"Αυτή είναι μια ημέρα ανεξαρτησίας", ανέφερε από την Ιθάκη, το νησί του Οδυσσέα, ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αλλά στην πραγματικότητα η "απελευθερωμένη" χώρα θα παραμείνει αλυσοδεμένη για δεκαετίες από τις αγορές και τους πιστωτές της, αναφέρει σε άρθρο της η βρετανική The Telegraph.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες που επιβλήθηκαν από τους δανειστές θα περιορίσουν τις δαπάνες για τα επόμενα 42 χρόνια, ενώ η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών είναι ζωτικής σημασίας στην προσπάθεια της χώρας να δανείζεται στο μέλλον με χαμηλά επιτόκια.
Σύμφωνα με την εφημερίδα οι φωνές που θα ζητούν χαλάρωση των δημοσιονομικών μέτρων αναμένεται να αυξηθούν πριν από τις εθνικές εκλογές, που εκτός απροόπτου είναι προγραμματισμένες για τον Οκτώβριο του 2019.
Την ώρα που οι Έλληνες είναι εξουθενωμένοι από τα συνεχή μέτρα λιτότητας, πιθανώς να επιλέξουν την οδό της σύγκρουσης με τους πιστωτές και τις αγορές.
Σύμφωνα με τον Τζακ Άλεν, αναλυτή της Capital Economics, το πολιτικό προσωπικό της χώρας θα πρέπει να κλείσει τα αυτιά του στις φωνές που ζητούν την ανατροπή των μεταρρυθμίσεων και κυρίως αυτών που αφορούν τον τομέα των συντάξεων. "Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα υπάρχει ένας γερασμένος πληθυσμός, που έχει υποστεί μεγάλες περικοπές στις συντάξεις, θα υπάρχει μεγάλη πίεση για αντιστροφή των νέων περικοπών", συμπληρώνει.
Υπό το αυστηρό βλέμμα των Βρυξελλών
Ο Κάρστεν Έσσε, οικονομολόγος του Berenberg, θεωρεί πολύ πιθανό το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών λόγω της κατάρρευσης της κυβέρνησης συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μάλιστα ο Έσσε αναφέρει ότι ο Μητσοτάκης "χαίρει υψηλής εκτίμησης στην οικονομική κοινότητα". Όμως η οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση προκύψει θα τελεί υπό το αυστηρό βλέμμα των Βρυξελλών.
Όπως αναφέρει η Telegraph, η Ελλάδα ως το 2022 θα πρέπει να έχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,4% και 2,2% ως το 2060, κάτι που το χαρακτηρίζει ως "γελοιότητα που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα", προσθέτοντας ότι κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί να συμβεί.
Σύμφωνα με τον Άλεν, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια τεράστια επιτάχυνση της ανάπτυξής της, η οποία όμως φαντάζει απίθανη. "Είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζουμε από πού θα έρθει αυτή η ανάπτυξη", συμπληρώνει.
Ένας άλλος τομέας προβληματισμού είναι οι εξελίξεις σε Τουρκία και Ιταλία. Σύμφωνα με την Telegraph, η Ελλάδα σχεδίαζε το φθινόπωρο μια έξοδο στις αγορές, αλλά οι αναταράξεις σε αυτές τις δύο χώρες την ανάγκασαν να το ξανασκεφτεί. Η χώρα προχώρησε σε εκδόσεις ομολόγων μικρής διάρκειας, αλλά τίποτα στο επίπεδο και το μέγεθος που θα χαρακτήριζε μια κανονική και λειτουργική κυβέρνηση.
Από την πλευρά του ο Έσσε θεωρεί ότι, αν η κυβέρνηση Τσίπρα αρχίσει την προεκλογική ρητορική περί αντιστροφής των μεταρρυθμίσεων, αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνο για την ήδη εύθραυστη εμπιστοσύνη των αγορών στην Ελλάδα. "Αν οι επενδυτές τρομάξουν και τα επιτόκια των 10ετών ομολόγων ξεπεράσουν το 7%, τότε η αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους θα γίνει πολύ ακριβή για την Αθήνα. Έτσι θα έχουν ακόμα λιγότερα χρήματα για το κράτος πρόνοιας και τις περικοπές φόρων", αναφέρει ο Έσσε. Και συμπληρώνει ότι "αυτό είναι το κυριότερο ρίσκο που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα τους επόμενους 24 μήνες".
Ολοκληρώνοντας, η Telegraph αναφέρει ότι η τύχη της Ελλάδας πλέον είναι στα χέρια των αγορών. Όμως για τους Έλληνες που έχουν χτυπηθεί σκληρά από τη λιτότητα, η Οδύσσειά τους μόλις ξεκινά.
Οι δημοσιονομικοί κανόνες που επιβλήθηκαν από τους δανειστές θα περιορίσουν τις δαπάνες για τα επόμενα 42 χρόνια, ενώ η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών είναι ζωτικής σημασίας στην προσπάθεια της χώρας να δανείζεται στο μέλλον με χαμηλά επιτόκια.
Σύμφωνα με την εφημερίδα οι φωνές που θα ζητούν χαλάρωση των δημοσιονομικών μέτρων αναμένεται να αυξηθούν πριν από τις εθνικές εκλογές, που εκτός απροόπτου είναι προγραμματισμένες για τον Οκτώβριο του 2019.
Την ώρα που οι Έλληνες είναι εξουθενωμένοι από τα συνεχή μέτρα λιτότητας, πιθανώς να επιλέξουν την οδό της σύγκρουσης με τους πιστωτές και τις αγορές.
Σύμφωνα με τον Τζακ Άλεν, αναλυτή της Capital Economics, το πολιτικό προσωπικό της χώρας θα πρέπει να κλείσει τα αυτιά του στις φωνές που ζητούν την ανατροπή των μεταρρυθμίσεων και κυρίως αυτών που αφορούν τον τομέα των συντάξεων. "Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα υπάρχει ένας γερασμένος πληθυσμός, που έχει υποστεί μεγάλες περικοπές στις συντάξεις, θα υπάρχει μεγάλη πίεση για αντιστροφή των νέων περικοπών", συμπληρώνει.
Υπό το αυστηρό βλέμμα των Βρυξελλών
Ο Κάρστεν Έσσε, οικονομολόγος του Berenberg, θεωρεί πολύ πιθανό το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών λόγω της κατάρρευσης της κυβέρνησης συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Μάλιστα ο Έσσε αναφέρει ότι ο Μητσοτάκης "χαίρει υψηλής εκτίμησης στην οικονομική κοινότητα". Όμως η οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση προκύψει θα τελεί υπό το αυστηρό βλέμμα των Βρυξελλών.
Όπως αναφέρει η Telegraph, η Ελλάδα ως το 2022 θα πρέπει να έχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,4% και 2,2% ως το 2060, κάτι που το χαρακτηρίζει ως "γελοιότητα που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα", προσθέτοντας ότι κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί να συμβεί.
Σύμφωνα με τον Άλεν, η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια τεράστια επιτάχυνση της ανάπτυξής της, η οποία όμως φαντάζει απίθανη. "Είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζουμε από πού θα έρθει αυτή η ανάπτυξη", συμπληρώνει.
Ένας άλλος τομέας προβληματισμού είναι οι εξελίξεις σε Τουρκία και Ιταλία. Σύμφωνα με την Telegraph, η Ελλάδα σχεδίαζε το φθινόπωρο μια έξοδο στις αγορές, αλλά οι αναταράξεις σε αυτές τις δύο χώρες την ανάγκασαν να το ξανασκεφτεί. Η χώρα προχώρησε σε εκδόσεις ομολόγων μικρής διάρκειας, αλλά τίποτα στο επίπεδο και το μέγεθος που θα χαρακτήριζε μια κανονική και λειτουργική κυβέρνηση.
Από την πλευρά του ο Έσσε θεωρεί ότι, αν η κυβέρνηση Τσίπρα αρχίσει την προεκλογική ρητορική περί αντιστροφής των μεταρρυθμίσεων, αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνο για την ήδη εύθραυστη εμπιστοσύνη των αγορών στην Ελλάδα. "Αν οι επενδυτές τρομάξουν και τα επιτόκια των 10ετών ομολόγων ξεπεράσουν το 7%, τότε η αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους θα γίνει πολύ ακριβή για την Αθήνα. Έτσι θα έχουν ακόμα λιγότερα χρήματα για το κράτος πρόνοιας και τις περικοπές φόρων", αναφέρει ο Έσσε. Και συμπληρώνει ότι "αυτό είναι το κυριότερο ρίσκο που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα τους επόμενους 24 μήνες".
Ολοκληρώνοντας, η Telegraph αναφέρει ότι η τύχη της Ελλάδας πλέον είναι στα χέρια των αγορών. Όμως για τους Έλληνες που έχουν χτυπηθεί σκληρά από τη λιτότητα, η Οδύσσειά τους μόλις ξεκινά.