Συναγερμός έχει σημάνει στο υπουργείο Οικονομικών για τους αποκαρδιωτικούς ρυθμούς διευθέτησης των κόκκινων δανείων που έχουν ως υποθήκη την πρώτη κατοικία.
Με δεδομένο ότι από την 1η Μαΐου του 2020 παύει να ισχύει το υφιστάμενο πλαίσιο προστασίας το οποίο προβλέπει και σημαντική επιδότηση των δανείων που ρυθμίζονται, ο υπουργός Χρήστος Σταϊκούρας φαίνεται να αναλαμβάνει προσωπικά το καυτό αυτό ζήτημα και επιδιώκει να ενεργοποιήσει τόσο τις τράπεζες όσο και τους δανειολήπτες να προχωρήσουν σε ρυθμίσεις, είτε μέσω της πλατφόρμας τη Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) είτε σε διμερές επίπεδο, δηλαδή με διαπραγμάτευση των τραπεζών και τους δανειολήπτες.
Τα αποτελέσματα του υφιστάμενου πλαισίου στις 31 εβδομάδες εφαρμογής του, όπως αυτά αποτυπώνονται σε εβδομαδιαία βάση από την ΕΓΔΙΧ, είναι απελπιστικά. Συγκεκριμένα, αν και την πλατφόρμα έχουν «επισκεφτεί» πάνω από 65.000 δανειολήπτες (σ.σ.: δηλαδή οι μισοί από όσους υπολογίζεται ότι έχουν δικαίωμα να διευθετήσουν τα δάνειά τους οι οποίοι υπολογίζονται σε 130.000), οι ρυθμίσεις δανείων που έχουν γίνει είναι 731, ενώ οι οριστικά αποδεκτές έως στιγμής ανέρχονται στις μόλις 315. Τονίζεται ότι άρση του τραπεζικού απορρήτου έχουν αποδεχθεί σχεδόν 43.500 δανειολήπτες, αλλά οι αιτήσεις που έχουν υποβληθεί ανέρχονται σε 2.073.
Η τεράστια αυτή απόκλιση είναι εύλογο να προκαλεί προβληματισμό, όχι για την ουσία της ρύθμισης, αλλά για το πώς την αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες και πολύ περισσότερο οι τράπεζες. Μάλιστα, σε επιστολή του προς τις τράπεζες, ο κ. Σταϊκούρας τους καταλογίζει ευθέως ευθύνες, σημειώνοντας ότι «...υπάρχει αριθμός αιτήσεων για τις οποίες τα τραπεζικά ιδρύματα, αν και αναγνωρίζουν ότι οι οφειλέτες είναι επιλέξιμοι, δεν προσφέρουν πρόταση ρύθμισης και προτρέπουν τον οφειλέτη να προσφύγει στη δικαστική ρύθμιση».
Με δεδομένο ότι από την 1η Μαΐου του 2020 παύει να ισχύει το υφιστάμενο πλαίσιο προστασίας το οποίο προβλέπει και σημαντική επιδότηση των δανείων που ρυθμίζονται, ο υπουργός Χρήστος Σταϊκούρας φαίνεται να αναλαμβάνει προσωπικά το καυτό αυτό ζήτημα και επιδιώκει να ενεργοποιήσει τόσο τις τράπεζες όσο και τους δανειολήπτες να προχωρήσουν σε ρυθμίσεις, είτε μέσω της πλατφόρμας τη Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) είτε σε διμερές επίπεδο, δηλαδή με διαπραγμάτευση των τραπεζών και τους δανειολήπτες.
Τα αποτελέσματα του υφιστάμενου πλαισίου στις 31 εβδομάδες εφαρμογής του, όπως αυτά αποτυπώνονται σε εβδομαδιαία βάση από την ΕΓΔΙΧ, είναι απελπιστικά. Συγκεκριμένα, αν και την πλατφόρμα έχουν «επισκεφτεί» πάνω από 65.000 δανειολήπτες (σ.σ.: δηλαδή οι μισοί από όσους υπολογίζεται ότι έχουν δικαίωμα να διευθετήσουν τα δάνειά τους οι οποίοι υπολογίζονται σε 130.000), οι ρυθμίσεις δανείων που έχουν γίνει είναι 731, ενώ οι οριστικά αποδεκτές έως στιγμής ανέρχονται στις μόλις 315. Τονίζεται ότι άρση του τραπεζικού απορρήτου έχουν αποδεχθεί σχεδόν 43.500 δανειολήπτες, αλλά οι αιτήσεις που έχουν υποβληθεί ανέρχονται σε 2.073.
Η τεράστια αυτή απόκλιση είναι εύλογο να προκαλεί προβληματισμό, όχι για την ουσία της ρύθμισης, αλλά για το πώς την αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες και πολύ περισσότερο οι τράπεζες. Μάλιστα, σε επιστολή του προς τις τράπεζες, ο κ. Σταϊκούρας τους καταλογίζει ευθέως ευθύνες, σημειώνοντας ότι «...υπάρχει αριθμός αιτήσεων για τις οποίες τα τραπεζικά ιδρύματα, αν και αναγνωρίζουν ότι οι οφειλέτες είναι επιλέξιμοι, δεν προσφέρουν πρόταση ρύθμισης και προτρέπουν τον οφειλέτη να προσφύγει στη δικαστική ρύθμιση».