Με ταχείς ρυθµούς ολοκληρώνεται ο σχεδιασµός του υπουργού Εργασίας, Γιάννη Βρούτση, για τη µείωση των εισφορών τις οποίες καταβάλλουν τόσο οι επαγγελµατίες όσο και οι εργοδότες και οι µισθωτοί. Στόχος είναι να αντιµετωπιστούν τα µεγάλα προβλήµατα που έχουν επωµιστεί από το σύστηµα υπολογισµού των εισφορών βάσει του νόµου Κατρούγκαλου, αλλά και διαχρονικά.
Ο λόγος για το "µήνυµα" που µεταφέρθηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στη ΔΕΘ: Προανήγγειλε ανακοινώσεις για τη µείωση των εισφορών στους επαγγελµατίες. Πλέον, τα σενάρια "ωριµάζουν".
Οι εναλλακτικές
Σύµφωνα µε ασφαλείς πληροφορίες του Capital.gr από κυβερνητικούς κύκλους, το υπουργείο Εργασίας κινείται σε δύο βασικές κατευθύνσεις. Η πρώτη κατεύθυνση προβλέπει παρεµβάσεις στο υφιστάµενο πλαίσιο υπολογισµού των εισφορών και η δεύτερη κατεύθυνση οδηγεί ουσιαστικά στην ανατροπή του υφιστάµενου πλαισίου, καθώς προβλέπει την αποσύνδεση του ασφαλιστέου εισοδήµατος από το φορολογητέο.
Αν τελικά η κυβέρνηση αποφασίσει να διατηρηθεί το υφιστάµενο πλαίσιο, τότε προσανατολίζεται σε τέσσερις διαφορετικές εκδοχές παρεµβάσεων. Εξετάζει εναλλακτικά µέτρα που σχετίζονται µε το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα, µε τη σύνδεσή του µε τον κατώτατο µισθό και µε τη βάση υπολογισµού των εισφορών.
Μισθωτοί
Παράλληλα, στο πεδίο των εισφορών που συνδέονται µε µισθωτή εργασία πλέον έχει βρεθεί και ο τρόπος που θα εφαρµοστούν οι αλλαγές. Σύµφωνα µε τις ίδιες πληροφορίες, η πρωθυπουργική δέσµευση για µείωση του µη µισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5 µονάδες στην τετραετία 2020-2023 θα υλοποιηθεί αποκλειστικά µέσω της µείωσης των συνεισπραττόµενων εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ.
Αµφότερες αυτές οι βασικές δέσµες µέτρων (στις εργοδοτικές-εργατικές εισφορές και στις εισφορές των επαγγελµατιών) θα περιλαµβάνονται σε ασφαλιστικό νοµοσχέδιο το οποίο θα φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή. Στόχος -όπως υποστηρίζουν κύκλοι του υπουργού Εργασίας- είναι η ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης, της χρηµατοδοτικής ρευστότητας των εταιρειών, των αποδοχών των µισθωτών, αλλά και των εσόδων των ασφαλιστικών ταµείων.
Πώς θα ελαφρυνθούν τα ασφαλιστικά βάρη των αυτοαπασχολούµενων
Αλλαγές στο σύστηµα υπολογισµού των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελµατιών και αυτοαπασχολούµενων εξετάζει το υπουργείο Εργασίας. Αφετηρία είναι -σύµφωνα µε ασφαλείς πληροφορίες του Capital.gr από αρµόδιους κυβερνητικούς κύκλους- η εισπρακτική αποτυχία του συστήµατος που εισήγαγε η τέως κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ), καθώς αυτό στοίχισε µόνο το 2017 γύρω στα 500 εκατ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταµεία.
Παράλληλα, η αποτυχία του ίδιου -υπάρχοντος- νόµου αποδεικνύεται, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, από το εξαιρετικά χαµηλό ποσοστό των µη µισθωτών το οποίο πληρώνει εισφορές κατά την τελευταία τριετία (κοντά στο 60%-65%).
Γι’ αυτό στο υπουργείο Εργασίας εξετάζονται τα εναλλακτικά σενάρια που στο επίκεντρό τους έχουν ενδεχόµενες αλλαγές στο ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα, στη σχέση του µε τον κατώτατο µισθό, αλλά και µε το φορολογητέο εισόδηµα.
Τo plan A’
Στην εκδοχή διατήρησης του γενικού πλαισίου του ν. Κατρούγκαλου, εξετάζεται εναλλακτικά, σύµφωνα µε έγκυρες πηγές του Capital.gr από αρµόδια κυβερνητικά στελέχη:
> Μείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αποσύνδεσή του από τον κατώτατο µισθό
Με βάση τα σηµερινά δεδοµένα, το ανώτατο εισόδηµα επί του οποίου υπολογίζονται ασφαλιστικές εισφορές είναι, σε ετήσια βάση, τα 78.000 ευρώ. Δηλαδή το 10πλάσιο του 12πλάσιου του µεικτού κατώτατου µισθού των ανειδίκευτων εργατών, σύµφωνα µε τις ρήτρες του νόµου Κατρούγκαλου.
Αυτό σηµαίνει πως όποιος επαγγελµατίας δηλώσει πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ. 80.000 ευρώ) θα καταβάλλει εισφορές επί των 78.000 ευρώ (και όχι επί των 80.000 ευρώ).
Εκείνο το οποίο εξετάζεται, σύµφωνα µε αρµόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας, είναι η µείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος (ακόµα και έως 50%, µε βάση ορισµένες πληροφορίες). Παράλληλα, σύµφωνα µε το ίδιο σενάριο, προβλέπεται αποσύνδεση από την εξέλιξη του κατώτατου µισθού.
Αν υλοποιηθεί το σχετικό σενάριο, το µέγιστο εισόδηµα επί του οποίου επιβάλλονται εισφορές δεν θα υπολογίζεται ως πολλαπλάσιο του κατώτατου µισθού και, µε αυτόν τον τρόπο, δεν θα επηρεάζεται από τις αυξοµειώσεις του. Δηλαδή, για παράδειγµα, δεν θα αυξάνεται όποτε αυξάνεται ο κατώτατος µισθός.
Υπενθυµίζεται πως έως τον Ιανουάριο του 2019 το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα ανερχόταν στα 70.320 ευρώ (586 ευρώ x 12 x 10). Ωστόσο, µετά την αύξηση του κατώτατου µισθού από 1η/2/2019 (από τα 586 ευρώ στα 650 ευρώ) το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα αυξήθηκε κατά 7.680 ευρώ, που ήταν µεταξύ 1/1/2019 και 31/1/2019 ή 9,8%.
> Μονιµοποίηση του ισχύοντος ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αποσύνδεσή του από τον κατώτατο µισθό
Το σχετικό σενάριο προβλέπει να παραµείνει, σε µόνιµη βάση, ως έχει το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα για τους ελεύθερους επαγγελµατίες και τους αυτοαπασχολούµενους. Δηλαδή να παραµείνει και τα επόµενα χρόνια όπως είναι σήµερα, στα 78.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Έτσι, όποιος δηλώσει το 2019 εισόδηµα πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ. 90.000 ευρώ), θα πληρώσει το 2020, όπως και φέτος, εισφορές επί των 78.000 ευρώ.
Το ίδιο σενάριο περιλαµβάνει την αποσύνδεση του υπολογισµού του ύψους του ασφαλιστέου εισοδήµατος, όπως προβλέπει ο νόµος Κατρούγκαλου, πράγµα που έχει εφαρµοσθεί δύο φορές έως τώρα, το 2017 και το 2019.
Σε αυτή την περίπτωση, το µέγιστο εισόδηµα των επαγγελµατιών επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές δεν θα αυξοµειωνόταν σε περίπτωση αυξοµείωσης του κατώτατου µισθού. Με άλλα λόγια, αν, π.χ., αυξηθεί ο κατώτατος µισθός το 2020, δεν θα αυξηθεί κατά το ίδιο ποσοστό παράλληλα το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα των αυτοαπασχολούµενων.
> Μονιµοποίηση του ισχύοντος ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αφαίρεση των εισφορών από το ασφαλιστέο εισόδηµα
Πληροφορίες αναφέρουν πως επίσης εξετάζεται -ως τρίτο σενάριο- η µονιµοποίηση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος για τους επαγγελµατίες στο υφιστάµενο επίπεδο (και έτσι, έµµεσα, η αποσύνδεσή του από την εξέλιξη του κατώτατου µισθού) και ο υπολογισµός των εισφορών επί του καθαρού δηλωτέου εισοδήµατος.
Σε αυτή την περίπτωση, το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα θα παραµείνει στο σηµερινό επίπεδο των 78.000 ευρώ. Συνεπώς, όποιος δηλώσει το 2019 πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ., 82.000 ευρώ), το 2020 θα πληρώσει εισφορές επί των 78.000 ευρώ (και όχι επί των 82.000 ευρώ), ενώ, ακόµα και αν αυξηθεί ο κατώτατος µισθός το 2020, δεν θα αυξηθούν οι ανώτατες εισφορές.
Όσον αφορά τη βάση υπολογισµού των εισφορών -σύµφωνα µε το ίδιο σενάριο-, αυτή θα µειωθεί, καθώς θα αφαιρεθούν οι εισφορές που καταβλήθηκαν από τους αυτοαπασχολούµενους από το ασφαλιστέο εισόδηµα. Υπενθυµίζεται πως το 2017 οι εισφορές υπολογίζονταν µόνο επί του καθαρού εισοδήµατος που δήλωσαν οι επαγγελµατίες τον περασµένο χρόνο. Ωστόσο, η τότε κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) επέβαλε το 2018 τον υπολογισµό τους επί του αθροίσµατος του καθαρού εισοδήµατος και των καταβλητέων εισφορών µε έκπτωση 15%. Από φέτος, µάλιστα, καταργήθηκε η εν λόγω έκπτωση, αυξάνοντας, αντίστοιχα, το ύψος των κατώτατων εισφορών.
> Μείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αφαίρεση των εισφορών από το ασφαλιστέο εισόδηµα
Το σενάριο αυτό προβλέπει τη µείωση του µέγιστου εισοδήµατος επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές των επαγγελµατιών από τα 78.000 ευρώ, που είναι σήµερα, σε επίπεδο χαµηλότερο. Συνεπώς, όσοι δηλώσουν φέτος ετήσιο εισόδηµα κάτω από 78.000 ευρώ (π.χ., 75.000 ευρώ) θα καταβάλουν εισφορές επί του νέου επιπέδου κάτω των 78.000 ευρώ. Στο ίδιο σενάριο περιλαµβάνεται µη υπολογισµός των καταβλητέων εισφορών στο ασφαλιστέο εισόδηµα. Έτσι, οι εισφορές των αυτοαπασχολούµενων θα υπολογίζονται επί του καθαρού δηλωτέου εισοδήµατος. Συνεπώς, θα µειωθεί η βάση υπολογισµού των κρατήσεων και, µε αυτόν τον τρόπο, το καταβλητέο ποσό για τις κρατήσεις. Εκτιµάται πως η εφαρµογή ενός τέτοιου µέτρου θα οδηγήσει σε ελάφρυνση κοντά στο 15% όσον αφορά τις καταβλητέες εισφορές.
Τo plan Β'
> Αποσύνδεση του ασφαλιστέου από το φορολογητέο εισόδηµα
Το πιο ρηξικέλευθο σενάριο προβλέπει ουσιαστικά την κατάργηση του υφιστάµενου συστήµατος υπολογισµού των εισφορών των επαγγελµατιών, όπως αυτό εγκαθιδρύθηκε από τον νόµο Κατρούγκαλου. Και αυτό γιατί περιλαµβάνει τον υπολογισµό των κρατήσεων των επαγγελµατιών όχι µε βάση το εισόδηµα που δήλωσαν (όπως προβλέπει ο ν. Κατρούγκαλου), αλλά µε βάση κάποια προκαθορισµένα επίπεδα. Σε αυτή την περίπτωση, οι επαγγελµατίες το 2020 δεν θα πληρώσουν εισφορές µε βάση το εισόδηµα το οποίο θα δηλώσουν φέτος (ποσοστό 20,2% επί του εισοδήµατος), αλλά µε βάση κάποιες ορισµένες -από το υπουργείο Εργασίας- κλίµακες.
Μέσω ΟΑΕΔ η µείωση του µη µισθολογικού κόστους κατά 5%
Αποκλειστικά µέσω της µείωσης των συνεισπραττόµενων εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ και των τέως Οργανισµών Εργατικής Εστίας και Κατοικίας (ΟΕΕ-ΟΕΚ) θα υλοποιηθεί η κυβερνητική εξαγγελία περί µείωσης του µη µισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5 µονάδες την τετραετία 2020-2023.
Αυτό αναφέρουν έγκυρες πληροφορίες του Capital.gr από αρµόδια κυβερνητικά στελέχη, συµπληρώνοντας πως το σχέδιο, το οποίο έχει σχεδόν "κλειδώσει" στο υπουργείο Εργασίας, προβλέπει τη σταδιακή µείωση των συνεισπραττόµενων κρατήσεων υπέρ της ανεργίας, εργατικής εστίας και κατοικίας από το 6,96%, που είναι σήµερα, στο 1,96% από τα µέσα του 2020 έως το τέλος του 2023.
Αναλυτές σηµειώνουν στο Capital.gr πως αν -αντί των εισφορών του ΟΑΕΔ- µειώνονταν οι εισφορές της κύριας ασφάλισης (ΕΦΚΑ), θα ήταν αρνητικός ο αντίκτυπος για τις συντάξεις, τόσο βραχυχρόνια όσο και µακροπρόθεσµα.
Η σχεδιαζόµενη µείωση των εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ θα αφορά µόνο τους µισθωτούς οι οποίοι απασχολούνται µε συµβάσεις πλήρους απασχόλησης. Δηλαδή δεν θα µειωθούν οι εισφορές για τους µισθωτούς µερικής απασχόλησης, καθώς στόχος του υπουργού Εργασίας, κ. Βρούτση, είναι η υποστήριξη της πλήρους απασχόλησης. Σύµφωνα, µάλιστα, µε πληροφορίες του Capital.gr από κύκλους του υπουργείου Εργασίας, η εν λόγω παρέµβαση στο µη µισθολογικό κόστος θα αφορά όχι µόνο τους εργαζοµένους του ιδιωτικού, αλλά και τους εργαζοµένους του δηµόσιου τοµέα και, έτσι, θα "αγκαλιάζει" πάνω από 2 εκατοµµύρια µισθωτούς της χώρας.
Ιδιωτικός τοµέας
Η πρώτη, επί συνόλου τεσσάρων, "δόση" µείωσης (1%-1,25%) των εισφορών στον ιδιωτικό τοµέα θα συντελεστεί από την 1η Ιουλίου 2020, ενώ θα ακολουθήσουν άλλες τρεις ισόποσες µειώσεις κάθε χρόνο. Οι ασφαλιστικές κρατήσεις θα µειωθούν κατά επιπλέον 1,25% το 2021, κατά 1,25% το 2022 και επίσης κατά 1,25% το 2023.
Έτσι, το συνολικό µη µισθολογικό κόστος για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τοµέα σε τέσσερα χρόνια από σήµερα θα πέσει από το 41%, που είναι φέτος, και σταδιακά στο 36% το 2023. Αναλυτικότερα, θα µειωθεί στο 39,75% το 2020, στο 38,5% το 2021, στο 37,25% το 2022 και στο 36% το 2023.
Δύο κερδισµένοι
Η µείωση των εισφορών κατά 5 µονάδες θα "µοιραστεί" τόσο µεταξύ των εργοδοτών όσο και µεταξύ των εργατών, ωφελώντας και τις δύο πλευρές. Με άλλα λόγια, σύµφωνα µε το κυβερνητικό σχέδιο, θα µειωθούν τόσο οι εργοδοτικές όσο και οι εργατικές εισφορές, οι οποίες υπολογίζονται επί των µεικτών αποδοχών των µισθωτών.
Κατά συνέπεια, µέσω της µείωσης των εργοδοτικών εισφορών (π.χ. κατά 2%) θα αυξηθεί ισόποσα (δηλαδή κατά 2%) η ρευστότητα των εταιρειών.
Παράλληλα, µέσω της µείωσης των εργατικών εισφορών (π.χ. κατά 3%), θα σηµειωθεί ισόποση αύξηση των καθαρών αποδοχών τους.
Τι θα γίνει στο Δηµόσιο
Όσον αφορά τη µείωση των εισφορών υπέρ της ανεργίας στο Δηµόσιο, αναµένεται να υπάρξει διαφοροποίηση.
Κατά 5 µονάδες θα µειωθούν για τους συµβασιούχους αορίστου και ορισµένου χρόνου του Δηµοσίου, όπως και στους µισθωτούς του ιδιωτικού τοµέα.
Και αυτό γιατί οι συµβασιούχοι του Δηµοσίου υπάγονται στο "καθεστώς" εισφορών του τέως ΙΚΑ (καταβάλλουν εισφορές 6,96% υπέρ ΟΑΕΔ κ.λπ.), δεδοµένου ότι έχουν συµβάσεις ιδιωτικού δικαίου.
Δεν έχει ξεκαθαριστεί, όµως, ακόµη πόσο ακριβώς θα µειωθούν οι κρατήσεις υπέρ της ανεργίας των τακτικών (µονίµων) υπαλλήλων, καθώς αυτές ανέρχονται σωρευτικά στο 3% των µεικτών αποδοχών τους (έναντι 6,96%, που ισχύει για τους συµβασιούχους του Δηµοσίου και τους ιδιωτικούς υπαλλήλους).
Πώς θα καλυφθεί το κόστος
Το συνολικό δηµοσιονοµικό κόστος της µείωσης των εισφορών κατά 5 µονάδες, κατά την επόµενη 4ετία, ανέρχεται στα 2,5 δισ. ευρώ.
Δηλαδή σε ετήσια βάση -δεδοµένης της εφαρµογής της εν λόγω παρέµβασης σταδιακά µεταξύ 2020 και 2023- το κόστος φτάνει τα 625 εκατ. ευρώ. Αρµόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας ανέφεραν στο Capital.gr πως αυτό θα καλυφθεί από τον κρατικό Προϋπολογισµό.
Ο δε Προϋπολογισµός, σύµφωνα µε τις ίδιες πηγές, θα µπορέσει να καλύψει το "κενό" στον προϋπολογισµό του ΟΑΕΔ µέσα από την αύξηση των φορολογικών εσόδων, η οποία θα έρθει από την αύξηση της απασχόλησης, λόγω των κινήτρων πρόσληψης που θα φέρει -µεταξύ άλλων- η µείωση του µη µισθολογικού κόστους. Στις νέες προσλήψεις θα συνδράµει και η προσέλκυση επενδύσεων αλλά και η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων από την ελάφρυνση των ασφαλιστικών "βαρών" τους.
Εξάλλου, όπως επισηµαίνουν αναλυτές στο Capital.gr, µέσω της µείωσης εργοδοτικών εισφορών υπέρ της ανεργίας για τους συµβασιούχους του Δηµοσίου θα ωφεληθεί ο κρατικός Προϋπολογισµός, καθώς ο εργοδότης της εν λόγω κατηγορίας εργαζοµένων είναι το ίδιο το κράτος. Προς την ίδια κατεύθυνση θα συνδράµει και η επερχόµενη µείωση του πλήθους του έκτακτου προσωπικού στο Δηµόσιο.
Ο λόγος για το "µήνυµα" που µεταφέρθηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στη ΔΕΘ: Προανήγγειλε ανακοινώσεις για τη µείωση των εισφορών στους επαγγελµατίες. Πλέον, τα σενάρια "ωριµάζουν".
Οι εναλλακτικές
Σύµφωνα µε ασφαλείς πληροφορίες του Capital.gr από κυβερνητικούς κύκλους, το υπουργείο Εργασίας κινείται σε δύο βασικές κατευθύνσεις. Η πρώτη κατεύθυνση προβλέπει παρεµβάσεις στο υφιστάµενο πλαίσιο υπολογισµού των εισφορών και η δεύτερη κατεύθυνση οδηγεί ουσιαστικά στην ανατροπή του υφιστάµενου πλαισίου, καθώς προβλέπει την αποσύνδεση του ασφαλιστέου εισοδήµατος από το φορολογητέο.
Αν τελικά η κυβέρνηση αποφασίσει να διατηρηθεί το υφιστάµενο πλαίσιο, τότε προσανατολίζεται σε τέσσερις διαφορετικές εκδοχές παρεµβάσεων. Εξετάζει εναλλακτικά µέτρα που σχετίζονται µε το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα, µε τη σύνδεσή του µε τον κατώτατο µισθό και µε τη βάση υπολογισµού των εισφορών.
Μισθωτοί
Παράλληλα, στο πεδίο των εισφορών που συνδέονται µε µισθωτή εργασία πλέον έχει βρεθεί και ο τρόπος που θα εφαρµοστούν οι αλλαγές. Σύµφωνα µε τις ίδιες πληροφορίες, η πρωθυπουργική δέσµευση για µείωση του µη µισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5 µονάδες στην τετραετία 2020-2023 θα υλοποιηθεί αποκλειστικά µέσω της µείωσης των συνεισπραττόµενων εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ.
Αµφότερες αυτές οι βασικές δέσµες µέτρων (στις εργοδοτικές-εργατικές εισφορές και στις εισφορές των επαγγελµατιών) θα περιλαµβάνονται σε ασφαλιστικό νοµοσχέδιο το οποίο θα φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή. Στόχος -όπως υποστηρίζουν κύκλοι του υπουργού Εργασίας- είναι η ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης, της χρηµατοδοτικής ρευστότητας των εταιρειών, των αποδοχών των µισθωτών, αλλά και των εσόδων των ασφαλιστικών ταµείων.
Πώς θα ελαφρυνθούν τα ασφαλιστικά βάρη των αυτοαπασχολούµενων
Αλλαγές στο σύστηµα υπολογισµού των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελµατιών και αυτοαπασχολούµενων εξετάζει το υπουργείο Εργασίας. Αφετηρία είναι -σύµφωνα µε ασφαλείς πληροφορίες του Capital.gr από αρµόδιους κυβερνητικούς κύκλους- η εισπρακτική αποτυχία του συστήµατος που εισήγαγε η τέως κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ), καθώς αυτό στοίχισε µόνο το 2017 γύρω στα 500 εκατ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταµεία.
Παράλληλα, η αποτυχία του ίδιου -υπάρχοντος- νόµου αποδεικνύεται, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, από το εξαιρετικά χαµηλό ποσοστό των µη µισθωτών το οποίο πληρώνει εισφορές κατά την τελευταία τριετία (κοντά στο 60%-65%).
Γι’ αυτό στο υπουργείο Εργασίας εξετάζονται τα εναλλακτικά σενάρια που στο επίκεντρό τους έχουν ενδεχόµενες αλλαγές στο ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα, στη σχέση του µε τον κατώτατο µισθό, αλλά και µε το φορολογητέο εισόδηµα.
Τo plan A’
Στην εκδοχή διατήρησης του γενικού πλαισίου του ν. Κατρούγκαλου, εξετάζεται εναλλακτικά, σύµφωνα µε έγκυρες πηγές του Capital.gr από αρµόδια κυβερνητικά στελέχη:
> Μείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αποσύνδεσή του από τον κατώτατο µισθό
Με βάση τα σηµερινά δεδοµένα, το ανώτατο εισόδηµα επί του οποίου υπολογίζονται ασφαλιστικές εισφορές είναι, σε ετήσια βάση, τα 78.000 ευρώ. Δηλαδή το 10πλάσιο του 12πλάσιου του µεικτού κατώτατου µισθού των ανειδίκευτων εργατών, σύµφωνα µε τις ρήτρες του νόµου Κατρούγκαλου.
Αυτό σηµαίνει πως όποιος επαγγελµατίας δηλώσει πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ. 80.000 ευρώ) θα καταβάλλει εισφορές επί των 78.000 ευρώ (και όχι επί των 80.000 ευρώ).
Εκείνο το οποίο εξετάζεται, σύµφωνα µε αρµόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας, είναι η µείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος (ακόµα και έως 50%, µε βάση ορισµένες πληροφορίες). Παράλληλα, σύµφωνα µε το ίδιο σενάριο, προβλέπεται αποσύνδεση από την εξέλιξη του κατώτατου µισθού.
Αν υλοποιηθεί το σχετικό σενάριο, το µέγιστο εισόδηµα επί του οποίου επιβάλλονται εισφορές δεν θα υπολογίζεται ως πολλαπλάσιο του κατώτατου µισθού και, µε αυτόν τον τρόπο, δεν θα επηρεάζεται από τις αυξοµειώσεις του. Δηλαδή, για παράδειγµα, δεν θα αυξάνεται όποτε αυξάνεται ο κατώτατος µισθός.
Υπενθυµίζεται πως έως τον Ιανουάριο του 2019 το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα ανερχόταν στα 70.320 ευρώ (586 ευρώ x 12 x 10). Ωστόσο, µετά την αύξηση του κατώτατου µισθού από 1η/2/2019 (από τα 586 ευρώ στα 650 ευρώ) το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα αυξήθηκε κατά 7.680 ευρώ, που ήταν µεταξύ 1/1/2019 και 31/1/2019 ή 9,8%.
> Μονιµοποίηση του ισχύοντος ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αποσύνδεσή του από τον κατώτατο µισθό
Το σχετικό σενάριο προβλέπει να παραµείνει, σε µόνιµη βάση, ως έχει το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα για τους ελεύθερους επαγγελµατίες και τους αυτοαπασχολούµενους. Δηλαδή να παραµείνει και τα επόµενα χρόνια όπως είναι σήµερα, στα 78.000 ευρώ σε ετήσια βάση. Έτσι, όποιος δηλώσει το 2019 εισόδηµα πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ. 90.000 ευρώ), θα πληρώσει το 2020, όπως και φέτος, εισφορές επί των 78.000 ευρώ.
Το ίδιο σενάριο περιλαµβάνει την αποσύνδεση του υπολογισµού του ύψους του ασφαλιστέου εισοδήµατος, όπως προβλέπει ο νόµος Κατρούγκαλου, πράγµα που έχει εφαρµοσθεί δύο φορές έως τώρα, το 2017 και το 2019.
Σε αυτή την περίπτωση, το µέγιστο εισόδηµα των επαγγελµατιών επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές δεν θα αυξοµειωνόταν σε περίπτωση αυξοµείωσης του κατώτατου µισθού. Με άλλα λόγια, αν, π.χ., αυξηθεί ο κατώτατος µισθός το 2020, δεν θα αυξηθεί κατά το ίδιο ποσοστό παράλληλα το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα των αυτοαπασχολούµενων.
> Μονιµοποίηση του ισχύοντος ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αφαίρεση των εισφορών από το ασφαλιστέο εισόδηµα
Πληροφορίες αναφέρουν πως επίσης εξετάζεται -ως τρίτο σενάριο- η µονιµοποίηση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος για τους επαγγελµατίες στο υφιστάµενο επίπεδο (και έτσι, έµµεσα, η αποσύνδεσή του από την εξέλιξη του κατώτατου µισθού) και ο υπολογισµός των εισφορών επί του καθαρού δηλωτέου εισοδήµατος.
Σε αυτή την περίπτωση, το ανώτατο ασφαλιστέο εισόδηµα θα παραµείνει στο σηµερινό επίπεδο των 78.000 ευρώ. Συνεπώς, όποιος δηλώσει το 2019 πάνω από 78.000 ευρώ (π.χ., 82.000 ευρώ), το 2020 θα πληρώσει εισφορές επί των 78.000 ευρώ (και όχι επί των 82.000 ευρώ), ενώ, ακόµα και αν αυξηθεί ο κατώτατος µισθός το 2020, δεν θα αυξηθούν οι ανώτατες εισφορές.
Όσον αφορά τη βάση υπολογισµού των εισφορών -σύµφωνα µε το ίδιο σενάριο-, αυτή θα µειωθεί, καθώς θα αφαιρεθούν οι εισφορές που καταβλήθηκαν από τους αυτοαπασχολούµενους από το ασφαλιστέο εισόδηµα. Υπενθυµίζεται πως το 2017 οι εισφορές υπολογίζονταν µόνο επί του καθαρού εισοδήµατος που δήλωσαν οι επαγγελµατίες τον περασµένο χρόνο. Ωστόσο, η τότε κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) επέβαλε το 2018 τον υπολογισµό τους επί του αθροίσµατος του καθαρού εισοδήµατος και των καταβλητέων εισφορών µε έκπτωση 15%. Από φέτος, µάλιστα, καταργήθηκε η εν λόγω έκπτωση, αυξάνοντας, αντίστοιχα, το ύψος των κατώτατων εισφορών.
> Μείωση του ανώτατου ασφαλιστέου εισοδήµατος και αφαίρεση των εισφορών από το ασφαλιστέο εισόδηµα
Το σενάριο αυτό προβλέπει τη µείωση του µέγιστου εισοδήµατος επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές των επαγγελµατιών από τα 78.000 ευρώ, που είναι σήµερα, σε επίπεδο χαµηλότερο. Συνεπώς, όσοι δηλώσουν φέτος ετήσιο εισόδηµα κάτω από 78.000 ευρώ (π.χ., 75.000 ευρώ) θα καταβάλουν εισφορές επί του νέου επιπέδου κάτω των 78.000 ευρώ. Στο ίδιο σενάριο περιλαµβάνεται µη υπολογισµός των καταβλητέων εισφορών στο ασφαλιστέο εισόδηµα. Έτσι, οι εισφορές των αυτοαπασχολούµενων θα υπολογίζονται επί του καθαρού δηλωτέου εισοδήµατος. Συνεπώς, θα µειωθεί η βάση υπολογισµού των κρατήσεων και, µε αυτόν τον τρόπο, το καταβλητέο ποσό για τις κρατήσεις. Εκτιµάται πως η εφαρµογή ενός τέτοιου µέτρου θα οδηγήσει σε ελάφρυνση κοντά στο 15% όσον αφορά τις καταβλητέες εισφορές.
Τo plan Β'
> Αποσύνδεση του ασφαλιστέου από το φορολογητέο εισόδηµα
Το πιο ρηξικέλευθο σενάριο προβλέπει ουσιαστικά την κατάργηση του υφιστάµενου συστήµατος υπολογισµού των εισφορών των επαγγελµατιών, όπως αυτό εγκαθιδρύθηκε από τον νόµο Κατρούγκαλου. Και αυτό γιατί περιλαµβάνει τον υπολογισµό των κρατήσεων των επαγγελµατιών όχι µε βάση το εισόδηµα που δήλωσαν (όπως προβλέπει ο ν. Κατρούγκαλου), αλλά µε βάση κάποια προκαθορισµένα επίπεδα. Σε αυτή την περίπτωση, οι επαγγελµατίες το 2020 δεν θα πληρώσουν εισφορές µε βάση το εισόδηµα το οποίο θα δηλώσουν φέτος (ποσοστό 20,2% επί του εισοδήµατος), αλλά µε βάση κάποιες ορισµένες -από το υπουργείο Εργασίας- κλίµακες.
Μέσω ΟΑΕΔ η µείωση του µη µισθολογικού κόστους κατά 5%
Αποκλειστικά µέσω της µείωσης των συνεισπραττόµενων εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ και των τέως Οργανισµών Εργατικής Εστίας και Κατοικίας (ΟΕΕ-ΟΕΚ) θα υλοποιηθεί η κυβερνητική εξαγγελία περί µείωσης του µη µισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5 µονάδες την τετραετία 2020-2023.
Αυτό αναφέρουν έγκυρες πληροφορίες του Capital.gr από αρµόδια κυβερνητικά στελέχη, συµπληρώνοντας πως το σχέδιο, το οποίο έχει σχεδόν "κλειδώσει" στο υπουργείο Εργασίας, προβλέπει τη σταδιακή µείωση των συνεισπραττόµενων κρατήσεων υπέρ της ανεργίας, εργατικής εστίας και κατοικίας από το 6,96%, που είναι σήµερα, στο 1,96% από τα µέσα του 2020 έως το τέλος του 2023.
Αναλυτές σηµειώνουν στο Capital.gr πως αν -αντί των εισφορών του ΟΑΕΔ- µειώνονταν οι εισφορές της κύριας ασφάλισης (ΕΦΚΑ), θα ήταν αρνητικός ο αντίκτυπος για τις συντάξεις, τόσο βραχυχρόνια όσο και µακροπρόθεσµα.
Η σχεδιαζόµενη µείωση των εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ θα αφορά µόνο τους µισθωτούς οι οποίοι απασχολούνται µε συµβάσεις πλήρους απασχόλησης. Δηλαδή δεν θα µειωθούν οι εισφορές για τους µισθωτούς µερικής απασχόλησης, καθώς στόχος του υπουργού Εργασίας, κ. Βρούτση, είναι η υποστήριξη της πλήρους απασχόλησης. Σύµφωνα, µάλιστα, µε πληροφορίες του Capital.gr από κύκλους του υπουργείου Εργασίας, η εν λόγω παρέµβαση στο µη µισθολογικό κόστος θα αφορά όχι µόνο τους εργαζοµένους του ιδιωτικού, αλλά και τους εργαζοµένους του δηµόσιου τοµέα και, έτσι, θα "αγκαλιάζει" πάνω από 2 εκατοµµύρια µισθωτούς της χώρας.
Ιδιωτικός τοµέας
Η πρώτη, επί συνόλου τεσσάρων, "δόση" µείωσης (1%-1,25%) των εισφορών στον ιδιωτικό τοµέα θα συντελεστεί από την 1η Ιουλίου 2020, ενώ θα ακολουθήσουν άλλες τρεις ισόποσες µειώσεις κάθε χρόνο. Οι ασφαλιστικές κρατήσεις θα µειωθούν κατά επιπλέον 1,25% το 2021, κατά 1,25% το 2022 και επίσης κατά 1,25% το 2023.
Έτσι, το συνολικό µη µισθολογικό κόστος για τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τοµέα σε τέσσερα χρόνια από σήµερα θα πέσει από το 41%, που είναι φέτος, και σταδιακά στο 36% το 2023. Αναλυτικότερα, θα µειωθεί στο 39,75% το 2020, στο 38,5% το 2021, στο 37,25% το 2022 και στο 36% το 2023.
Δύο κερδισµένοι
Η µείωση των εισφορών κατά 5 µονάδες θα "µοιραστεί" τόσο µεταξύ των εργοδοτών όσο και µεταξύ των εργατών, ωφελώντας και τις δύο πλευρές. Με άλλα λόγια, σύµφωνα µε το κυβερνητικό σχέδιο, θα µειωθούν τόσο οι εργοδοτικές όσο και οι εργατικές εισφορές, οι οποίες υπολογίζονται επί των µεικτών αποδοχών των µισθωτών.
Κατά συνέπεια, µέσω της µείωσης των εργοδοτικών εισφορών (π.χ. κατά 2%) θα αυξηθεί ισόποσα (δηλαδή κατά 2%) η ρευστότητα των εταιρειών.
Παράλληλα, µέσω της µείωσης των εργατικών εισφορών (π.χ. κατά 3%), θα σηµειωθεί ισόποση αύξηση των καθαρών αποδοχών τους.
Τι θα γίνει στο Δηµόσιο
Όσον αφορά τη µείωση των εισφορών υπέρ της ανεργίας στο Δηµόσιο, αναµένεται να υπάρξει διαφοροποίηση.
Κατά 5 µονάδες θα µειωθούν για τους συµβασιούχους αορίστου και ορισµένου χρόνου του Δηµοσίου, όπως και στους µισθωτούς του ιδιωτικού τοµέα.
Και αυτό γιατί οι συµβασιούχοι του Δηµοσίου υπάγονται στο "καθεστώς" εισφορών του τέως ΙΚΑ (καταβάλλουν εισφορές 6,96% υπέρ ΟΑΕΔ κ.λπ.), δεδοµένου ότι έχουν συµβάσεις ιδιωτικού δικαίου.
Δεν έχει ξεκαθαριστεί, όµως, ακόµη πόσο ακριβώς θα µειωθούν οι κρατήσεις υπέρ της ανεργίας των τακτικών (µονίµων) υπαλλήλων, καθώς αυτές ανέρχονται σωρευτικά στο 3% των µεικτών αποδοχών τους (έναντι 6,96%, που ισχύει για τους συµβασιούχους του Δηµοσίου και τους ιδιωτικούς υπαλλήλους).
Πώς θα καλυφθεί το κόστος
Το συνολικό δηµοσιονοµικό κόστος της µείωσης των εισφορών κατά 5 µονάδες, κατά την επόµενη 4ετία, ανέρχεται στα 2,5 δισ. ευρώ.
Δηλαδή σε ετήσια βάση -δεδοµένης της εφαρµογής της εν λόγω παρέµβασης σταδιακά µεταξύ 2020 και 2023- το κόστος φτάνει τα 625 εκατ. ευρώ. Αρµόδια στελέχη του υπουργείου Εργασίας ανέφεραν στο Capital.gr πως αυτό θα καλυφθεί από τον κρατικό Προϋπολογισµό.
Ο δε Προϋπολογισµός, σύµφωνα µε τις ίδιες πηγές, θα µπορέσει να καλύψει το "κενό" στον προϋπολογισµό του ΟΑΕΔ µέσα από την αύξηση των φορολογικών εσόδων, η οποία θα έρθει από την αύξηση της απασχόλησης, λόγω των κινήτρων πρόσληψης που θα φέρει -µεταξύ άλλων- η µείωση του µη µισθολογικού κόστους. Στις νέες προσλήψεις θα συνδράµει και η προσέλκυση επενδύσεων αλλά και η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων από την ελάφρυνση των ασφαλιστικών "βαρών" τους.
Εξάλλου, όπως επισηµαίνουν αναλυτές στο Capital.gr, µέσω της µείωσης εργοδοτικών εισφορών υπέρ της ανεργίας για τους συµβασιούχους του Δηµοσίου θα ωφεληθεί ο κρατικός Προϋπολογισµός, καθώς ο εργοδότης της εν λόγω κατηγορίας εργαζοµένων είναι το ίδιο το κράτος. Προς την ίδια κατεύθυνση θα συνδράµει και η επερχόµενη µείωση του πλήθους του έκτακτου προσωπικού στο Δηµόσιο.