Σε συμφωνία, πολλαπλών όψεων, κατέληξαν Eurogroup και ΔΝΤ, τα ξημερώματα της Τετάρτης. Ευρωζώνη και ΔΝΤ πέτυχαν ένα συμβιβασμό που μπορεί να απέχει από τη ριζική, εμπροσθοβαρή λύση για το χρέος, την οποία προωθούσε το Ταμείο, δίνει όμως, με δεσμεύσεις, όρους και γκρίζες ζώνες, διέξοδο σε όλες τις πλευρές, και διασφαλίζει πολύτιμο πολιτικό χρόνο, για την Αθήνα, την Ευρωζώνη που αντιμετωπίζει την κρίσιμη ψηφοφορία για το Brexit στις 23 Ιουνίου, αλλά και το Βερολίνο που μπαίνει σε προεκλογική περίοδο τον Σεπτέμβριο.
Η συμφωνία «κλείνει» την πρώτη αξιολόγηση, φέρνει την εκταμίευση, σε δύο δόσεις και με προαπαιτούμενα, 10,3 δισ. ευρώ έως τον Σεπτέμβριο, καταρχήν συμφωνία με το ΔΝΤ για οδικό χάρτη αναδιάρθρωσης του χρέους και για τη, υπό προϋποθέσεις, συμμετοχή του χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, έως το τέλος του έτους, πιο χαλαρή ρητορική για την υποχρέωση διατήρησης πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ για σειρά ετών από το 2018 και μετά.
Το διπλό στοίχημα της οικονομίας μετά τη συμφωνία
Δημιουργεί παράλληλα παράθυρο ευκαιρίας για να δρομολογηθεί σταδιακά σειρά παρεμβάσεων για πιο φθηνή χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών και βελτίωση των επιπέδων ρευστότητας στην οικονομία, αφού μέρος της δόσης προβλέπεται για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου προς τρίτους, ενδεχομένως και αναβάθμισης της οικονομίας από τους οίκους. «Υπάρχει το κατάλληλο έδαφος για να μπορούμε να αισιοδοξούμε ότι αυτή είναι η αρχή αντιστροφής του φαύλου κύκλου στον οποίο είχε περιέλθει η Ελλάδα, με ύφεση και μέτρα, και ότι η χώρα με την επιστροφή των επενδυτών θα μπει σε έναν ενάρετο κύκλο», δήλωσε χθες ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών.
Οι όροι
Το μεγάλο στοίχημα, τώρα, για την Ελλάδα, είναι η υλοποίηση της συμφωνίας καθώς φέρει όρους και προαπαιτούμενα, όπως τα συμπληρωματικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να γίνει η εκταμίευση της δόσης, με παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό, τα κόκκινα δάνεια και τις ιδιωτικοποιήσεις, σε μια δύσκολη συγκυρία. Αφετέρου η κυβέρνηση καλείται να βρει νέο σημείο ισορροπίας στην οικονομία μεταξύ του οφέλους που μπορεί να προκαλέσει η συμφωνία κυρίως σε επίπεδο ρευστότητας και κόστους χρηματοδότησης και των υφεσιακών επιπτώσεων των μέτρων που λαμβάνονται, ως προαπαιτούμενα.
«Κλειδί» στην επιχείρηση σταθεροποίησης της οικονομίας είναι οι κινήσεις που μπορεί να δρομολογήσει η ΕΚΤ (επαναφορά του waiver και ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης εντός του έτους), η στάση που θα τηρήσουν οι ξένοι οίκοι και εάν θα αναβαθμίσουν την οικονομία, αλλά και το κλίμα στην οικονομία, ιδίως αφού έπεται μία ιδιαίτερα δύσκολη, δεύτερη, αξιολόγηση, το πιθανότερο στα τέλη Οκτωβρίου με θέματα όπως τα εργασιακά.
Τι προβλέπει η συμφωνία
Η συμφωνία τα ξημερώματα της Τετάρτης, μετά από μια μαραθώνια συνεδρίαση 11 ωρών, προβλέπει τα εξής:
Τον Ιούνιο θα δοθεί το πρώτο μέρος της δόσης των 10,3 δισ. ευρώ, δηλαδή υποδόση 7,5 δισ. για την κάλυψη των αναγκών του χρέους (πληρωμές προς ΔΝΤ, ΕΚΤ και τόκους, περίπου 4,5 δισ. ευρώ) και για να γίνει εκκαθάριση ενός αρχικού μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Θα έχει προηγηθεί επικύρωση από το EWG ότι πραγματοποιήθηκαν τα προαπαιτούμενα που τέθηκαν χθες. Η επόμενη πληρωμή για τις ληξιπρόθεσμες θα γίνει με τη δεύτερη δόση των 2,8 δισ. ευρώ τον Σεπτεμβριο. Στόχος είναι σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές να πέσουν στην αγορά 3,5 δισ. ευρώ μέχρι τέλος Οκτωβρίου, (700 εκατ. ευρώ τον μήνα). Οι εκταμιεύσεις για τα ληξιπρόθεσμα θα εξαρτώνται από τη θετική εισήγηση των θεσμών ότι εξοφλούνται ληξιπρόθεσμα.
Ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 διατηρείται. Χαλαρώνει όμως η ρητορική για το τι θα συμβεί μετά, και δεν υπάρχει ρητή διατύπωση για διατήρηση του στόχου για σειρά ετών, αφήνοντας ανοικτό το πεδίο για διαπραγμάτευση. Υπενθυμίζεται πως το Ταμείο επιμένει για προσγείωση του στόχου στο 1,5%, ενώ μελέτη της ΤτΕ κάνει λόγο για διατήρηση του πλεονάσματος στο 2% επί 20 έτη.
Συμφωνήθηκε, επί της αρχής, πακέτο παρεμβάσεων για το χρέος, σε γενικές γραμμές και σε τρεις φάσεις, με βασικό όφελος ότι το προφίλ διαχείρισης του χρέους καθίσταται αντιμετωπίσιμο σε μεσομακροπρόθεσμη βάση. Συνοδεύεται όμως από ισχυρή αιρεσιμότητα, ώστε να διασφαλίζεται η δημοσιονομική πειθαρχία, ενώ ο κύριος όγκος των μέτρων μεταφέρεται για μετά το 2018.
Κεντρικός στόχος είναι η διατήρηση των μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας κάτω από το 15% του ΑΕΠ για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος και μεσοπρόθεσμα και κάτω του 20% μετά.
Βραχυπρόθεσμα και έως το τέλος του προγράμματος εντάσσονται μέτρα όπως χαλάρωση του «προφίλ» αποπληρωμών των δανείων του EFSF, περιορισμός του επιτοκιακού κινδύνου, όριο στην αύξηση επιτοκιακού περιθωρίου που αφορούν στην επαναγορά χρέους του 2ου προγράμματος για το 2017.
Μεσοπρόθεσμα, μπορούν να εξεταστούν μέτρα, εάν κριθεί απαραίτητο και εφόσον η Ελλάδα αποδειχθεί συνεπής με τις δεσμεύσεις της, όπως :
• Κατάργηση ταύτησης του επιτοκιακού περιθωρίου για την αποπληρωμή της δόσης για το χρέος του 2018.
• Χρήση κερδών του 2014 από τα ελληνικά ομόλογα από τον λογαριασμό του ESM, την παροχή στην Ελλάδα των κερδών από ANFA και SMPs (από το δημοσιονομικό έτος 2017) και τη χρήση τους ως «μαξιλάρι» για τη μείωση μελλοντικών χρηματοδοτικών αναγκών.
• Διαχείριση παθητικού, πρόωρη μερική αποπληρωμή των υπαρχόντων επίσημων δανείων προς την Ελλάδα, με μείωση του επιτοκιακού κόστους και επέκταση της περιόδου ωρίμασης.
Εφόσον απαιτηθεί αναδιάρθρωση για ορισμένα δάνεια του ESFF (π.χ. παράταση του χρόνου αποπληρωμής, αναδιάρθρωση των αποσβέσεων του EFSF και της επιτοκιακής διαφοράς), χωρίς εξτρά επιβάρυνση του EFSF ή των κρατών.
Συμφωνεί σε προληπτικό αυτόματο μηχανισμό για το χρέος που θα τεθεί σε εφαρμογή μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μακροπρόθεσμα. Εδώ θα μπορούσαν να ενταχθούν μέτρα όπως περαιτέρω αναδιαμόρφωση δανείων του EFSF και αναβολή πληρωμής τόκων.
Συμμετοχή μόνο με εγγυήσεις για το χρέος
Χωρίς μεταρρυθμίσεις το χρέος δεν θα γίνει βιώσιμο ακόμη και με εμπροσθοβαρή ελάφρυνση διεμήνυε χθες ανώτερο στέλεχος του ΔΝΤ τονίζοντας ότι εάν δεν εφαρμοστεί το πρόγραμμα, δεν θα υπάρξει ελάφρυνση. «Δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί όπου το ΔΝΤ να μπορεί να πει είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε, αλλά μπορούμε να φθάσουμε εκεί ως το τέλος της χρονιάς», εκτιμούσε, ενώ ανέφερε πως ο Οργανισμός δεν θα λάβει μέρος στο πρόγραμμα ώσπου να λάβει περισσότερες εγγυήσεις για την ελάφρυνση του χρέους. «Η Ελλάδα έχει ανάγκη μια εκταμίευση και είμαστε ασφαλώς έτοιμοι να κάνουμε παραχωρήσεις. Αλλά δεν έχουμε υποχωρήσει στο ότι χρειαζόμαστε επιπρόσθετες εγγυήσεις για την ελάφρυνση του χρέους», δήλωσε.
«Nαι μεν, αλλά...» από τους οίκους
Για θετική εξέλιξη για το ελληνικό αξιόχρεο έκανε λόγο η Moody's, επισημαίνοντας όμως πως παραμένουν υψηλοί οι κίνδυνοι εφαρμογής της συμφωνίας, ενώ προετοιμάζεται να δημοσιοποιήσει την επικαιροποίηση της στάσης της απέναντι στη χώρα, εκτός απροόπτου, στις 24 Ιουνίου. Η συμφωνία μειώνει τον κίνδυνο για μια νέα κρίση ρευστότητας, το καλοκαίρι, και δίνει κίνητρα στην Ελλάδα να ολοκληρώσει το πρόγραμμα, αλλά υπάρχει υψηλό ρίσκο για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου το 2018 υποστήριξε η Fitch. Σύμφωνα με τη Moody's, θετική εξέλιξη είναι η απέλευθέρωση της δόσης των 10,3 δισ. «Το Eurogroup αποφάσισε επίσης οδικό χάρτη ελάφρυνσης του χρέους που είναι θετικό, καθώς σημαδοτεί αυξημένη ομοφωνία μεταξύ των χωρών - μελών της Ευρωζώνης και των Θεσμών για την ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους», πρόσθεσε.
Κάνει όμως λόγο για υψηλούς κινδύνους εφαρμογής της συμφωνίας εξαιτίας της μικρής κυβερνητικής πλειοψηφίας και της εύθραυστης, πολιτικής και κοινωνικής, κατάστασης.
Η παροχή ελάφρυνσης χρέους σε δόσεις και υπό τον όρο της τήρησης του προγράμματος μπορεί να δώσει κίνητρο στην Ελλάδα να πετύχει τους στόχους εκτιμά η Fitch. Ωστόσο το ιστορικό τα τελευταία πέντε χρόνια δείχνει ύπαρξη μεγάλου ρίσκου για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου το 2018, παρά τον δημοσιονομικό κόφτη. Ρίσκο που μπορεί να αυξηθεί εάν οι Έλληνες πολιτικοί και οι πολίτες δουν τους όρους που προϋποθέτει η συμφωνία για την ελάφρυνση χρέους ως μακρινό και ανέφικτο σχέδιο.
Ανοιχτή συζήτηση για QE
Επαναφορά του waiver για τις τράπεζες, ίσως την επόμενη εβδομάδα
Η πρόσφατη αξιολόγηση φαίνεται να ανοίγει τον δρόμο για φθηνότερη χρηματοδότηση των τραπεζών, οι οποίες πολύ σύντομα θα εξυγιάνουν τoυς ισολογισμούς τους.
Ετσι η εκτίμηση σύμφωνα με το διεθνές πρακτορείο Reuters, αλλά και σύμφωνα με άρθρο των FT, είναι πως η ΕΚΤ άμεσα θα επαναφέρει το waiver και τα ελληνικά ομόλογα θα γίνονται αποδεκτά ως ενέχυρα, προκειμένου οι ελληνικές τράπεζες να δανείζονται από την κανονική γραμμή χρηματοδότησης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρώπης θα συναντηθούν την ερχόμενη Πέμπτη στη Βιέννη. Αξιωματούχοι στην Αθήνα εκφράζουν την ισχυρή πεποίθησή τους πως στις 2 Ιουνίου θα ληφθεί η σχετική απόφαση. Εν τω μεταξύ κάποιοι εκφράζουν αισιοδοξία και για συμμετοχή και της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από τον Ιούλιο, ως αποτέλεσμα της πρώτης αξιολόγησης, επαυξάνοντας τις θετικές επιπτώσεις σε επίπεδο ρευστότητας για τις τράπεζες.
Πάντως, ασχέτως με την παραπάνω αισιοδοξία, η συμμετοχή της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση είναι κάτι που πρέπει να αναμένεται μέσα στο έτος. Η είσοδος της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα γίνει για ποσό ομολόγων 2,5 δισ. ευρώ (με free float για τα ελληνικά ομόλογα στα 45 - 50 δισ. ευρώ). Οι αγορές των ομολόγων αυτών από την ΕΚΤ θα γίνουν ανεξάρτητα από το εάν, πέραν της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, θα έχει προχωρήσει και η εφαρμογή των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, λένε κάποιες πηγές.
Η ποσοτική χαλάρωση οδηγεί την ΕΚΤ σε αγορές ομολόγων ύψους 80 δισ. ευρώ από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κάθε μήνα. Προϋπόθεση σε κάθε περίπτωση προκειμένου η ΕΚΤ να ξεκλειδώσει το QE για την Ελλάδα είναι η αποπληρωμή ομολόγων ύψους 2,27 δισ. ευρώ της ΕΚΤ. Με την αποπληρωμή αυτή η χώρα θα αγγίξει το όριο του 33% για τις αγορές ομολόγων στο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Τα ομόλογα της ΕΚΤ που λήγουν συγκεκριμένα στις 20 Ιουλίου αφορούν δύο ποσά: 1,446 δισ. ευρώ και 822 εκατ. ευρώ.