Η λιτότητα δεν απέδωσε και δεν μπορεί να δώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα σε μια χώρα που προσπαθεί να «βγει» από την κρίση. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα των απόψεων που ακούγονται τόσο από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης όσο και από ορισμένους εκπροσώπους των δανειστών.
Όλοι συμφωνούν, υποτίθεται, ότι πρέπει να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους της προσπάθειας και των επερχόμενων μέτρων στην κατεύθυνση της ανάπτυξης και των μεταρρυθμίσεων.
Πολύ σωστά, θα έλεγε σε πρώτο χρόνο, κάθε καλόπιστος πολίτης αυτής της χώρας.
Γιατί είναι αλήθεια ότι παρά τη σκληρή και παρατεταμένη λιτότητα που είχαμε τα χρόνια της κρίσης, δεν δημιουργήθηκαν συνθήκες για επενδύσεις και ανάπτυξη.
Είναι επίσης αλήθεια, ότι οι μεταρρυθμίσεις ήταν λιγότερες από εκείνες που χρειάζονται πραγματικά, για να αντιμετωπιστούν χρόνιες παθογένειες και να λειτουργήσουμε ως χώρα σύγχρονη, με αποτελεσματική διοίκηση, με θεσμούς που λειτουργούν, με κανόνες δικαίου.
Την ίδια στιγμή όμως που ξορκίζουμε δήθεν τη λιτότητα, η λιτότητα είναι παρούσα και μάλιστα με ακόμη σκληρότερους όρους. Είναι παρούσα με τα νέα μέτρα που φαίνεται ότι θα συμφωνήσουν η κυβέρνηση και οι Θεσμοί μετά την αρχική συμφωνία που επετεύχθη στη συνεδρίαση του Euro group της 20ής Φεβρουαρίου.
Εκείνο όμως που επίσης φαίνεται, είναι η μεγάλη απόκλιση μεταξύ λόγων και έργων, μεταξύ βαρύγδουπων δηλώσεων περί νέας πορείας και μιας νέας σκληρής πραγματικότητας που διαμορφώνεται.
Πώς αλλιώς μπορεί εξηγηθεί το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που μιλούν για το τέλος της λιτότητας, προετοιμάζουν τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου;
Είναι ή δεν είναι τα συγκεκριμένα μέτρα, μέτρα λιτότητας που θα οδηγήσουν στη μείωση του εισοδήματος για εκατομμύρια μισθωτούς και συνταξιούχους;
Έχουμε από τη μία πλευρά την κυβέρνηση να διατυμπανίζει ότι δεν πρόκειται να πάρει μέτρα «ούτε ένα ευρώ» και την ίδια στιγμή έχει αποδεχτεί τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,5 δισ. ευρώ τουλάχιστον και παράλληλα τη μείωση του αφορολόγητου. Σε λίγες ημέρες θα αρχίσουν να «παίζουν» τα σενάρια για το ποιοι συνταξιούχοι και πόσο θα χάσουν από τη σύνταξή τους. Θα είναι όλοι, θα είναι όσοι έχουν πάνω από τα 800 ευρώ ή τα 1.000 για να «βγει» ο νέος λογαριασμός; Μία από τα... ίδια, λοιπόν.
Από την άλλη πλευρά, οι δανειστές που υποτίθεται ότι άλλαξαν μυαλά και αναγνώρισαν τα λάθη που έγιναν στο ελληνικό πρόγραμμα, θεωρούν ως βασικές προτεραιότητες τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού και των εργασιακών σχέσεων.
Και σε ό,τι αφορά το πρώτο, δεν είναι αυτοί που λίγους μήνες πριν ενέκριναν την ασφαλιστική μεταρρύθμιση;
Πολλοί είμαστε όσοι υποστηρίξαμε και υποστηρίζουμε ότι «δεν βγαίνει» ο λογαριασμός με αυτή τη μεταρρύθμιση. Όμως ψηφίστηκε με θριαμβολογίες από την κυβέρνηση και με τις ευλογίες των Θεσμών.
Τι άλλο θέλουν τώρα;
Δεν αντιλαμβάνονται ότι μεταρρύθμιση δεν μπορεί να είναι η παραπέρα μείωση των συντάξεων, αλλά, η μείωση των εξοντωτικών εισφορών και φόρων και η παροχή κινήτρων ασφάλισης μέσα από την αναλογικότερη προσέγγιση εισφορών- παροχών και όχι η πλήρης ισοπέδωση που έχει επέλθει.
Την ίδια στιγμή δεν «κάνουν πίσω» στα εργασιακά.
Σε μια χώρα που δεν έχει μείνει τίποτα όρθιο, σε σχέση με τα εργασιακά δικαιώματα, κυρίως λόγω των συνθηκών που επικρατούν στην πραγματική οικονομία.
Σε μια χώρα που οι μισοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δεν πληρώνονται καν το μειωμένο μισθό τους.
Οι Θεσμοί εξακολουθούν να θεωρούν ως «κορωνίδα» των μεταρρυθμίσεων τις εργασιακές σχέσεις.
Και μετά σου λένε οι «ντόπιοι» διαπραγματευτές και οι υποστηρικτές τους ότι πνέει νέος αέρας στην Ευρώπη.
Η πραγματικότητα είναι ότι όποιο και αν είναι το περιτύλιγμα, όσο και αν κάποιοι προσπαθούν να βαφτίσουν το κρέας ψάρι, η πορεία μας και τα μέτρα δεν είναι απλά μία από τα ίδια, αλλά μία από τα χειρότερα.
Αν μη τι άλλο, αυτή η στιγμή εκείνο που δεν αντέχεται, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η κοροϊδία.
Γνωρίζουμε ότι τα πράγματα είναι ιδιαίτερα δύσκολα και δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο όταν η διαπραγμάτευση «σέρνεται» για πολλούς μήνες και επιχειρείται να κλείσει όταν πλησιάζει η ώρα να χρειαστεί η χώρα τα δανεικά.
Όμως δεν μπορεί παρά να λέγεται η αλήθεια για αυτά που πρόκειται να υποστούμε
Τα λεγόμενα αντίμετρα δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να ανακουφίσουν όσους θα υποστούν τις συνέπειες των νέων επώδυνων μέτρων.
Αυτή δυστυχώς είναι η πραγματικότητα που δεν κρύβεται και όσοι κάνουν προσπάθεια να παρουσιάσουν μια διαφορετική εικόνα, μέσα από νέες ψεύτικες ελπίδες που καλλιεργούν, εκτίθενται για μία ακόμη φορά.