Στη μέγγενη αυστηρής, πολυετούς εποπτείας, θα διατηρήσουν οι πιστωτές την ελληνική οικονομία ακόμη και μετά το τέλος του προγράμματος.
Η νέα φάση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, που αναμένεται, πια, να πάρει σάρκα και οστά μετά τις γερμανικές εκλογές για να ξεκινήσει να υλοποιείται μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, το 2018, φέρνει -de facto- νέο μηχανισμό εποπτείας. Το θέμα, σιωπηρά βρίσκεται στο σκεπτικό των Θεσμών, και μπορεί να μην αποτελεί φλέγουσα προτεραιότητα, αλλά είναι κεφάλαιο που δεν θα καθυστερήσει να ανοίξει. Μοιραία θα ξεκινήσει να εξετάζεται, μετά τις γερμανικές εκλογές το φθινόπωρο, με νέο κύκλο διαπραγματεύσεων για την επόμενη μέρα στην Ελλάδα, αφού τότε θα απομένει διάστημα μικρότερο του έτους, έως τη λήξη του τρίτου Μνημονίου, το καλοκαίρι του 2018. Σε εκείνο τον κύκλο διαπραγματεύσεων θα ενταχθεί, όπως όλα δείχνουν, η εξειδίκευση της επόμενης, μεσομακροπρόθεσμης φάσης αναδιάρθρωσης του χρέους, αλλά και του πλαισίου εποπτείας που θα συνοδεύει την υλοποίησή του τα επόμενα χρόνια.
Ήδη ξένοι διπλωμάτες, «φωτογραφίζουν» καθεστώς ισχυρής αιρεσιμότητας (conditionality) - δηλαδή συγκεκριμένων όρων που πρέπει να εκπληρώνει η Ελλάδα για να «κερδίζει» τη σταδιακή, εφαρμογή του νέου πακέτου μέτρων για το χρέος.
Αν και στη φάση αυτή όλα είναι ρευστά, αφού η αξιολόγηση παραμένει ανοικτή και οι μεγάλοι χρηματοδότες της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, η Γαλλία και η Γερμανία να βρίσκονται ενώπιον κρίσιμων εκλογών, η διαχείριση του ελληνικού προβλήματος, εντός ευρώ, μετά το 2018 θεωρείται πως είναι, μέσες άκρες, προδιαγεγραμμένη.
Τέταρτο Μνημόνιο και... άλλα σενάρια
Στο ιδανικό σενάριο, ξένοι θεωρούν ως πιθανότερη εξέλιξη, μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος η χώρα να «γλιτώσει» ένα νέο Μνημόνιο, με παροχή δηλαδή νέου δανείου. Θα μπορούσε όμως να «περάσει» σε καθεστώς πιστωτικής διευκόλυνσης, το πλαίσιο δηλαδή που διαπραγματευόταν η χώρα, πριν από τις εκλογές του 2015, και το οποίο είναι σχεδιασμένο να λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας έναντι των αγορών.
Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα δεν θα παίρνει δόσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αφού θεωρητικά θα έχει ανοίξει ο δρόμος των αγορών για δανεισμό με ανεκτό κόστος, αλλά θα έχει την εγγύηση από την Ευρωζώνη πως θα υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια για αυτή, εφόσον τηρούνται συγκεκριμένα προαπαιτούμενα. Ο μηχανισμός αυτός λειτουργεί πρακτικά σαν ασφάλιστρο κινδύνου έναντι των αγορών, και ο σχεδιασμός του στοχεύει στη διευκόλυνση της χώρας να εδραιώσει πρόσβαση στις αγορές, τον πιο αυστηρό κριτή για μια οικονομία, αφού εκεί δεν χωρούν πολιτικές διαπραγματεύσεις και ελιγμοί.
Στο πιο δυσμενές σενάριο, η χώρα θα μπορούσε να βρεθεί ενώπιον της ανάγκης ενός τέταρτου Μνημονίου, με παροχή νέας χρηματοδότησης από την Ευρωζώνη, ίσως και από το ΔΝΤ. Εδώ σαφώς τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα, αφού μια τέτοια εξέλιξη, εγκυμονεί και άλλους, πιο ακραίους κινδύνους για τη χώρα, και στην καλή εκδοχή αυτού του σεναρίου, η εποπτεία θα είναι και πιο αυστηρή και πιο τακτική.
Σε όλα πάντως τα πιθανά σενάρια για την επόμενη μέρα, η Ελλάδα έχει διασφαλισμένο ένα πλαίσιο πολυετούς εποπτείας από τους πιστωτές, με προκαθορισμένες απαιτήσεις για δημοσιονομικούς στόχους και μεταρρυθμίσεις, και εκείνο που παραμένει απροσδιόριστο είναι πόσο ασφυκτικό θα είναι αυτό.
«Έχουμε δει πολλά από την Ελλάδα...»
Άλλωστε η διάθεση των πιστωτών διαφάνηκε και από την κατεύθυνση που αποφασίστηκε στο τελευταίο Eurogroup με τους πιστωτές, στη βάση της ατζέντας του ΔΝΤ να απαιτούν προκαταβολική νομοθέτηση μέτρων που θα εφαρμοστούν τελικά, μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος. Αυτό αποτυπώνει, όχι μόνο τις πιέσεις που δέχονται μεγάλοι πιστωτές της χώρας λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων στο εσωτερικό τους αλλά και την ισχυρή δυσπιστία που κυριαρχεί στους πιστωτές προς την ικανότητα και τη βούληση του πολιτικού δυναμικού της χώρας, ανεξαρτήτως αποχρώσεων, να κάνει κτήμα του τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.