Ένα ακόμη καίριο πλήγμα στην ελληνική επιχειρηματικότητα θα είναι η έκτακτη φορολογία στις ελάχιστες εναπομείνασες επιχειρήσεις που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση.
Εάν εφαρμοστεί η φορολογία αυτή με τους διψήφιους συντελεστές επιπρόσθετα με τη φορολογία εισοδήματος, το ΦΠΑ και τους έμμεσους φόρους, θα σημάνει όχι μόνο παρατεταμένη κρίση ρευστότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και θα τις ωθήσει να μετακινήσουν τις έδρες τους και τα λογιστήριά τους στο εξωτερικό, προκειμένου να επιβιώσουν.
Εύλογα, τα οικονομικά διευθυντήρια των εταιρειών θα συνεχίσουν να δημιουργούν λογιστικές καταστάσεις τέτοιες ώστε να εμφανίζεται μεγάλη λειτουργική κερδοφορία, αλλά με ζημίες στην «τελική γραμμή», προκειμένου να διοχετεύονται τα (όποια) έσοδα προς τη χρηματοδότηση της λειτουργίας της επιχείρησης και όχι να χάνονται προς τη φορολογία. Με φορολογικό συντελεστή 12% για πάνω από 1.000.000 ευρώ κέρδη προ φόρων το 2014, το Δημόσιο μπορεί να εισπράξει μόνο από τις 62 κερδοφόρες ( προ φόρων) εισηγμένες της χρήσης 2014, φόρους ύψους 270-300 εκατ. ευρώ.
Εάν στη λίστα αυτή προστεθούν και οι μη εισηγμένες, τότε η φορολογία μπορεί μεν να αποδώσει κάποια σημαντική ρευστότητα στο δημόσιο ταμείο, αλλά θα στερήσει πολλαπλάσια μελλοντική ρευστότητα και θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ανεργία. Επίσης τα κεφάλαια αυτά είτε δεν θα υπάρχουν για να εισπραχθούν μέσα στο 2015 οπότε θα αναζητηθούν έξω από το σύστημα, είτε εάν υπάρχουν θα «στραγγίξουν» τις επιχειρήσεις από την αναγκαία ρευστότητα. Οι επενδύσεις στο εσωτερικό θα περιοριστούν και το χειρότερο είναι ότι η Ελλάδα θα γίνει μία «εχθρική» χώρα προς επιχειρήσεις με αντικίνητρα επενδύσεων. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες είναι φυσιολογικό οι επιχειρήσεις να αναζητήσουν καταφύγια σε φιλικότερα κράτη είτε στα Βαλκάνια είτε στην Κεντρική Ευρώπη.
Καταλυτικό πλήγμα για την επιχειρηματικότητα η νέα φορολογία
Όπως μας είπε χαρακτηριστικά επιχειρηματίας -μέλος του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου- η μέση φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα (άμεσους και έμμεσους φόρους) ξεπερνά το 44% και είναι μία από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη. Εάν προστεθεί και η έκτακτη φορολογία σε μία περίοδο που οι επιχειρήσεις καταγράφουν μείωση εσόδων, αυξημένα πάγια κόστη και μηδενική χρηματοδότηση από τις τράπεζες, τότε δύο τινά μπορεί να συμβούν. Το πρώτο να τις ωθήσουν να εγκαταλείψουν τη χώρα με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε θέματα απασχόλησης και το δεύτερο να βάλουν «λουκέτο».
«Μετανάστευση» για τις εισηγμένες
Καταλυτικό πλήγμα για την επιχειρηματικότητα η νέα φορολογία
Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση από την έναρξη της κρίσης, ενώ όπως φάνηκε και από τα αποτελέσματα των εισηγμένων στο α' τρίμηνο 2015 -εάν δεν υπήρχε η εξωστρέφεια των περισσότερων εταιρειών- η πτώση των πωλήσεων στην Ελλάδα ήταν δραματική. Μόνο απ' αυτό το γεγονός γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι τα περισσότερα κέρδη εισηγμένων στο Χ.Α. εταιρειών ή μη εισηγμένων στο Χ.Α. εταιρειών προέρχονται από τις δραστηριότητές τους στο εξωτερικό. Εάν αυξηθεί ακόμη περισσότερο η φορολογία τότε δεν θα έχουν ουσιαστικά κανένα επιχειρηματικό λόγο να αφήσουν τις έδρες τους στην Ελλάδα. Αρκετές το έχουν ήδη πράξει, άρα το κράτος δεν θα πρέπει να περιμένει απ' αυτές κάποια αυξημένα έσοδα και να περιοριστεί μόνο στα έσοδα από την έμμεση φορολογία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα από τη χρήση 2014 είναι η Coca-Cola AG, η οποία πλέον έχει μεταφέρει την έδρα της εταιρείας της στην Ελβετία. Η Coca-Cola AG παρουσίασε το 2014 κέρδη προ φόρων ύψους 395,4 εκατ. ευρώ. Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση επιχειρηματικής μετανάστευσης είναι η Viohalco, η οποία μετέφερε την έδρα της στις Βρυξέλλες.
Η συνολική φορολογική επιβάρυνση του ομίλου στο Βέλγιο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί μεταξύ 20%-25% επί των κερδών της. Το ίδιο ισχύει και για την S&B, η οποία μετανάστευσε το 2014 στο Λουξεμβούργο, όπου θα επιβαρύνεται (συνολικά) φορολογικά κατά περίπου 15% επί των κερδών της.
Χτυπά η ανεργία
Σε μία περίοδο που η έλλειψη επενδύσεων στην Ελλάδα έχει οδηγήσει σε επιχειρηματικό μαρασμό τη χώρα και ταυτόχρονα η καταγεγραμμένη ανεργία έχει ανέβει στα επίπεδα του 27%, η φορολογική «ασφυξία» των επιχειρήσεων θα οδηγήσει νομοτελειακά σε νέα «λουκέτα» και σε περαιτέρω διεύρυνση της ανεργίας με κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές παρενέργειες.
Δημιουργική λογιστική
Η αυξημένη φορολόγηση των επιχειρήσεων ουσιαστικά θα αλλάξει τους λογιστικούς προσανατολισμούς των εισηγμένων. Ήδη από την αρχή της κρίσης, οι οικονομικές διευθύνσεις των εισηγμένων εταιρειών στο ελληνικό χρηματιστήριο επιζητούσαν αυξημένα λειτουργικά κέρδη και ταμειακά διαθέσιμα και μειωμένα ή καθόλου κέρδη. Ο λόγος ήταν για την αποφυγή της αυξημένης φορολογίας και την εσωτερική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Με την επιβολή αυτού του φόρου στα κέρδη προ φόρων, οι εισηγμένες (και όχι μόνο αυτές) θα αναγκαστούν να μην παρουσιάζουν κέρδη, αλλά να συσσωρεύουν κεφάλαια. Αγορά όμως χωρίς κέρδη είναι μη ελκυστική και για τους εγχώριους και για τους ξένους επενδυτές.
Στο 44,6% η συνολική φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα
Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας (GCI) που έχει δημιουργήσει το World Economic Forum κατατάσσει την ανταγωνιστικότητα των χωρών αντιστρόφως ανάλογα με το ύψος του εταιρικού φόρου. Συγκεκριμένα, όσο υψηλότερος ο φορολογικός συντελεστής τόσο χαμηλότερη η κατάταξη, αφού, όπως αναγνωρίζει η διεθνής βιβλιογραφία και η έκθεση του GCI, υψηλότεροι φόροι οδηγούν σε χειρότερη ανταγωνιστικότητα. Η διαφοροποίηση μεταξύ των χωρών είναι εντυπωσιακή, από 21% στο Λουξεμβούργο έως 68,3% στην Ιταλία.
Η χώρα μας έχει αρκετά υψηλό εταιρικό φορολογικό συντελεστή (44,6%). Eάν προστεθεί και ένας νέος φόρος, ο συντελεστής αυξάνεται δυσανάλογα με την ρευστότητα των επιχειρήσεων και κυρίως με το κόστος χρηματοδότησής τους. Για παράδειγμα, χώρες όπως η Ιταλία μπορεί να έχει συνολική φορολογική επιβάρυνση 68,3%, όμως έχει μεγαλύτερη και ευκολότερη πρόσβαση στις αγορές, ενώ το μέσο κόστος δανεισμού των ιταλικών επιχειρήσεων είναι στο 3,5%-4%, όταν στην Ελλάδα ξεπερνά το 10% με τις υπάρχουσες συνθήκες. Όπως γίνεται αντιληπτό, όσο αυξάνεται η συνολική φορολογική επιβάρυνση και ταυτόχρονα αυξάνεται κόστος κεφαλαίου, η αγορά «στραγγαλίζεται».
Ο GCI περιλαμβάνει και έναν υποδείκτη για να μετρήσει τον Συνολικό Φορολογικό Συντελεστή (Total Tax Rate) των επιχειρήσεων. Εκφράζεται ως ποσοστό επί των συνολικών κερδών των επιχειρήσεων. Όπως επεξηγεί η έκθεση του GCI, ο συγκεκριμένος δείκτης μετράει ποέντε διαφορετικούς φόρους και υποχρεωτικές εισφορές -φόρος επί των κερδών, εργατικές και εργοδοτικές εισφορές, κοινωνικές εισφορές, φόρος ιδιοκτησίας, φόρος επί του τζίρου, κ.λπ.- εκ μέρους των επιχειρήσεων κατά το δεύτερο έτος της λειτουργίας τους εκπεφρασμένα ως ποσοστό επί των κερδών. Η μέθοδος για τον υπολογισμό του συγκεκριμένου δείκτη έχει αναπτυχθεί από το Doing Business της Παγκοσμίου Τραπέζης (World Bank).
Eάν στους αυξημένους φορολογικούς συντελεστές προστεθούν και άλλες επιχειρηματικές επιβαρύνσεις σε συνδυασμό με την αναιμική μεταβολή των πωλήσεων και την επιβάρυνση από τις συσσωρευμένες ζημίες και τα δάνεια, τότε πλέον γίνεται σαφές ότι η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα είναι μη ελκυστική. Στελέχη από τον ΙΟΒΕ τονίζουν ότι πρέπει σαφώς να γίνει μία προσπάθεια συνδυασμού φορολογίας και παραγωγικότητας προκειμένου να επιτευχθεί και η αύξηση των εταιρικών μεγεθών και να μη χαθεί η φορολογική ικανότητα των επιχειρήσεων.
Φορολογική επιδρομή στην περιφέρεια και τους μικρομεσαίους
O ομαδοποιημένος ισολογισμός για τις εταιρείες που έχουν κέρδη προ φόρων μεγαλύτερα του 1 εκατ. ευρώ (σύμφωνα με την InfobankHellas Stat) δείχνει τα εξής:
- Ο κύκλος εργασιών ανέρχεται σε 85,44 δις ευρώ το 2014 από 83,56 δισ. το 2013.
- Τα προ φόρων κέρδη είναι 19 δισ.
- Το ενεργητικό ανέρχεται σε 113,75 δισ. από 100,91 δισ. το 2013 και οι απαιτήσεις φτάνουν τα 20,92 δισ. από 20,83 το 2013.
Ετσι, η παρατεταμένη οικονομική καχεξία και η αδυναμία στη ζήτηση έχει οδηγήσει πολλές εισηγμένες να κοιτάζουν προς το εξωτερικό. Πιθανοί νέοι φορολογικοί συντελεστές έκτακτης φορολογίας αναμένεται να οδηγήσουν πολλές εισηγμένες να αναθεωρήσουν τα πλάνα τους και να στραφούν προς το εξωτερικό, προκειμένου να αναζητήσουν όχι μόνο χαμηλότερα φορολογία αλλά και γραφειοκρατία και κυρίως καλύτερες επιχειρηματικές συνθήκες. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Η» στελέχη μεγάλων εισηγμένων έχουν εκφράσει κατά καιρούς τη δυσφορία τους για τη σημαντική φορολογική επιβάρυνση των ελληνικών επιχειρήσεων και την ασυνέπεια του ελληνικού κράτους στην επιστροφή του ΦΠΑ.
Οι βασικοί μέτοχοι επιχειρήσεων όπως είναι ο ΟΤΕ, ο ΟΠΑΠ, η Folli Follie, η Μυτιληναίος, ο Τιτάν έχουν αναφερθεί κατά καιρούς στην ανεξέλεγκτη αύξηση του λειτουργικού κόστους από την έκτακτη φορολογία.
Ξένοι CEO θεωρούν εντελώς αντιπαραγωγικές δαπάνες τις φορολογικές επιβαρύνσεις των επιχειρήσεών τους στην Ελλάδα, καθώς δεν υπάρχει τίποτε που να επιστρέφει πίσω στις εταιρείες σε προστιθέμενη αξία.
Αυξημένα προβλήματα
Τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι χρηματοοικονομικοί κλάδοι (πλην τραπεζών) θα είναι αυξημένα από την επιβολή επιπλέον φορολογίας. Κλάδοι όπως οι ασφαλιστικές, οι χρηματιστηριακές, οι επενδυτικές εταιρείες έχουν επιπρόσθετες επιβαρύνσεις για να διατηρούν μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα. Έτσι, εάν κληθούν να συνεισφέρουν και με την πρόσθετη φορολογία, τότε ουσιαστικά αρκετές εξ αυτών είτε θα μείνουν χωρίς ρευστότητα είτε θα χάσουν τα κέρδη των προηγούμενων χρήσεων.
Σε ό,τι αφορά τους εμποροβιομηχανικούς κλάδους και εκεί μόνο ευχαριστημένοι δεν μπορεί να είναι, αφού η φορολογική επιβάρυνση με αρνητικές πωλήσεις δημιουργούν αυξημένα αντικίνητρα δραστηριότητας.
Αποεπένδυση
Στελέχη χρηματιστηριακών που έχουν αναλύσει εταιρείες του χονδρικού και λιανικού εμπορίου με αυξημένα κέρδη εκτιμούν ότι μία φορολογική επιβάρυνση πάνω από 5% υπό τις υπάρχουσες συνθήκες (τζίρων και κερδών) θα οδηγήσει όχι μόνο σε πλήρη απορρόφηση των ταμειακών διαθεσίμων, αλλά θα αναγκάσει τους βασικούς μετόχους να προχωρήσουν σε αποεπενδύσεις ή να μειώσουν (downsizing) τη δυναμική των επιχειρήσεών τους. Αυτό αυτομάτως θα μεταφραστεί σε μειώσεις λειτουργικού κόστους και κυρίως αύξηση της ανεργίας σε επίπεδα που δεν μπορεί να τα αντέξει σήμερα η οικονομία.
Στη λίστα των επιχειρήσεων που εμφανίζουν κέρδη προ φόρων άνω του 1 εκατ. ευρώ υπάρχουν πάρα πολλές εταιρείες που δραστηριοποιούνται ακόμη στην ελληνική περιφέρεια και οποιοδήποτε νέο φορολογικό πλήγμα ουσιαστικά θα σημάνει το «τέλος της διαδρομής» τους.
Πιο ευάλωτοι είναι οι κλάδοι του τουρισμού, της βιομηχανίας αλλά και γεωργικών καλλιεργειών και ιχθυοκαλλιεργειών οι οποίοι ούτως ή άλλως κινούνται στα όρια βιωσιμότητάς τους.
«Η Ελλάδα φορολογεί τις επιχειρήσεις τέσσερις φορές υψηλότερα σε σύγκριση με γειτονικές ανταγωνιστικές της χώρες, διατηρεί ένα απαρχαιωμένο και πολύπλοκο φορολογικό σύστημα, με ρυθμίσεις που αλλάζουν κάθε μήνα και η πολιτική της φορολογικής αφαίμαξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων επιδεινώνει την ύφεση.
ΕΡΕΥΝΑ
Ιδιαίτερα ευάλωτος ο τουρισμός σε νέους φόρους
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Ernst and Young για το ενδεχόμενο διπλασιασμού του ΦΠΑ στον τουρισμό, φαίνεται ότι οι επιδράσεις θα είναι έντονα αρνητικές. Η εταιρεία θα ασχοληθεί και με τις επιδράσεις από την επιβολή νέου φόρου. Η μελέτη εκτιμά ότι η συνολική αύξηση εσόδων ΦΠΑ θα ανέλθει έως τα 200 εκατ. ευρώ το 2015 και σε βάθος πενταετίας έως κατά μέγιστο τα 70 εκατ. ευρώ. Όμως, η συνολική επίπτωση στην εθνική οικονομία και την απασχόληση θα είναι καταστροφική.
Συγκεκριμένα, οι απώλειες του τουριστικού τομέα για τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μέτρου υπολογίζεται από 415 εκατ. ευρώ έως 680 εκατ. ευρώ, ενώ μακροπρόθεσμα, η απώλεια φθάνει από 1 έως 1,7 δισ. ευρώ, επιφέροντας συνολική επίπτωση έως -1,4% του ΑΕΠ ή έως -3 δισ. ευρώ. Όσον αφορά στις θέσεις απασχόλησης (μετρημένες σε ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης), οι απώλειες που θα προκύψουν είναι εξαιρετικά σημαντικές και υπολογίζονται από 18.500 έως 30.000 για τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μέτρου, ενώ σε βάθος πενταετίας από 44.000 έως 73.000 θέσεις. Το συγκεκριμένο μέτρο θα πλήξει, ως επί το πλείστον, τις χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες προσπαθούν να επιβιώσουν, να αποδώσουν τις εισφορές τους, να παραμείνουν ανταγωνιστικές και να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργήσει.