Να κάνουν έρευνα αγοράς ώστε να είναι βέβαιοι ότι το όφελος από τις προσφορές είναι πραγματικό, συνιστά στους καταναλωτές η Συνήγορος του Καταναλωτή και διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας, Αθηνά Κοντογιάννη, εν όψει της προωθητικής δράσης «Black Friday».
«Τυχόν εξωφρενικές προσφορές των ημερών πρέπει να αντιμετωπίζονται με σύνεση και προγραμματισμό. Οι καταναλωτές, πριν ψωνίσουν, πρέπει να κάνουν έρευνα αγοράς, ήδη πριν ξεκινήσει η 'Black Friday', ώστε να μπορέσουν να συγκρίνουν τις τιμές στα είδη που έχουν επιλέξει και να είναι βέβαιοι ότι το όφελος από την προσφορά είναι πραγματικό» δηλώνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Όπως ανέφερε η ίδια, η διαδικτυακή αναζήτηση μέσα από τις ιστοσελίδες των καταστημάτων είναι χρήσιμο εργαλείο και διευκολύνει τη σύγκριση και τον εντοπισμό της πραγματικής ευκαιρίας. Υπενθύμισε παράλληλα ότι οι πλασματικές προσφορές συνιστούν παραπλανητική εμπορική πρακτική και απαγορεύονται, όπως παραπλανητική πρακτική συνιστά, επίσης, η αναγραφή και παρουσίαση υψηλών ποσοστών προσφοράς, τα οποία, ενώ παρουσιάζονται ως γενικά ή ό,τι αφορούν ευρείες κατηγορίες ειδών στην πραγματικότητα, καλύπτουν ελάχιστα προϊόντα-«κράχτες».
Ειδικότερα, «σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας για την Προστασία του Καταναλωτή κατά τις Προσφορές, τις Εκπτώσεις και τις Προωθητικές ενέργειες, πρέπει να αναγράφονται η αρχική και η μειωμένη τιμή των προϊόντων που πωλούνται σε προσφορά και, προαιρετικά, το ποσοστό της μείωσης. Κατά κανόνα, δεν επιτρέπεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το 50% του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα».
Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Καταναλωτή, οι καταναλωτές πρέπει να επιδεικνύουν προσοχή σε εκείνα τα ηλεκτρονικά καταστήματα, καθώς και στα προφίλ που πωλούν προϊόντα στα social media, χωρίς να αναφέρουν πλήρη στοιχεία της επιχείρησης (πλήρης εταιρική επωνυμία, ταχυδρομική διεύθυνση, σταθερό τηλέφωνο, αριθμό καταχώρησης στο ΓΕΜΗ, ΑΦΜ, e- mail), είτε εδρεύουν στην Ελλάδα είτε σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., καθώς δεν είναι πάντοτε αξιόπιστα. Ο ΣτΚ συμβουλεύει επίσης, τους καταναλωτές να κρατούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία των συναλλαγών τους για να μπορέσουν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους έναντι του προμηθευτή, αν παρουσιαστεί οποιοδήποτε πρόβλημα.
«Τυχόν εξωφρενικές προσφορές των ημερών πρέπει να αντιμετωπίζονται με σύνεση και προγραμματισμό. Οι καταναλωτές, πριν ψωνίσουν, πρέπει να κάνουν έρευνα αγοράς, ήδη πριν ξεκινήσει η 'Black Friday', ώστε να μπορέσουν να συγκρίνουν τις τιμές στα είδη που έχουν επιλέξει και να είναι βέβαιοι ότι το όφελος από την προσφορά είναι πραγματικό» δηλώνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Όπως ανέφερε η ίδια, η διαδικτυακή αναζήτηση μέσα από τις ιστοσελίδες των καταστημάτων είναι χρήσιμο εργαλείο και διευκολύνει τη σύγκριση και τον εντοπισμό της πραγματικής ευκαιρίας. Υπενθύμισε παράλληλα ότι οι πλασματικές προσφορές συνιστούν παραπλανητική εμπορική πρακτική και απαγορεύονται, όπως παραπλανητική πρακτική συνιστά, επίσης, η αναγραφή και παρουσίαση υψηλών ποσοστών προσφοράς, τα οποία, ενώ παρουσιάζονται ως γενικά ή ό,τι αφορούν ευρείες κατηγορίες ειδών στην πραγματικότητα, καλύπτουν ελάχιστα προϊόντα-«κράχτες».
Ειδικότερα, «σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας για την Προστασία του Καταναλωτή κατά τις Προσφορές, τις Εκπτώσεις και τις Προωθητικές ενέργειες, πρέπει να αναγράφονται η αρχική και η μειωμένη τιμή των προϊόντων που πωλούνται σε προσφορά και, προαιρετικά, το ποσοστό της μείωσης. Κατά κανόνα, δεν επιτρέπεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το 50% του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα».
Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Καταναλωτή, οι καταναλωτές πρέπει να επιδεικνύουν προσοχή σε εκείνα τα ηλεκτρονικά καταστήματα, καθώς και στα προφίλ που πωλούν προϊόντα στα social media, χωρίς να αναφέρουν πλήρη στοιχεία της επιχείρησης (πλήρης εταιρική επωνυμία, ταχυδρομική διεύθυνση, σταθερό τηλέφωνο, αριθμό καταχώρησης στο ΓΕΜΗ, ΑΦΜ, e- mail), είτε εδρεύουν στην Ελλάδα είτε σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., καθώς δεν είναι πάντοτε αξιόπιστα. Ο ΣτΚ συμβουλεύει επίσης, τους καταναλωτές να κρατούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία των συναλλαγών τους για να μπορέσουν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους έναντι του προμηθευτή, αν παρουσιαστεί οποιοδήποτε πρόβλημα.