερα αφενός σε σαφή επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας και της καθαρής εισροής κεφαλαίων από το εξωτερικό και αφετέρου, σε αύξηση σε συνεχή βάση της καθαρής ροής των καταθέσεων των νοικοκυριών προς το τραπεζικό σύστημα, και των καθαρών ροών τραπεζικών χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα, ο όγκος των λιανικών πωλήσεων δεν φαίνεται να ανακάμπτει σε αντιστοιχία με την όποια, ακόμη χαμηλή, επέκταση της απασχόλησης και των μισθών, όπως καταγράφηκαν στο πρώτο ήμισυ του 2019, με τις τιμές των αγαθών να υποχωρούν. Συγκεκριμένα, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών επιταχύνθηκε στο α’ εξάμηνο του έτους, με ταυτόχρονη επιβράδυνση, όμως, της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Η σχετική βελτίωση της αποταμίευσης των νοικοκυριών, που ακόμη παραμένει αρνητική, ίσως, αποτυπώνει την προσπάθεια νοικοκυριών (περιλαμβανομένων των αυτοαπασχολουμένων) να διακανονίσουν τα χρέη τους προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, μέσω του συστήματος των 120 δόσεων και των διευκολύνσεων που ισχύουν για τα υπερχρεωμένα στις τράπεζες νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια, μεταφέροντας σε άλλες χρήσεις πόρους που, σε διαφορετική περίπτωση, θα ενίσχυαν την ιδιωτική κατανάλωση. Τέλος, οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία επιβραδύνονται σε σχέση με πέρυσι, καθώς επικρατούν αρνητικές τάσεις στο διεθνές εμπόριο, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αποκλιμακώνονται, μεν, αλλά όχι επαρκώς για να στηριχθεί η εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.
Στους βραχυχρόνιους δείκτες στην Ελλάδα, καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών αγαθών και την βιομηχανικής παραγωγής τον Σεπτέμβριο του 2019 και μικρή ανάκαμψη του όγκου λιανικών πωλήσεων τον Αύγουστο του 2019. Παράλληλα, ο τουρισμός επιδεικνύει αξιοσημείωτη πορεία, συμβάλλοντας θετικά στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και της απασχόλησης. Την ίδια ώρα, το οικονομικό κλίμα και η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένουν σε υψηλό επίπεδο.
Πιο αναλυτικά:
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο του 2019 στις 106,7 μονάδες, από 107,2 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και 100,4 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Η υποχώρηση αυτή οφείλεται κυρίως στην πτώση των προσδοκιών στις υπηρεσίες και στο λιανικό εμπόριο, αν και το ισοζύγιο θετικών – αρνητικών εκτιμήσεων εξακολουθεί να είναι θετικό. Από την άλλη πλευρά, στη βιομηχανία οι προσδοκίες βελτιώθηκαν, παρά τις πτωτικές τάσεις που παρατηρούνται στην Ευρώπη.
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε στις -8,4 μονάδες από -6,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και -34,1 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Παρά την υποχώρηση αυτή, ο δείκτης παραμένει στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2000, όταν βρισκόταν στις -6 μονάδες. Η μικρή υποχώρηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Οκτώβριο του 2019 ήταν αναμενόμενη, έπειτα από επτά μήνες συνεχόμενης ανόδου και όπως συμβαίνει συνήθως μετά από εκλογές. Ωστόσο, σε σύγκριση με αντίστοιχες μεταβολές έπειτα από εκλογές στο παρελθόν, η υποχώρηση τον Οκτώβριο του 2019 είναι ηπιότερη και οφείλεται κυρίως στη μικρή αύξηση του ποσοστού των νοικοκυριών που εκτιμούν ότι η κατάσταση της χώρας θα επιδεινωθεί (17,6% από 15,5% τον προηγούμενο μήνα και 49% τον Οκτώβριο του 2018). Αντίθετα, στους υπόλοιπους δείκτες η αισιοδοξία των νοικοκυριών διατηρείται στα ίδια περίπου επίπεδα, ενώ η πρόθεσή τους για αποταμίευση και για σημαντικές αγορές (έπιπλα, οικιακός εξοπλισμός κλπ) βελτιώνεται. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικών Χορηγήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος, το 3ο τρίμηνο του 2019 η ζήτηση για δάνεια προς νοικοκυριά παρουσίασε αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, τόσο όσον αφορά τα στεγαστικά όσο και τα καταναλωτικά δάνεια. Οι παράγοντες που επηρέασαν την αύξηση της ζήτησης ήταν η αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, η βελτίωση των προοπτικών για αγορά κατοικίας, καθώς και οι αυξημένες ανάγκες για δαπάνες διαρκών καταναλωτικών αγαθών.
Οι προσδοκίες στη μεταποίηση με βάση τον Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών (PMI), διατηρήθηκαν σε θετικό έδαφος, παρά τη μικρή υποχώρηση που καταγράφηκε τον Οκτώβριο του 2019. Ειδικότερα, ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 53,5 μονάδες από 53,6 μονάδες τον προηγούμενο μήνα και 53,1 μονάδες τον Οκτώβριο του 2018. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη, οι συνθήκες στην ελληνική μεταποίηση εξακολουθούν να βελτιώνονται σταθερά, παρά τη μικρή εξασθένιση της ανόδου της παραγωγής και των νέων εργασιών. Επίσης, η ζήτηση από το εξωτερικό αυξήθηκε, ενώ παράλληλα οι επιχειρήσεις προχώρησαν σε προσλήψεις. Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παρέμεινε επίσης έντονη, καθώς οι επιχειρήσεις ανέφεραν ευνοϊκότερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και μεγαλύτερη ζήτηση.
Ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών επιταχύνθηκε σε +7% τον Σεπτέμβριο του 2019 από +1,5% τον προηγούμενο μήνα και +0,6% τον Σεπτέμβριο του 2018. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 εμφανίζει άνοδο +3,9%, επιπλέον αύξησης +2,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018. Μεγάλες αυξήσεις καταγράφονται στην παραγωγή φαρμάκων (+26,9%) και ηλεκτρονικών προϊόντων (+24,5%), ενώ αντίθετα η παραγωγή μη μεταλλικών ορυκτών και βασικών μετάλλων εμφανίζει πτώση (-4,5% και -2,1% αντίστοιχα).
Οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα αυξήθηκαν κατά +9,9% τον Σεπτέμβριο του 2019, επιπλέον αύξησης +2,8% τον Σεπτέμβριο του 2018. Πάντως, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα εμφανίζει επιβράδυνση σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα το 2018, ωστόσο, δεδομένων των εντάσεων στο διεθνές εμπόριο, επιδεικνύουν αξιοσημείωτες αντοχές (+5,2% το διάστημα Ιαν –Σεπ 2019, έναντι +11,6% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018). Ανάλογη περίπου είναι η εικόνα και στις αντίστοιχες εισαγωγές, αλλά η αποκλιμάκωσή τους είναι ηπιότερη σε σύγκριση με τις εξαγωγές (+7,1% κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, έναντι +8,8%), με αποτέλεσμα την περαιτέρω διόγκωση του εμπορικού ελλείμματος χωρίς καύσιμα (€13,2 δισ. το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, έναντι €12 δισ. το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018). Ειδικότερα, σε σταθερές τιμές οι εξαγωγές αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία αυξήθηκαν κατά +6% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019, επιπλέον αύξησης +9,8% το διάστημα Ιαν –Σεπ 2018, και οι αντίστοιχες εισαγωγές κατά +2,7%, έναντι αύξησης +8,2% το διάστημα Ιαν – Σεπ 2018. Από τις βασικές ομάδες αγαθών, κατά το διάστημα Ιαν – Σεπ 2019 οι μεγαλύτερες αυξήσεις στην αξία εξαγωγών σημειώθηκαν στα βιομηχανικά προϊόντα (+9,5%), ιδίως τα διάφορα βιομηχανικά είδη (+25,6%) και τα χημικά (+18,8%). Σημαντική άνοδο παρουσίασαν επίσης οι εξαγωγές πρώτων υλών (+7,9%), ενώ οι εξαγωγές λαδιού μειώθηκαν (-46,1%).
Ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων παρουσίασε ανάκαμψη τον Αύγουστο του 2019, με τον σχετικό δείκτη να καταγράφει άνοδο +1,1%, έναντι πτώσης -2,3% τον προηγούμενο μήνα και αύξησης +3,9% τον Αύγουστο του 2018. Η μεταβολή αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση του όγκου πωλήσεων στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (supermarkets) κατά +4,6%, στα καταστήματα επίπλων και οικιακού εξοπλισμού κατά +5,6% και στα καταστήματα βιβλίων και ειδών τεχνολογίας κατά +11,6%. Η άνοδος του όγκου λιανικών πωλήσεων αναμένεται να συνεχιστεί και τον Σεπτέμβριο του 2019, ακολουθώντας τις ιδιαίτερα θετικές προσδοκίες των επιχειρήσεων στο λιανικό εμπόριο. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019 ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων εμφανίζει μείωση -1,1% (έναντι ανόδου +2,2% κατά το αντίστοιχο διάστημα το 2018), με τη μεγαλύτερη υποχώρηση να καταγράφεται στα πολυκαταστήματα (-15%, έναντι αύξησης +2,1% το αντίστοιχο διάστημα το 2018) και στα εξειδικευμένα καταστήματα τροφίμων, ποτών και καπνού (-5,7%, επιπλέον μείωσης -5,1% το αντίστοιχο διάστημα του 2018). Αντίθετα, στα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (supermarkets) ο όγκος πωλήσεων ενισχύθηκε (+0,5%, επιπλέον αύξησης +4,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018), ενώ η μεγαλύτερη άνοδος σημειώθηκε στα καταστήματα βιβλίων, χαρτικών και ειδών δώρου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα είδη τεχνολογίας (+11%, επιπλέον αύξησης +1,2% το αντίστοιχο διάστημα το 2018).
Ο όγκος ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας παρουσίασε άνοδο +37,8% τον Αύγουστο του 2019 και κατά +3,5% κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019 (έναντι αύξησης +13,9% το αντίστοιχο διάστημα του 2018), ενώ η αύξηση του αριθμού νέων αδειών ήταν μεγαλύτερη (+7,9% επιπλέον αύξησης +8,9% το διάστημα Ιαν - Αυγ 2018). Το γεγονός αυτό οφείλεται εν μέρει στην αύξηση των νέων αδειών κυρίως για βελτιώσεις, οι οποίες δεν μεταβάλλουν τον όγκο των οικοδομών. Στην τάση αυτή έχει συμβάλει η άνοδος του τουρισμού και η διάδοση της βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών μέσω ηλεκτρονικών εφαρμογών.
Οι τουριστικές εισπράξεις και οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά +16,1% και +11% αντίστοιχα τον Αύγουστο του 2019. Συνολικά κατά το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019, οι τουριστικές εισπράξεις σημείωσαν άνοδο +13,6%, αντισταθμίζοντας κατά μεγάλο μέρος το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, ενώ οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά +3,6%.
Οι καθαρές ξένες άμεσες επενδύσεις ανήλθαν σε €2,6 δισ. το διάστημα Ιαν – Αυγ 2019, έναντι €2,4 δισ. το αντίστοιχο διάστημα το 2018 και €3,4 δισ. στο σύνολο του 2018, χωρίς να διαμορφώνουν ακόμα μια σαφή ανοδική τάση (Δ01).
Το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας μειώθηκε σε 16,7% τον Αύγουστο του 2019 από 16,9% τον προηγούμενο μήνα και 18,9% τον Αύγουστο του 2018. Παράλληλα, οι καθαρές προσλήψεις σε θέσεις μισθωτής εργασίας ανήλθαν σε 161,9 χιλ. το διάστημα Ιαν – Οκτ 2019, έναντι 168,3 χιλ. το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Από τις 161,9 χιλ. θέσεις, οι 65,8 χιλ. εντοπίζονται στον τουρισμό (έναντι 64,3 χιλ. το αντίστοιχο διάστημα το 2018) και οι υπόλοιπες 96,1 χιλ. στους λοιπούς κλάδους (έναντι 104 χιλ το αντίστοιχο διάστημα το 2018). Σημειώνεται ότι τον Οκτώβριο του 2019, το ισοζύγιο θέσεων εργασίας ήταν αρνητικό κατά 125,7 χιλ., ακολουθώντας την εποχικότητα των τελευταίων ετών μετά τη λήξη της τουριστικής περιόδου.
Ο πληθωρισμός παρουσιάζει εξασθένιση το 2019, με την αύξηση των τιμών να διαμορφώνεται σε +0,2% κατά το διάστημα Ιαν – Οκτ 2019, έναντι +0,6% το διάστημα Ιαν – Οκτ 2018 και +1,2% το διάστημα Ιαν – Οκτ 2017, αντανακλώντας την αποδυνάμωση της εγχώριας ζήτησης, όπως καταγράφεται και στην επιβράδυνση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά το 1ο εξάμηνο του 2019 (-0,1% σε σταθερές τιμές).
Ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις επιβραδύνθηκε ελαφρά σε +2,2% τον Σεπτέμβριο του 2019 (από 2,92% τον προηγούμενο μήνα), παραμένοντας, ωστόσο, για 10ο συνεχόμενο μήνα σε θετικό έδαφος. Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά €101 εκατ., εμφανίζοντας θετική ροή από τον Φεβρουάριο του 2019, αν και ο ρυθμός αύξησης παρουσιάζει εξασθένιση. Συνολικά, από τον Ιανουάριο του 2019 οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά +€4,2 δισ. και το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε σε €114,4 δισ.
Το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά +5% σε τρέχουσες τιμές το 1ο εξάμηνο του 2019, κυρίως λόγω της αύξησης των αμοιβών εργασίας (περιλαμβανομένων των ασφαλιστικών εισφορών εργαζόμενου και εργοδότη) κατά +4,8% και των συντάξεων και λοιπών κοινωνικών παροχών κατά +4,7%, ενώ ταυτόχρονα οι φόροι μειώθηκαν -3,6% και οι εισφορές αυξήθηκαν κατά +1,3%. Ο ρυθμός αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών επιταχύνθηκε το 1ο εξάμηνο του 2019 σε σύγκριση με το 2018 (+2,7%), ωστόσο η τελική καταναλωτική δαπάνη εμφανίζει αποκλιμάκωση (+0,7% σε τρέχουσες τιμές το 1ο εξάμηνο του 2019, έναντι +1,5% στο σύνολο του 2018). Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια τη βελτίωση του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών (ακαθάριστη αποταμίευση προς ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα), το οποίο διαμορφώθηκε σε -3% το 1ο εξάμηνο του 2019 από -7,4% το 1ο εξάμηνο του 2018 και -5,9% στο σύνολο του 2018. Η τάση αυτή καταδεικνύει πιθανή προσπάθεια των νοικοκυριών να αποπληρώσουν χρέη, καθώς η αύξηση του εισοδήματός τους δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη άνοδο της κατανάλωσης. Πάντως, ο ρυθμός ανόδου της ιδιωτικής κατανάλωσης αναμένεται να ενισχυθεί το 2ο εξάμηνο του 2019, δεδομένης της μεγάλης βελτίωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Οι παραπάνω εξελίξεις διαμορφώνουν μια εικόνα συνεχιζόμενης ανάκαμψης, χωρίς όμως την απαραίτητη δυναμική για την είσοδο σε μια τροχιά υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Παράλληλα, οι πηγές αβεβαιότητας σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνονται, ασκώντας πιέσεις στο διεθνές εμπόριο, τη βιομηχανική παραγωγή και την επενδυτική δραστηριότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πρωτοβουλίες για τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπως πχ. με το πρόσφατο αναπτυξιακό νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης που ψηφίσθηκε στη Βουλή και το φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε προς ψήφιση, αναμένεται να προάγουν την οικονομική δραστηριότητα και, ως εκ τούτου, χρειάζεται να συνεχιστούν με τόλμη και αποφασιστικότητα.