Χωρίς ανησυχία, αλλά αντίθετα με σημαντικές προσδοκίες αναμένονται από την πλευρά της Κυβέρνησης οι ανακοινώσεις της Κομισιόν για την ελληνική οικονομία, στο πλαίσιο των φθινοπωρινών προβλέψεων.
Τα στοιχεία που έχουν "διαρρεύσει” κάνουν λόγο για βελτιωμένη πρόβλεψη όσον αφορά το 2018 και 2019 σχετικά με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ.
Πληροφορίες που προς το παρόν δεν έχουν επιβεβαιωθεί, κάνουν λόγο για ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ το 2019 της τάξης του 2,4% - 2,5%, ενώ επίσης αυξημένος σε σχέση με τις αναφορές των εαρινών προβλέψεων αναμένεται και ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων (12,1% την άνοιξη).
Το κρίσιμο στοιχείο των προβλέψεων της Κομισιόν δεν αφορά μόνο στους απόλυτους αριθμούς των προβλέψεων ή των εκτιμήσεων εκτέλεσης (2018) αλλά κυρίως την επιβεβαίωση μιας σταθερής τάσης βελτίωσης των ρυθμών ανάπτυξης από το 2017 και εντεύθεν, πάνω στην οποία στηρίζεται αφενός η πρόβλεψη για την επίτευξη των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2019 και αφετέρου η σταθερότητα και η αντοχή της συνέχισης αυτού του στόχου μεσοπρόθεσμα.
Παράγοντας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις που έχουν παρθεί μέχρι σήμερα τηρούνται από την κυβέρνηση και "επιβεβαιώνουν την ορθότητά τους μέσα από την υλοποίηση των στόχων που έχουν τεθεί. Αυτοί οι στόχοι από το 2017 σταθερά υστερούν από τα τελικά αποτελέσματα, γεγονός που διαμορφώνει ένα καλό κλίμα στη διαδικασία εποπτείας που έχει τεθεί εν ισχύ μετά την 20 Αυγούστου...”.
Παρ' όλα αυτά η πίεση η οποία εξακολουθεί να ασκείται από πλευράς θεσμών φαίνεται να στοχεύει στη μετατόπιση εν μέρει του μίγματος πολιτικών που προωθεί η Κυβέρνηση όσον αφορά τη διαχείριση του υπερπλεονάσματος. Μάλιστα όσο μεγαλύτερο εμφανίζεται το υπερπλεόνασμα τόσο μεγαλύτερη είναι και η πίεση η οποία ασκείται από πλευράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μέτρα περισσότερο αναπτυξιακά ιδιαίτερα στους τομείς της φορολογίας κεφαλαίου και εργασίας.
Για το θέμα της περικοπής ή μη των παλαιών συντάξεων στο κομμάτι της προσωπικής διαφοράς, το κλίμα φαίνεται να οδηγεί σε μία συμφωνία η οποία κάθε άλλο παρά θέλει να οδηγήσει σε ένα πλήγμα στην ιδιωτική κατανάλωση η οποία θα χτυπήσει τόσο στο ΑΕΠ όσο και στα δημόσια έσοδα.
Η "αχίλλειος πτέρνα” πάντως για την πορεία της οικονομίας εξακολουθεί να παραμένει το τραπεζικό σύστημα και η μεγάλη δυσκολία να επανέλθει αυτό στον ρόλο του χρηματοδότη της οικονομίας. Όπως παραδέχονται οι κοινοτικοί Θεσμοί "η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να λειτουργεί και να αναπτύσσεται αποκομμένη από τις πηγές αναχρηματοδότησης είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό καθώς αυτό επηρεάζει καθοριστικά τις επενδύσεις και τον ρυθμό ανάπτυξής τους...
Σε κάθε περίπτωση όμως η αυριανή εκτίμηση και οι σχετικές προβλέψεις της Κομισιόν παίζουν καθοριστικό ρόλο στο πώς θα αντιμετωπισθούν οι "εκκρεμότητες” στο επόμενο ή πιθανότερο μεθεπόμενο Eurogroup, όσον αφορά την πορεία της αυξημένης εποπτείας της οικονομίας, η οποία θα επηρεάσει και τις αναθεωρήσεις της διαβάθμισης αξιοπιστίας του χρέους από τους Οίκους Αξιολόγησης.