Την έκδοση ετήσιου προγράμματος εκδόσεων ελληνικών ομολόγων ώστε οι αγορές να είναι εγκαίρως και σωστά ενημερωμένες για τις προθέσεις της κυβέρνησης και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) προβλέπει ο σχεδιασμός εν όψει της εξόδου της Ελλάδας από τα μνημόνια στις 20 Αυγούστου.
Ανεξάρτητα από το αν θα δημιουργηθούν ή όχι το επόμενο διάστημα οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να εκδοθεί ένα ακόμη ελληνικό ομόλογο -το σχέδιο που υπάρχει στο συρτάρι προβλέπει την άντληση περίπου 3 δισ. ευρώ ακόμη και με έναν τίτλο 10ετούς διάρκειας- πρόθεση του ΟΔΔΗΧ είναι να ξαναχτίσει σε οργανωμένη βάση τις σχέσεις με τις αγορές, οι οποίες πρακτικά έχουν διακοπεί -με την εξαίρεση των 3-4 εκδόσεων που έγιναν έκτοτε- από την άνοιξη του 2010. Πάντως, το σενάριο άμεσης εξόδου στις αγορές δεν φαίνεται να μπορεί να προχωρήσει στο προσεχές διάστημα. Οι ιθύνοντες έχουν θέσει ως στόχο, η συζήτηση περί νέας έκδοσης να φτάσει σε στάδιο υλοποίηση μόνο αν το spread του ελληνικού ομολόγου υποχωρήσει προς την περιοχή του 3,5%.
Η βιωσιμότητα του χρέους
Κρίσιμη για την πορεία της απόδοσης θα είναι και η λεκτική διατύπωση που θα υιοθετήσει σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά και οι επόμενες εκθέσεις από τους οίκους αξιολόγησης, με την πρώτη να εκδίδεται στις 10 Αυγούστου από τον οίκο Fitsch.
Ένα από τα σενάρια τοποθετεί χρονικά την επόμενη έκδοση για τον Σεπτέμβριο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο ΟΔΔΗΧ βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας καθώς είναι δεδομένη η επιθυμία η επικείμενη έξοδος από τα μνημόνια να «κεφαλαιοποιηθεί» με τουλάχιστον μια επιτυχημένη έξοδο το επόμενο διάστημα. Ως θετικό λειτουργεί το γεγονός ότι οι αποδόσεις αυτή τη στιγμή είναι θετικές και για τις δύο πλευρές: και για την ελληνική η οποία θα μπορεί να δανειστεί με κόστος κάτω του 4% και για τους επενδυτές οι οποίοι θα μπορούν να εξασφαλίσουν μια υψηλότερη απόδοση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.
Ο στόχος, οι τόκοι και το πλεόνασμα
Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, o στόχος είναι με τις εκδόσεις των επόμενων ετών να μην αντλούνται από τις αγορές περισσότερα κεφάλαια από αυτά που απαιτούνται για να αποπληρωθεί το τμήμα του χρέους που θα ωριμάζει σε ετήσια βάση. Ουσιαστικά το ζητούμενο με αυτόν τον τρόπο είναι να μειώνεται συνεχώς η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ, όπως επίσης και η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησης του χρέους και πάλι αναλογικά με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Αυτό θα συμβαίνει διότι οι νέες εκδόσεις θα καλύπτουν τα «χρεολύσια» (δηλαδή, τις λήξεις των ομολόγων ή τις δόσεις προς τον επίσημο μηχανισμό), ενώ με το πρωτογενές πλεόνασμα θα πληρώνονται οι τόκοι. Ειδικά για το 2019, οι ωριμάνσεις χρέους ανέρχονται σε περίπου 10-11 δισ. ευρώ, ενώ για το 2020 και για το 2021 το αντίστοιχο ποσό περιορίζεται κατά τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ. Έτσι, πρακτικά ο ΟΔΔΗΧ δεν θα χρειάζεται να προχωρεί σε περισσότερες από 3-4 εκδόσεις νέων ομολόγων σε ετήσια βάση.
Ανεξάρτητα από το αν θα δημιουργηθούν ή όχι το επόμενο διάστημα οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να εκδοθεί ένα ακόμη ελληνικό ομόλογο -το σχέδιο που υπάρχει στο συρτάρι προβλέπει την άντληση περίπου 3 δισ. ευρώ ακόμη και με έναν τίτλο 10ετούς διάρκειας- πρόθεση του ΟΔΔΗΧ είναι να ξαναχτίσει σε οργανωμένη βάση τις σχέσεις με τις αγορές, οι οποίες πρακτικά έχουν διακοπεί -με την εξαίρεση των 3-4 εκδόσεων που έγιναν έκτοτε- από την άνοιξη του 2010. Πάντως, το σενάριο άμεσης εξόδου στις αγορές δεν φαίνεται να μπορεί να προχωρήσει στο προσεχές διάστημα. Οι ιθύνοντες έχουν θέσει ως στόχο, η συζήτηση περί νέας έκδοσης να φτάσει σε στάδιο υλοποίηση μόνο αν το spread του ελληνικού ομολόγου υποχωρήσει προς την περιοχή του 3,5%.
Η βιωσιμότητα του χρέους
Κρίσιμη για την πορεία της απόδοσης θα είναι και η λεκτική διατύπωση που θα υιοθετήσει σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά και οι επόμενες εκθέσεις από τους οίκους αξιολόγησης, με την πρώτη να εκδίδεται στις 10 Αυγούστου από τον οίκο Fitsch.
Ένα από τα σενάρια τοποθετεί χρονικά την επόμενη έκδοση για τον Σεπτέμβριο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν ληφθεί οριστικές αποφάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο ΟΔΔΗΧ βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ετοιμότητας καθώς είναι δεδομένη η επιθυμία η επικείμενη έξοδος από τα μνημόνια να «κεφαλαιοποιηθεί» με τουλάχιστον μια επιτυχημένη έξοδο το επόμενο διάστημα. Ως θετικό λειτουργεί το γεγονός ότι οι αποδόσεις αυτή τη στιγμή είναι θετικές και για τις δύο πλευρές: και για την ελληνική η οποία θα μπορεί να δανειστεί με κόστος κάτω του 4% και για τους επενδυτές οι οποίοι θα μπορούν να εξασφαλίσουν μια υψηλότερη απόδοση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης.
Ο στόχος, οι τόκοι και το πλεόνασμα
Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, o στόχος είναι με τις εκδόσεις των επόμενων ετών να μην αντλούνται από τις αγορές περισσότερα κεφάλαια από αυτά που απαιτούνται για να αποπληρωθεί το τμήμα του χρέους που θα ωριμάζει σε ετήσια βάση. Ουσιαστικά το ζητούμενο με αυτόν τον τρόπο είναι να μειώνεται συνεχώς η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ, όπως επίσης και η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησης του χρέους και πάλι αναλογικά με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Αυτό θα συμβαίνει διότι οι νέες εκδόσεις θα καλύπτουν τα «χρεολύσια» (δηλαδή, τις λήξεις των ομολόγων ή τις δόσεις προς τον επίσημο μηχανισμό), ενώ με το πρωτογενές πλεόνασμα θα πληρώνονται οι τόκοι. Ειδικά για το 2019, οι ωριμάνσεις χρέους ανέρχονται σε περίπου 10-11 δισ. ευρώ, ενώ για το 2020 και για το 2021 το αντίστοιχο ποσό περιορίζεται κατά τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ. Έτσι, πρακτικά ο ΟΔΔΗΧ δεν θα χρειάζεται να προχωρεί σε περισσότερες από 3-4 εκδόσεις νέων ομολόγων σε ετήσια βάση.